Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, Άγιος: Περί Μυστικής Θεολογίας - Κεφάλαιο 4 (Ότι δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στα αισθητά ο καθ' υπεροχήν αίτιος κάθε αισθητού.

Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, Άγιος: Περί Μυστικής Θεολογίας - Κεφάλαιο 4 (Ότι δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στα αισθητά ο καθ' υπεροχήν αίτιος κάθε αισθητού.


Λέμε λοιπόν ότι η αιτία των πάντων, που είναι επάνω απ' όλα, δεν είναι ούτε χωρίς ουσία, ούτε χωρίς ζωή, ούτε άλογη, ούτε χωρίς νου, ούτε σώμα είναι, ούτε σχήμα, ούτε είδος, ούτε ποιότητα ή ποσότητα ή όγκο. ούτε σε τόπο είναι ούτε βλέπεται, ούτε έρχεται σε επαφή, ούτε αισθάνεται ούτε είναι αισθητή, ούτε οδηγείται σε σύγχυση και ταραχή εξαιτίας ενόχλησης υλικών παθών, ούτε είναι αδύναμη υποκύπτοντας σε πάθη των αισθήσεων, ούτε στερείται φωτός. Επίσης δεν υπόκειται σε αλλοίωση ή φθορά ή μερισμό ή στέρηση η ροή ή σε κάτι άλλο αισθητό, ούτε είναι κάτι από αυτά.






Γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ ἄγχους (κατά τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Ἁγ. Πατέρες)

Γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ ἄγχους (κατά τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Ἁγ. Πατέρες)

 

ΤΟ ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ 
πάντηση σέ μία ψυχή:
Μοῦ ζητήσατε νά γράψω δύο σελίδες γιά τό ἄγχος. Τί εἶναι καί πῶς ἀντιμετωπίζεται…
 Θά ἦταν ἀρκετό νά σᾶς γράψω μόνο δύο σειρές, πού ἀρκοῦν γιά χιλιάδες σελίδες:
«αυτούς καί λλήλους καί πσαν τήν ζωήν μν Χριστ τ Θε παραθώμεθα». Ατό πλ σημαίνει: «Τούς αυτούς μας καί τούς λλους καί λη μας τήν ζωή ς τά φήσουμε στόν Θεό».
Ἄν τηροῦμε συνεχῶς αὐτήν τήν προτροπή ποτέ δέν θά κυριευθοῦμε ἀπό τήν δαιμονική ἐπήρεια πού λέγεται ἄγχος.
 Παρ’ ὅλα αὐτά ἄς ποῦμε λίγα ἀκόμη πάνω στό θέμα μας:
Σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξη Δογματική λα γίνονται ετε κατά εδοκία ετε κατά παραχώρηση το Θεο. ρα λα εναι γιά τό καλό μας, φο Θεός τίποτε δέν κάνει τό κακό.
Ἄν ἀντιδροῦμε, γογγύζουμε, μεμψιμοιροῦμε, ἀγχωνόμαστε, στενοχωριόμαστε μέ τά διάφορα γεγονότα, εἶναι σάν νά λέμε στόν Θεό: «Δέν μ’ ἀγαπᾶς, δέν τά κάνεις σωστά καί καλά τά πράγματα».
Οὐσιαστικά βλασφημοῦμε μ’ αὐτή μας τήν στάση τόν Θεό καί δείχνουμε ἀχαριστία. Στή ρίζα αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς ὑπάρχει ἀπιστία στήν Θεία Του Πρόνοια καί στήν Θεία Του Παναγαθότητα.
Κι ὅμως:
 Ὁ Παντοδύναμος καί Πανάγαθος Κύριος μᾶς ἔχει ὑποσχεθεῖ ὅτι θά μεριμνήσει γιά μᾶς. Μᾶς δίδαξε: «τι Ατ μέλλει περί μν» δηλαδή ὅτι «Ατός χει τήν φροντίδα μας».
Ζητᾶ μόνον νά Τόν ἐμπιστευθοῦμε καί νά Τοῦ ζητήσουμε τό ἔλεος Του, διότι σέβεται τήν ἐλευθερία μας καί τό «ὄχι» μας. Εἶναι ὁ στοργικός Πατέρας Μας.  Μᾶς εἶπε ὅτι ὅλα ὅσα χρειάζονται γιά τήν βιολογική μας ζωή θά μᾶς προστεθοῦν ἀρκεῖ ἐμεῖς νά κάνουμε τά πνευματικά μας, νά ζητήσουμε τόν Ἴδιο καί τό θέλημά Του.
Γνωρίζει ὅτι εἴμαστε ἀδύναμοι…Αὐτός ἀλλωστε μᾶς εἶπε:
«Χωρίς μένα δέν μπορετε νά κάνετε τίποτε»(Ἰωάν. 15, 5). Εἴμαστε ἀδύναμοι σάν τά μωρά, ἀλλά μποροῦμε, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε στήν ἀγκαλιά τοῦ πιό Στοργικοῦ, τοῦ πιό Ἀγαθοῦ, τοῦ πιό Σοφοῦ καί τοῦ πιό Δυνατοῦ Πατέρα.
-Τό μωρό στήν ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα του ἔχει ἄγχος;
-Ποτέ! Πόσο μᾶλλον ἐμεῖς. Εἴμαστε τά ἀγαπημένα παιδιά τοῦ Θεοῦ καί ἐφ’ ὅσον τό θέλουμε μᾶς ἔχει στήν ἀγκαλιά Του.
 Ἕνα μόνο θά πρέπει νά μᾶς ἀπασχολεῖ. Μήπως μᾶς ξεγελάσει ὁ ἐχθρός τοῦ Πατέρα Μας καί μᾶς πείσει νά φύγουμε ἀπό τήν θερμή ἀντιαγχωτική ἀγκαλιά Του. Τότε πράγματι θά νιώσουμε ἀπέραντα ἀνασφαλεῖς καί μόνοι…
Τότε θά μᾶς «σφυρήξῃ» ὁ πονηρός: «Πάρε τή ζωή στά χέρια σου. Ἔχε αὐτοπεποίθηση…Ἀγωνίσου, δούλεψε γιά νά ζήσεις…». Ἀλλοίμονο ἄν τόν ἀκούσουμε…
Τό ἀντίθετο πρέπει νά κάνουμε. Θά πρέπει νά γυρίσουμε πάλι πίσω στήν ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα Μας.
 Νά πῶς μᾶς τό λέει ὁ Χρυσορρήμων: «Μ φροντίσεις μ γωνία για τ δικ σου θέματα, λλ φησε τα στό Θεό. Γιατί, ν φροντίσεις σύ, φροντίζεις σν νθρωπος· ν μως προνοήσει Θεός, προνοε σν Θεός. Μ φροντίσεις γι’ ατά, διαφορώντας γιά τ σπουδαιότερα (γιά τά πνευματικά), γιατ Θες δέν θ δείξει μεγάλο νδιαφέρον γι’ ατά (γιά τά βιωτικά). Γιά νά προνοε λοιπν σ μεγάλο βαθμ Θες γι’ ατά, μπιστεύσου λα ατ στό Θεό. Γιατί, ν σ διος σχοληθες μ ατ φήνοντας τ πνευματικά, δέν θ δείξει μεγάλο νδιαφέρον γι’ ατ Θεός. Λοιπόν, γιά νά πνε καλ τ θέματά σου κα νά παλλαγες π κάθε γωνιώδη φροντίδα, φρόντισε γιά τ πνευματικ κα περιφρόνησε τ βιοτικά· γιατ τσι κα τή γ θ πιτύχεις μαζ μ τν οραν κα τ μελλοντικ γαθ θ κερδίσης»[1]
Γιατί δέν ἀκοῦμε τήν φωνή τοῦ Κυρίου καί στοργικοῦ Πατέρα Μας;
Ἄς μελετήσουμε προσεκτικά τό πιό ἀντιαγχωτικό-ἀγχολυτικό κείμενο ὅλων τῶν αἰώνων.
Ὁμιλεῖ ὁ Κύριος:
«Δι τοτο λγω μν, μ μεριμντε τ ψυχ μν τ φγητε κα τ πητε, μηδ τ σματι μν τ νδσησθε· οχ ψυχ πλεῖόν στι τς τροφς κα τ σμα το νδματος;( Ματθ. 6 ,25)
Διὰ τοῦτο ἀκριβῶς καὶ σᾶς λέγω, μὴ φροντίζετε μὲ στενοχωρίαν καὶ ἀγωνίαν διὰ τὴν ζωὴν σας, δηλαδὴ διὰ τό τί θὰ φάγετε καὶ τό τί θὰ πίετε, οὔτε καὶ διὰ τὸ σῶμα σας μὲ τὶ θὰ ἐνδυθῆτε. Δεν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερον ἀπὸ τὴν τροφὴν καὶ τὸ σῶμα ἀπὸ τὸ ἔνδυμα; (Ὁ Θεός, ποὺ σᾶς ἔδωσε τὸ πολυτιμότερον, δεν θὰ σᾶς δώσῃ καὶ τὸ κατώτερον;)
μβλέψατε ες τ πετειν το ορανο, τι ο σπείρουσιν οδ θερίζουσιν οδ συνάγουσιν ες ποθήκας κα πατρ μν οράνιος τρέφει ατά· οχ μες μλλον διαφέρετε ατν; (Ματθ. 6 ,26)
Παρατηρῆστε τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἴδετε ὅτι αὐτὰ οὔτε σπέρνουν οὔτε θερίζουν οὔτε συγκεντρώνουν τροφὰς εἰς ἀποθήκας. Καὶ ὅμως ὁ Πατὴρ σας ὁ οὐράνιος τὰ τρέφει. Σεῖς δέν ἔχετε ἀσυγκρίτως μεγαλυτέραν ἀξίαν ἀπὸ αὐτά;
τς δ ξ μν μεριμνν δύναται προσθεναι π τν λικίαν ατο πχυν να; (Ματθ. 6,27)
Ποῖος δὲ ἀπὸ σᾶς, ὅσας πολλὰς καὶ μεγάλας φροντίδας καὶ ἂν καταβάλῃ, ἠμπορεῖ να προσθέση στο ἀνάστημά του ἕνα πῆχυν;
κα περ νδύματός τι μεριμντε; καταμάθετε τ κρίνα το γρο πς αξάνει· ο κοπι οδ νήθει· (Ματθ. 6,28)  
Καὶ περὶ τοῦ ἐνδύματος διατὶ φροντίζετε μὲ τόσην ἀνησυχίαν καὶ ἀγωνίαν; Παρατηρῆστε μὲ προσοχὴν τὰ ἄνθη τοῦ ἀγροῦ, πῶς φυτρώνουν καί πῶς αὐξάνουν. Οὔτε κοπιάζουν, οὔτε γνέθουν.
λέγω δ μν τι οδ Σολομν ν πάσ τ δόξ ατο περιεβάλετο ς ν τούτων. (Ματθ. 6,29)
Καὶ ὅμως σᾶς λέγω τοῦτο, οὔτε καὶ αὐτὸς ὁ Σολομὼν μὲ ὅλην του τὴν βασιλικὴν μεγαλοπρέπειαν καὶ δόξαν δέν ἐφόρεσέ ποτέ ἕνα τόσον περίλαμπρον ἔνδυμα ὡσὰν αὐτό, μὲ τὸ ὁποῖον περιβάλλεται ἕνα ἀπὸ τὰ ταπεινὰ αὐτὰ ἄνθη.
Ε δ τν χόρτον το γρο, σήμερον ντα κα αριον ες κλίβανον βαλλόμενον, Θες οτως μφιέννυσιν, ο πολλ μλλον μς, λιγόπιστοι; (Ματθ. 6,30)
Ἐὰν δὲ ὁ Θεὸς ἐνδύη μὲ τόσην λαμπρότητα τὰ χορτάρια τοῦ ἀγροῦ, ποὺ σήμερα ὑπάρχουν καὶ αὔριον ῥίπτονται στόν φοῦρνον, δεν θὰ ἐνδύση πολὺ περισσότερον σᾶς, ὀλιγόπιστοι;
μ ον μεριμνήσητε λέγοντες, τ φάγωμεν τ πίωμεν τ περιβαλώμεθα; (Ματθ. 6,31)
Λοιπὸν μὴ κυριευθῆτέ ποτέ ἀπὸ τὴν ἀνήσυχον μέριμναν καὶ μὴ λέγετε συνεχῶς, τὶ θὰ φάγωμεν ἤ τί θὰ πίωμεν ἤ τι θὰ ἐνδυθῶμεν;
πάντα γρ τατα τ θνη πιζητε· οδε γρ πατρ μν οράνιος τι χρζετε τούτων πάντων. (Ματθ. 6,32)  
Διότι οἱ εἰδωλολάτραι (πού δεν γνωρίζουν τὰ αἰώνια ἀγαθὰ καὶ τὴν στοργικὴν πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ), ἐπιζητοῦν ἀποκλεστικὰ καὶ μόνον αὐτὰ τὰ φθαρτὰ ἀγαθά. Σεῖς ὅμως μὴν κυριεύεσθε ἀπὸ τέτοιες μέριμνες, διότι ὁ Πατὴρ σας ὁ οὐράνιος γνωρίζει ὅτι ἔχετε ἀνάγκην ἀπὸ ὅλα αὐτά, καὶ σὰν πανάγαθος, ποὺ εἶναι, θὰ σᾶς τὰ δώσῃ.
ζητετε δ πρτον τν βασιλείαν το Θεο κα τν δικαιοσύνην ατο, κα τατα πάντα προστεθήσεται μν. (Ματθ. 6,33)
Ζητεῖτε δὲ κατὰ πρῶτον καὶ κύριον λόγον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀρετήν πού θέλει ἀπὸ σᾶς ὁ Θεός, καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ θὰ σᾶς δοθοῦν μαζί μὲ τὰ ἀνεκτίμητα ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Μ ον μεριμνήσητε ες τν αριον· γρ αριον μεριμνήσει τ αυτς· ρκετν τ μέρ κακία ατς. (Ματθ. 6,34)
Λοιπὸν μὴ καταληφθῆτε ποτέ ἀπὸ τὴν ἀνήσυχον μέριμναν διὰ τάς ἀνάγκας τῆς αὐριανῆς ἡμέρας. Διότι ἡ αὔριον θὰ φροντίσῃ δι’ ὅσα θὰ χρειασθῆτε κατ’ αὐτήν. Εἰς κάθε ἡμέραν ἀρκοῦν αἱ ἰδικαὶ της ἀσχολίαι καὶ τὰ ἰδικὰ της βάσανα».
Ἔχουμε ἑπομένως τόν Κύριο πού μᾶς νοιάζεται, μᾶς ἀγαπάει ἄπειρα, μᾶς φροντίζει στοργικά, μᾶς ἀγκαλιάζει πατρικά. Ἔχουμε Πατέρα Πανάγαθο καί Πάνσοφο καί Παντοδύναμο. Αὐτός μᾶς ὑποσχέθηκε: «γώ θά σς τά τακτοποιήσω λα, λες τίς νάγκες σας, τίς πραγματικές. σες μόνο μία ννοια νά χετε: Νά ζηττε μένα, τήν Βασιλεία μου, τήν ρετή ,τό γαθόν πού εμαι γώ. Ατή εναι προδιαγραφή σας. τσι θά ζήσετε ες τόν αἰῶνα. γάπη πρός μένα εναι προδιαγραφή τς ληθινς καί τέλειας καί γεμάτης κάλλος ζως. Εναι κανή καί ναγκαία συνθήκη γιά νά ζήσετε πραγματικά».
Ὅταν δέν ἐμπιστευόμαστε τήν ὑπόστασή μας στόν ἑαυτό μας, στόν λογισμό μας, στίς δυνάμεις μας, στήν ἐξυπνάδα μας, στήν ἐνεργητικότητά μας κ.λ.π, ἀλλά τά ἀναθέτουμε, τά παραθέτουμε ὅλα στόν Χριστό, τότε τηροῦμε τήν λειτουργική προτροπή: «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Τότε ξεφεύγουμε ἀπό τό ἄγχος πού πνίγει ὅλα τά ἔθνη,  ὅλους τούς ἀνθρώπους τούς δίχως Θεό καί πίστη σ’ Αὐτόν.
Τό ἄγχος εἶναι πράγματι ἀπιστία ἤ ὀλιγοπιστία. Ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας καί ὄχι τόν Θεό. Πιστεύουμε μόνο θεωρητικά ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἀλλά δέν ἐμπιστευόμαστε τά λόγια Του, δέν ἀκολουθοῦμε τίς συμβουλές του, δέν ἀναζητοῦμε τό θέλημά Του. Ὁ Κύριος μᾶς διαβεβαίωσε ὅτι «Καί οἱ τρίχες σας εἶναι μετρημένες»…
Ποιός ἄραγε ἀπό ἐμᾶς μέτρησε τίς τρίχες του;
Ὁ Θεός τό ἔχει κάνει…
Θέλει νά μᾶς πεῖ μ’ αὐτό ὅτι καί γιά τά ἐλαχιστότατα φροντίζει…Γι’ αὐτά πού ἐμεῖς περιφρονοῦμε καί δέν καταδεχόμαστε νά ἀσχοληθοῦμε μαζί τους. Ἄν λοιπόν μεριμνᾶ γιά τίς τρίχες μας καί γιά τά πουλάκια καί γιά τά κρίνα τοῦ ἀγροῦ, δέν θά μεριμνήσει γιά τίς μεγάλες μας ἀνάγκες τό φαγητό, τή στέγη, τήν διατήρησή μας στή ζωή;
Μέ μία προϋπόθεση: Νά ζητοῦμε Αὐτόν τόν Ἴδιο πού εἶναι ἡ Ζωή καί τήν Βασιλεία Του, δηλ. νά Τόν ἔχουμε Κύριο στή ζωή μας, μέ τό νά τηροῦμε τίς Ἐντολές Του· νά εἶναι Αὐτός ὁ Βασιλιάς μας. Τότε Ἐκεῖνος ἔχει δεσμευθεῖ νά μᾶς ἐξασφαλίσει ὅλα τά βιωτικά ἀναγκαῖα ἀγαθά.
Ὅλα αὐτά γιά νά πραγματοποιηθοῦν προϋποθέτουν ἀπό μέρους μας τήν Πίστη σ’ Αὐτόν. Τότε μέσῳ τῆς ζωντανῆς αὐτῆς πίστεως θά βροῦμε τήν δύναμη νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό τά δεσμά τῆς κοσμικῆς λογικῆς, τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, τοῦ κόσμου καί τοῦ κοσμοκράτορα.
 Ὅταν δέν σκεφτόμαστε μέ τήν ἀνθρώπινη κοσμική λογική καί δέν ἀντιμετωπίζουμε μέ τίς φτωχές καί οὐσιαστικά ἀνύπαρκτες ἀνθρώπινες δυνάμεις τό κάθε μας πρόβλημα, ἀλλά προσευχόμαστε, ἀνοιγόμαστε ἀγαπητικά στόν Θεό καί τηροῦμε τίς ἐντολές Του, τότε ξεφεύγουμε ἀπό τήν ἀγωνιώδη μέριμνα καί φροντίδα, πού πνίγει τήν ψυχή καί τήν κάνει νά νιώθει ἀσφυξία (ἄγχος) καί ἀνασφάλεια.
Ἀκόμη καί ὅταν δέν ἔχουμε κάποιο συγκεκριμένο, ἄμεσο καί πιεστικό πρόβλημα, πάλι δέν  πρέπει νά ξεχνοῦμε τήν πρώτη ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό «ἐξ ὅλης καρδίας καί διανοίας καί δυνάμεως καί ψυχῆς καί ἰσχύος». Θά πρέπει σταθερά πάντα νά ἐμμένουμε στήν προσευχή, στήν ἐμπιστοσύνη στόν Κύριο, στό ἄφημα ὅλης μας τῆς ζωῆς, τοῦ ἑαυτοῦ μας καί ὅλων, σ’ Αὐτόν.
Χωρίς αὐτήν τήν ἄμετρη ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, στήν Θεία Πρόνοια, στήν Θεία Ἀγάπη δέν μποροῦμε νά βροῦμε εἰρήνη καί ἀνάπαυση στήν ψυχή μας.
 Ὁ Κύριος μᾶς προτρέπει:  « Δετε πρς μ πάντες ο κοπιντες κα πεφορτισμένοι, κγ ναπαύσω μς. (Ματθ. 11,28)
λτε κοντά μου λοι σοι μοχθτε κα κοπιάζετε κα εσθε φορτωμένοι π τ βάρος τν μαρτιν κα τν θλίψεων κα τν πλανν κα γ θ σς ναπαύσω κα θ σς ξεκουράσω.
ρατε τν ζυγόν μου φ  μς κα μάθετε π  μο, τι πρός εμι κα ταπεινς τ καρδί, κα ερήσετε νάπαυσιν τας ψυχας μν· (Ματθ. 11,29)  
Σηκώσατε πάνω σας τν ζυγν τς πακος σας ες μ κα μάθετε π μ τν διον τι εμαι προς κα ταπεινς κατ τν καρδίαν κα θ ερετε τότε νάπαυσιν κα ερήνην ες τάς ψυχς σας.
γρ ζυγός μου χρηστς κα τ φορτίον μου λαφρόν στιν. (Ματθ. 11,30)
Μ διστάσετε· διότι ζυγός μου εναι καλς κα χρήσιμος κα τ φορτίον τν ποχρεώσεων κα τν καθηκόντων, πο πιβάλλω γώ, εναι λαφρόν”. (γ τ πιβάλλω, λλ κα γ σς βοηθ νά τ σηκώσετε).
Ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται καί ὑποτάσσεται γενικῶς στό Θεῖο θέλημα, μιμεῖται τόν ταπεινό Χριστό, ὁ Ὁποῖος καί ὡς ἄνθρωπος προσηύχετο ἀδιάλειπτα, κοινωνοῦσε συνεχῶς μέ τόν ἐν Οὐρανοῖς Πατέρα Του καί ὑπέτασσε πάντα τό ἀνθρώπινο θέλημά Του στό Θεῖο, γιά νά μᾶς δώσει τό ἀληθινό πρότυπο ζωῆς.
ταν κανείς ποτάσσει τό θέλημά Του στό θέλημα το Θεο σέ λα, τότε λα το γίνονται πως τά θέλει· διότι λα τά δέχεται ς τό θέλημα το Θεο, φ’ σον συνεχς ατό ζητε μέ τήν διάλειπτη προσευχή, λέγοντας «Κύριε ησο Χριστέ λέησόν με» καί «Γενηθήτω τό θέλημά Σου».
Ὁ Κύριος ἐπίσης μᾶς δίδαξε τήν παραβολή «τῆς χήρας καί τοῦ ἄδικου κριτοῦ» γιά νά μήν ἀποκάμνουμε στήν προσευχή, ἀλλά ἀντίθετα νά προσευχόμαστε συνεχῶς γιά νά ἐκπληρώνουμε τήν πρώτη ἐντολή, πού εἶναι ἡ πρός τόν Θεόν ἀγάπη μέ ὅλη μας τήν ὕπαρξη καί τή δύναμη.
  διάλειπτη προσευχή εναι νας πό τούς τρες δρόμους πού μς δηγον στήν ταπείνωση, ποία φέρνει τήν ληθινή νάπαυση στήν ψυχή μας καί ξοστρακίζει τό γχος. (Οἱ ἄλλοι δύο δρόμοι πού ὁδηγοῦν στήν ταπείνωση εἶναι τό νά ἀγαπήσουμε τόν σωματικό κόπο καί τό νά βάζουμε τόν ἑαυτό μας κάτω ἀπό ὅλους).
Ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται σωστά, «κρέμεται» κυριολεκτικά ἀπό τόν Θεό. Ἀφήνει τελείως τό θέλημά του καί λέγει: «Κύριε σύ τακτοποίησέ τα λα. γώ τίποτα δέν μπορ νά τακτοποιήσω. ν εναι θέλημα Σου νά γίνουν τσι τά πράγματα ς γίνουν· ν δέν εναι θέλημά Σου ς μήν γίνουν. γώ θά εμαι τό διο χαρούμενος ν γίνουν πως τά σκέπτομαι καί ν δέν γίνουν, διότι θά ξέρω τι ατό εναι τό θέλημά Σου, τό γαθόν καί εάρεστον καί τέλειον».
Αὐτό δέν σημαίνει βέβαια ὅτι δέν θά κάνουμε ἐμεῖς τίποτε. Θά κάνουμε, μετά ἀπό προσευχή, ὅ,τι νομίζουμε καλλίτερο καί σύμφωνο μέ τό θέλημά Του, ἀλλά χωρίς ἄγχος, ἀγωνία καί στενοχώρια.
 Καί μήν ξεχνᾶμε: Ὅταν τελειώνουμε τή προσευχή μας καί τά αἰτήματά μας ἄς προσθέτουμε: «Κύριε ς γίνει τό θέλημά Σου γιά λα. σύ ξέρεις τί εναι τό καλλίτερο γιά μένα καί γιά τούς λλους καί γιά τήν ζωή λων μας».
Μία ἄλλη πηγή ἄγχους ἐκτός ἀπό τήν ἀπιστία-ὀλιγοπιστία στή Θεία Πρόνοια Ἀγάπη εἶναι φιλαργυρία καί φιλοδοξία μας.
Ἴσως σέ κάπως μικρότερο βαθμό πηγή ἄγχους εἶναι καί ἡ φιληδονία μας.
Τά τρία αὐτά πάθη ὅταν καλλιεργοῦνται γεμίζουν τόν ἄνθρωπο μέ ποικίλες: α)μέριμνες, β)ἀγωνίες τοῦ πῶς θά πλουτίσω ἤ πῶς θά γίνω ἀρεστός, ἀγαπητός, ἀποδεκτός κ.λ.π., γ)φροντίδες τοῦ πῶς θά περάσω καλλίτερα κ.λ.π.
Ἡ ζωή γίνεται τότε πολύπλοκη καθώς ἐπιστρατεύεται ἡ τεχνολογία γιά νά βοηθήσει στήν ἐκπλήρωση τῶν πολλῶν αὐτῶν ἐπιθυμιῶν. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται δοῦλος τῶν παθῶν καί ἐργάζεται σάν μηχανή γιά νά καλύψει τίς ψεύτικες «ἀνάγκες» καί ἐπιθυμίες του.
Ἡ ἁπλότης στή ζωή, ἡ καταπολέμηση τῶν τριῶν ἄρρωστων «φ» (φιλοδοξία, φιλαργυρία, φιληδονία) διά τῆς ἐγκρατείας, τῆς ὀλιγάρκειας, τῆς ἀφάνειας, τῆς ἀκενοδοξίας, τῆς ἀκτημοσύνης-ὀλιγοκτημοσύνης καί τῆς ἐν Χριστῷ ταπείνωσης-ἀγάπης διώχνει τό ἄγχος, πού τά πάθη αὐτά συσσωρεύουν.
Ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέρων Παΐσιος: «πλοποιεστε τή ζωή σας γιά νά φύγει τό γχος»[2]. Τήν ἁπλοποίηση ἀκολουθεῖ ὁ ἐξαγιασμός τῆς ζωῆς, ὁπότε καί ἐξαφανίζεται ἡ δαιμονική ἐπήρεια πού λέγεται ἄγχος.
«σο πομακρύνονται ο νθρωποι», λέγε πάλι π.Παΐσιος «πό τήν φυσική ζωή, τήν πλή, καί προχωρον στήν πολυτέλεια, τόσο αξάνει καί τό νθρώπινο γχος. Καί σο πομακρύνονται πό τόν Θεό, πόμενο εναι νά μή βρίσκουν πουθενά νάπαυση»[3]. Ἑπομένως πίστη-πλῆρες ἄφημα στό Θεό καί ἁπλότητα-ἐξαγιασμός τῆς ζωῆς καί τῆς ὕπαρξής μας εἶναι τά καλλίτερα ἀντίδοτα στό ἄγχος πού μᾶς ἀπειλεῖ καθημερινά.
Νομίζω ὅτι συμπληρώθηκαν οἱ δύο σελίδες πού μοῦ ζητήσατε…Μᾶλλον τίς ὑπερβήκαμε· γιαυτό ζητῶ συγγνώμη…
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!

Άντον Τσέχωφ: Ο μαγικός καθρέφτης (διήγημα)

Άντον Τσέχωφ: Ο μαγικός καθρέφτης (διήγημα)

Μπήκαμε, με τη γυναίκα μου, στο σαλόνι. Μύριζε υγρασία και αποσύνθεση. Μόλις ανάψαμε τα φώτα, εκατομμύρια ποντίκια και αρουραίοι, που δεν είχαν αντικρίσει το φως για εκατό χρόνια τώρα, πήδηξαν προς όλες τις κατευθύνσεις. Όταν κλείσαμε πίσω μας την πόρτα, δημιουργήθηκε ένα ρεύμα αέρα που ανακίνησε το χαρτομάνι, σωρούς ολόκληρους, στο πάτωμα. Το φως έπεσε πάνω σ’ αυτά τα χαρτιά και είδαμε ανάμεσαά τους παλιά έγγραφα και μεσαιωνικές εικονογραφήσεις. Στους πρασινισμένους από την πολυκαιρία τοίχους κρέμονταν τα πορτρέτα των προγόνων. Οι πρόγονοι κοιτούσαν υπεροπτικά, αυστηρά, σαν να ήθελαν να πουν: «Ε, ρε, μαστίγωμα που σου χρειάζεται, φιλαράκο!»
Τα βήματά μας αντηχούσαν σε όλο το σπίτι. Η ηχώ απαντούσε στο βήχα μου, η ίδια αυτή ηχώ που κάποτε απαντούσε στους προγόνους μου…
Ο άνεμος σφύριζε και αγκομαχούσε. Στην καμινάδα ήταν σαν κάποιος να κλαψουρίζει, και στο κλάμα αυτό ξεχώριζες την απόγνωση. Χοντρές σταγόνες βροχής χτυπούσαν πάνω στα σκοτεινά, θολά παράθυρα, κι ο χτύπος αυτός σε βύθιζε σε μελαγχολία.
«Ω, οι πρόγονοι, οι προγονοί μου!» είπα αναστενάζοντας με νόημα. «Αν ήμουνα συγγραφέας, κοιτάζοντας τα πορτρέτα τους θα έγραφα ένα μακροσκελές μυθιστόρημα. Όλοι αυτοί οι γέροντες ήταν κάποτε νέοι κι ο καθένας τους, ή η καθεμιά τους, είχε και από ένα ρομάντζο… και τι ρομάντζο, μάλιστα! Κοίτα, για παράδειγμα, τούτη εδώ τη γριά, την προγιαγιά μου. Αυτή η άσχημη, δύσμορφη γυναίκα έχει τη δική της, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, ιστορία. Βλέπεις», ρώτησα τη γυναίκα μου, «βλέπεις αυτόν τον καθρέφτη που κρέμεται εκεί στην άκρη;» Της έδειξα προς το μεγάλο καθρέφτη με τη μαυρισμένη ασημένια κορνίζα, που κρεμόταν στη γωνία, δίπλα στο πορτρέτο της προγιαγιάς μου.
«Ο καθρέφτης αυτός διαθέτει μαγικές ιδιότητες. Αυτός σκότωσε την προγιαγιά μου. Για να τον αποκτήσει, πλήρωσε ένα υπέρογκο ποσό και δεν τον αποχωρίστηκε ως το θάνατό της. Κοιταζόταν σ’ αυτόν μέρα νύχτα, αδιάκοπα, κοιταζόταν όταν έτρωγε κι όταν έπινε. Πέφτοντας να κοιμηθεί, τον τοποθετούσε δίπλα της στο κρεβάτι και πεθαίνοντας ζήτησε να τον βάλουν μαζί της στον τάφο. Δεν εκπλήρωσαν την επιθυμία της, μόνο και μόνο γιατί ο καθρέφτης δε χωρούσε στο φέρετρο».
«Ήταν κοκέτα;» ρώτησε η γυναίκα μου.
«Ας πούμε. Αλλά, σάμπως δεν υπήρχαν κι άλλοι καθρέφτες, και μάλιστα πιο ωραίοι; Γιατί αγάπησε αυτόν ειδικά τον καθρέφτη, κι όχι οποιονδήποτε άλλο; Απλώς, εδώ, αγαπητή μου, κρύβεται ένα τρομερό μυστικό. Η παράδοση λέει ότι στον καθρέφτη απεικονίζεται ο διάβολος κι ότι η προγιαγιά μου είχε αδυναμία στους δαίμονες. Φυσικά αυτό είναι ανοησία, όμως, αναμφίβολα, ο καθρέφτης με την ασημένια κορνίζα διαθέτει μυστικές δυνάμεις».
Σκούπισα τη σκόνη από πάνω του, κοίταξα και χαχάνισα. Στο χαχανητό μου απάντησε η ηχώ. Ο καθρέφτης ήταν κοίλος και διαστρέβλωνε το πρόσωπό μου: η μύτη μου βρέθηκε στη θέση του αριστερού μάγουλου, ενώ το πιγούνι μου διπλασιαζόταν και έφευγε κάπου στην άκρη.
«Περίεργο γούστο είχε η προγιαγιά μου!» είπα.
Η γυναίκα μου πλησίασε δειλά στον καθρέφτη, κοίταξε, και τότε συνέβη κάτι τρομερό. Χλόμιασε, άρχισε να τρέμει σύγκορμη και έβγαλε μια δυνατή κραυγή. Το κηροπήγιο της έπεσε από το χέρι, κύλησε στο πάτωμα, και το κερί έσβησε. Μας τύλιξε το σκοτάδι. Την ίδια στιγμή άκουσα να πέφτει κάτι βαρύ: η γυναίκα μου είχε λιποθυμήσει.
Ο άνεμος κλαυθμύριζε ακόμα πιο παραπονιάρικα, ένα γύρο έτρεξαν αρουραίοι, πάνω στα χαρτιά αναδεύτηκαν τα ποντίκια. Οι τρίχες του κεφαλιού μου σηκώθηκαν όρθιες όταν ξεκόλλησε ένα παντζούρι και γκρεμίστηκε κάτω. Από το παράθυρο φάνηκε το φεγγάρι…
Άρπαξα τη γυναίκα μου, τη σήκωσα και τη μετέφερα έξω από τον οίκο των προγόνων μου. Ήρθε στα συγκαλά της μόλις το επόμενο βράδυ.
«Ο καθρέφτης! Δώστε μου τον καθρέφτη!» είπε ανακτώντας τις αισθήσεις της. «Πού είναι ο καθρέφτης;»
Όλη την επόμενη βδομάδα δεν έτρωγε, δεν έπινε, δεν κοιμόταν, μόνο ζητούσε να της φέρουν τον καθρέφτη. Έκλαιγε, τραβούσε τα μαλλιά της κεφαλής της, χτυπιόταν και, τελικά, όταν ο γιατρός δήλωσε ότι μπορεί και να πεθάνει από την εξάντληση κι ότι η κατάστασή της είναι εξαιρετικά επικίνδυνη, κατανικώντας το φόβο μου, κατέβηκα πάλι κάτω και της έφερα τον καθρέφτη της προγιαγιάς. Αντικρίζοντάς τον ξέσπασε σ’ ένα άγριο γέλιο όλο ευτυχία, μετά τον άρπαξε, τον φίλησε και βυθίστηκε μέσα του.
Έχουν περάσει περισσότερα από δέκα χρόνια που κοιτάζεται σ’ αυτόν, δεν τον αποχωρίζεται ούτε στιγμή.
«Μα, εγώ είμαι αυτή;» μουρμουρίζει και στο πρόσωπό της, μαζί με το κοκκίνισμα απλώνεται ευδαιμονία και ενθουσιασμός. «Ναι, εγώ είμαι! Όλοι ψεύδονται εκτός από αυτόν τον καθρέφτη! Ψεύδονται οι άνθρωποι! Ψεύδεται ο άντρας μου! Ω, αν είχα δει τον εαυτό μου νωρίτερα, αν ήξερα ποια είμαι στην πραγματικότητα, δε θα είχα παντρευτεί τον άνθρωπο αυτόν! Δεν είναι άξιος για μένα! Στα πόδια μου οφείλουν να πέφτουν οι πιο όμορφοι, οι πιο ευγενικοί ιππότες…»
Μια φορά, καθώς στεκόμουν πίσω της, κοίταξα τυχαία στον καθρέφτη και… τότε ανακάλυψα το τρομερό μυστικό. Είδα σ’ αυτόν μια γυναίκα εκθαμβωτικής ομορφιάς, που παρόμοιά της δεν είχα αντικρίσει ποτέ στη ζωή μου. Ήταν ένα θαύμα της φύσης, η αρμονία της ομορφιάς, της κομψότητας και του έρωτα. Τι συνέβαινε λοιπόν; Πώς η αδέξια, άσχημη γυναίκα μου φαινόταν τόσο όμορφη στον καθρέφτη; Πώς;
Μα, επειδή ο κοίλος καθρέφτης στρέβλωνε το άσχημο πρόσωπό της, κι από τη στρέβλωση των χαρακτηριστικών του γινόταν, εντελώς τυχαία, πανέμορφο. Μείον στο μείον μας δίνει συν.
Τώρα, καθόμαστε κι οι δυο αντάμα, εγώ κι η γυναίκα μου, μπροστά στον καθρέφτη και κοιτάζουμε σ’ αυτόν, γεμάτοι προσήλωση, τις φάτσες μας: η μύτη η δικιά μου φυτρώνει στο αριστερό μου μάγουλο, το πιγούνι μου διπλασιάζεται και φεύγει κάπου στην άκρη, αλλά το πρόσωπο της γυναίκας μου είναι μαγευτικό. Τότε με καταλαμβάνει ένα δαιμονισμένο πάθος.
«Χα-χα-χα!» γελάω εγώ άγρια.
Κι η γυναίκα μου ψιθυρίζει σιγανά:
«Τι όμορφη που είμαι!»
——————————————————–
πηγή: Συλλογικό έργοΡώσικες χριστουγεννιάτικες ιστορίες, μεταφρ. Ελένη Μπακοπούλου, εκδ. Νάρκισσος, 2003.

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ


 
Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
 ΓΙΑ ΤΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
 

Δεύτερη Συνεδρία της Δ.Ι.Σ. για το μήνα Απρίλιο
Συνήλθε σήμερα Τετάρτη, 14 Απριλίου 2010, στην πρώτη Συνεδρία Της η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πασης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου.

Κατά την σημερινή Συνεδρία :
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος επικύρωσε τα Πρακτικά της προηγουμένης Συνεδρίας.

     Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, ύστερα από διάφορα κείμενα που κατατέθηκαν στην Ιερά Σύνοδο για την μετάφραση των λειτουργικών κειμένων, άκουσε την εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κ. Ανδρέα, που του είχε ανατεθεί από προηγούμενη Συνεδρία, και εν συνεχεία δέχθηκε διευκρινήσεις του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νικοπόλεως και Πρεβέζης κ. Μελετίου για το θέμα αυτό από την πρακτική που γίνεται στην Ιερά Μητρόπολή του.

Ακολούθως έγινε ευρύτατη συζήτηση, κατά την οποία, λόγω της σοβαρότητος του θέματος, τοποθετήθηκαν όλοι οι Αρχιερείς, οι οποίοι εξέφρασαν τις απόψεις τους μέσα από την θεολογική τους γνώση και την ποιμαντική τους αγωνία. Το θέμα αποδεσμεύθηκε από την πρακτική που τηρείται στην Ιερά Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης και αντιμετωπίσθηκε γενικά, από πλευράς θεολογικής, λειτουργικής και ποιμαντικής.
Κοινό σημείο των συζητήσεων ήταν ότι η Ορθόδοξη Λατρεία και δη η θεία Λειτουργία είναι ένας μεγάλος λειτουργικός πλούτος, τον οποίο μας παρέδωσαν οι Άγιοι Πατέρες και όλη η διαχρονική παράδοση, όπως θαυμάζεται από τους ετεροδόξους, σε συνδυασμό με την ποιμαντική προσπάθεια μυήσεως των πιστών στα γινόμενα και τελούμενα της Θείας Λατρείας.

Μετά την ολοκλήρωση των συζητήσεων η Διαρκής Ιερά Σύνοδος κατέληξε στα εξής :
1. Η Λατρεία της Εκκλησίας και μάλιστα η θεία Λειτουργία, αποτελούν το κέντρο της Εκκλησιαστικής ζωής, την καρδιά της Εκκλησίας, γι' αυτό και κάθε προσέγγιση σε αυτήν πρέπει να γίνεται με βαθύτατο σεβασμό. Δεν πρόκειται μόνο για μία λογική κατανόηση, αλλά για μύηση στο «πνεύμα» της, για ένωση των Χριστιανών με τον Χριστό. Γι' αυτό η Διαρκής Ιερά Σύνοδος εμμένει στην παράδοση του γλωσσικού ιδιώματος του παραδεδομένου τρόπου τελέσεως της θείας Λειτουργίας και των Ιερών Μυστηρίων. Οιαδήποτε μετάφραση λειτουργικών κειμένων μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στην ενότητα της Εκκλησίας.
2. Επειδή στην Εκκλησία όλα πρέπει να γίνονται «ευσχημόνως και κατά τάξιν» και τον αρμόδιο λόγο έχει η Ιερά Σύνοδος, γι' αυτό ο Αρχιερεύς που ενδεχομένως έχει έναν ειδικό λόγο αναγνώσεως κάποιων κειμένων σε μετάφραση, θα πρέπει να λαμβάνει άδεια από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο.
3. Το θέμα όμως αυτό θα συνεχισθεί να συζητείται στις αρμόδιες Συνοδικές Επιτροπές, σε Συνέδρια που θα διοργανωθούν για τον σκοπό αυτόν, σε συνεργασία με τις Θεολογικές Σχολές και όταν ωριμάσει η συζήτηση, και κριθεί αναγκαίο, θα εισαχθεί στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία είναι το ανώτατο όργανο διοικήσεως της Εκκλησίας, προκειμένου να αντιμετωπισθεί Συνοδικώς.

Τέλος η Διαρκής Ιερά Σύνοδος συζήτησε και έλαβε αποφάσεις σχετικά με τρέχοντα υπηρεσιακά ζητήματα.

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΙ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΙ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ



Σταμάτησαν σ᾽ ἕνα ξέφωτο νά ξαποστάσουν. Προσπάθησαν νά βροῦν λίγη σκιά, κάτω ἀπό τά ἀραιά φύλλα κάποιων μικρῶν δέντρων. ῾Ο ἥλιος φαινόταν νά τούς εἶχε τσακίσει. ῾Ο ἱδρώτας ἔτρεχε ποτάμι ἀπό τό μέτωπό τους, ἐνῶ οἱ μανδύες τους κολλοῦσαν πάνω στά κουρασμένα κορμιά τους. Καί οἱ τρεῖς ἔκαναν τήν ἴδια κίνηση: ἔβγαλαν γρήγορα τό φλασκί ἀπό τό ταγάρι τους καί τό σήκωσαν στά διψασμένα χείλη τους. ᾽Ανασήκωσαν λίγο ἀπό τό κεφάλι τους καί τόν μαῦρο σκοῦφο τους.
῾Δόξα Σοι, ὁ Θεός᾽, ἀκούστηκε ψιθυριστή ἡ φωνή τους.
῾Σέ λίγο φτάνουμε στόν προορισμό μας᾽, εἶπε μέ ἀνακούφιση ὁ μεγαλύτερος, ὁ π. ᾽Αββακούμ, ἕνας λιοκαμένος καλόγερος μεσαίου ἀναστήματος πού τώρα ἔπαιρναν τά γένια του λίγο ν᾽ ἀσπρίζουν.
῾᾽Ελπίζουμε νά βροῦμε καί πάλι τόν Γέροντα, ὅπως καί πέρσι᾽, συμπλήρωσε ὁ νεώτερος, ὁ π. ᾽Ιωάννης, ψηλός καί ἀρκετά ἀδύνατος αὐτός, μέ ἀραιά λεπτά μαῦρα γένια.
῾῾Ο Γέροντας δέν φεύγει ἀπό τήν καλύβη του ποτέ, ἐκτός κι ἄν συντρέξει πολύ μεγάλη ἀνάγκη᾽, πῆρε τόν λόγο ὁ τρίτος, ὁ π. Βαρνάβας, ὁ πιό εὔσωμος ἀπό τούς ἄλλους καστανογένης καλόγερος, μέ ρόζους στά χέρια ἀπό τίς πολλές χειρωνακτικές ἐργασίες.
῾Νά, σάν τήν περίπτωση πρίν λίγα χρόνια, πού ἔμαθε γιά τούς χριστιανούς πού διώκονταν λόγω τῆς πίστης τους στήν ᾽Αλεξάνδρεια. ῎Ενιωσε τήν ἀνάγκη, εἶπε, νά πάει νά τούς δεῖ, νά τούς παρασταθεῖ, νά προσευχηθεῖ γιά τήν καλή ὁμολογία τους. Κι ἀκόμη νά τούς ἐνισχύσει μέ τήν δική του παρουσία. ῞Ολοι δά ξέρουν τήν μεγάλη φήμη του ὡς ἁγίου. Καί μόνο ἡ ἐμφάνισή του στήν δίκη τους – ἄς τήν ποῦμε δίκη βέβαια – ἔκανε τούς ὑποψήφιους μάρτυρες νά πάρουν μεγάλο θάρρος. ῎Ακουσα μάλιστα ὅτι καί ὁ ἴδιος ὁ κριτής σάν νά φοβήθηκε πού τόν εἶδε μπροστά του. Θά ἐπέτρεψε φαίνεται ὁ Κύριός μας τό φῶς τῆς ἁγιότητάς του νά τό δεῖ κι ἐκεῖνος. Σάν φωτιά πού κατακαίει βεβαίως᾽, ἔσπευσε ἀμέσως νά συμπληρώσει.
῎Επεσε σιωπή γιά λίγο. ῾Η ἀνάσα τους ὅλο καί γινόταν καί πιό ἥσυχη καί κανονική. ῾Η ἀνάπαυση καί τό νερό ἀνανέωναν τίς δυνάμεις τους. Βυθίστηκε ὁ καθένας στίς σκέψεις του.
῏Ηταν γνωστοί μεταξύ τους. ᾽Ασκήτευαν καί οἱ τρεῖς σέ κοντινές ἀποστάσεις, ἀλλά ἐκεῖνο πού τούς ἕνωσε περισσότερο ἦταν ὅταν πρίν μερικά χρόνια ἀποφάσισαν νά πᾶνε νά ἐπισκεφτοῦν μαζί τόν μεγάλο Γέροντα, τόν ᾽Αντώνιο.  ῾Ο καθένας εἶχε τούς δικούς του ξεχωριστούς λόγους, ἀλλά καί οἱ τρεῖς ἑνώνονταν κάτω ἀπό τόν κοινό παρανομαστή: ἡ χάρη τοῦ ἁγίου νά τούς καθοδηγήσει στά δύσκολα μονοπάτια τῆς ζωῆς πού εἶχαν διαλέξει νά ἀκολουθήσουν.
 Εἶχαν ξεκινήσει μέ ἐνθουσιασμό. Κάποιοι λιγοστοί ἀσκητές στά περίχωρα τῶν χωριῶν τους τούς γοήτευσαν στήν ἐπιλογή τῆς ἀφιερωμένης ζωῆς. ῎Εβλεπαν ἔντονα τήν διαφορά πού εἶχαν αὐτοί ἀπό τούς ἄλλους χριστιανούς τοῦ κόσμου. Οἱ κοσμικοί χριστιανοί μέ τούς ὁποίους ζοῦσαν, ὅπως ἄλλωστε καί οἱ ἴδιοι, χριστιανοί ἦταν βεβαίως, ἀλλά σάν νά τούς ἔλειπε κάτι: δέν ὑπῆρχε ἐκείνη ἡ μυστική χαρά πού φαίνεται νά βγαίνει μέσα ἀπό τήν καρδιά, γιά τήν ὁποία διάβαζαν στά εὐαγγέλια καί τίς ἐπιστολές τῶν ἀποστόλων. Στούς πολλούς ἦταν ἔντονη ἡ στροφή στά πράγματα τοῦ κόσμου. Οἱ δουλειές τους τούς ἀπορροφοῦσαν. Τά προβλήματα τῆς οἰκογένειάς τους τούς κατέβαλλαν. Μιά μελαγχολία καί μιά κατήφεια γυρόφερνε τήν μίζερη ζωή τους. Κι ὅταν συνάντησαν αὐτούς τούς ἀσκητές, πού ἀπομακρύνθηκαν ἀπ᾽ τούς ἄλλους σάν μιά ἀντίδραση στόν ἀποχρωματισμένο χριστιανισμό τους, κι εἶδαν τήν χαρά πού ἀνέβλυζε ἀπό τά μάτια τους, ἔνιωσαν σάν νά τούς καλοῦσε ὁ Θεός νά γίνουν σάν κι αὐτούς. Ναί, ποθοῦσαν μιά ζωή ἀφιερωμένη στόν Κύριο.
Τό ἔκαναν, ἀλλά μετά ἀπό κάποιο διάστημα ἄρχισαν τά προβλήματα. Λογισμοί ἄρχισαν νά τούς τυραννοῦν μέ ἀποτέλεσμα νά τούς ὁδηγοῦν σέ σύγχυση. Τό ξεκάθαρο προηγουμένως τοπίο γινόταν τώρα θολό μέσα στήν ψυχή τους. ῾Η ἀπελπισία ἄρχισε νά ἐμφανίζεται δειλά στήν ἀρχή, πιό ἔντονα ἔπειτα, στήν ζωή τους, χωρίς νά ξέρουν ἀκριβῶς τί γίνεται. ῾Η ἀπειρία στήν πνευματική ζωή ἔδειχνε φανερά τά σημάδια της. Κατέφυγαν γι᾽ αὐτό στούς ἀσκητές τῆς περιοχῆς τους. ᾽Αλλά οἱ ἀπαντήσεις τους δέν γέμισαν τήν καρδιά. Δέν τούς πληροφόρησαν ὅσο ἤθελαν. Τότε ἦταν πού σκέφτηκαν τόν μεγάλο ἅγιο. ῾Ο ἀββᾶς ᾽Αντώνιος φάνταζε σάν ἡ μόνη λύση. ῾Θεοφιλή᾽ τόν ὀνόμαζαν ὅλοι. ῏Ηταν βεβαιωμένο ὅτι αὐτός ἤξερε τά μυστικά τῆς καρδιᾶς, καί μάλιστα δοσμένα ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό. Καί τό ἀποφάσισαν. ῾Ετοιμάστηκαν νά πᾶνε νά τόν δοῦν, νά τόν συναντήσουν, νά τόν ρωτήσουν. Καί τό ἔκαναν μιά φορά, δυό φορές, τρεῖς φορές. Γιατί στόν ἅγιο βρῆκαν αὐτό πού ἔψαχναν: ὁ ἀββᾶς ᾽Αντώνιος τούς ἔδινε κάθε φορά ὅ,τι  διψοῦσε ἡ καρδιά τους. Καί τό συγκλονιστικότερο: χωρίς κάποιες φορές κἄν νά τόν ρωτήσουν. ῾Ο φωτισμένος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νοῦς του διέβλεπε τά μύχια τῆς ψυχῆς τους.
Κάθε φορά ὅμως ρωτοῦσαν οἱ δύο μεγαλύτεροι. ῾Ο π. ᾽Αββακούμ καί ὁ π. Βαρνάβας. Αὐτοί, ἴσως λόγω καί τοῦ μεγαλύτερου θάρρους ἀπό τήν ἡλικία τους ἔθεταν τά ζητήματα τῆς πνευματικῆς ζωῆς τους. Τό τί τούς ἀπασχολοῦσε κάθε φορά μέ τούς λογισμούς τους. Τούς πειρασμούς πού ἀντιμετώπιζαν ἀπό τίς δαιμονικές ἐπιθέσεις. Τίς τρικλοποδιές πού τούς ἔβαζε ὁ πονηρός μέ τά ἐκ δεξιῶν ὅπλα. ῾Ο νεώτερος, ὁ π. ᾽Ιωάννης, ἄκουγε καί δέν ρωτοῦσε τίποτε. ῾Ο μεγάλος ἀββάς τό ἔβλεπε ἀλλά δέν ἔλεγε τίποτε. Ποτέ δέν στράφηκε στόν ᾽Ιωάννη νά τοῦ κάνει κάποια παρατήρηση. Νά ρωτήσει ἐκεῖνος γι᾽ αὐτόν.
Φέτος λοιπόν ἦταν ἡ τέταρτη φορά τῆς ἐπίσκεψής τους. Οἱ λογισμοί καί τά προβλήματα εἶχαν καί πάλι σωρευτεῖ. ῾Ο ἅγιος ἦταν ἡ λύση καί ἡ παρηγοριά τους.
῾Μήπως πρέπει νά φεύγουμε;᾽ ρώτησε σεμνά καί μέ συστολή ὁ ᾽Ιωάννης. ῾῎Αν ἀργήσουμε θά μᾶς πάρει τό βράδυ καί θά κινδυνέψουμε᾽.
Σηκώθηκαν. Μάζεψαν τά πράγματά τους πού τά εἶχαν ἀφήσει παράμερα καί μέ ζωντάνια κατευθύνθηκαν στόν προορισμό τους.
Κάποτε ἔφτασαν. ῾Ο ᾽Αντώνιος σάν νά τούς περίμενε καί ἦταν ἔξω ἀπό τό καλύβι του.
῾Καλῶς τούς ἅγιους πατέρες᾽, φώναξε εὐδιάθετα. ῾Εἴχατε καλή πορεία;᾽
῾Μέ τίς εὐχές σου, δόξα τῷ Θεῷ᾽, εἶπε ὁ π. ᾽Αββακούμ. ῾Γέροντα, παρακαλούσαμε τόν Κύριο νά σέ  βροῦμε ἐδῶ καί ὑγιῆ᾽, ξανάπε. ῾Σοῦ φέραμε καί κάποια παξιμάδια καί χορταρικά, ἀπό αὐτά πού τρῶς᾽.
῾Εὐλογημένο τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ᾽, εἶπε ὁ ἅγιος. ῾Καλοδεχούμενα, ἀφοῦ εἶναι προσφορά τῆς ἀγάπης καί τῆς καρδιᾶς σας. Νά᾽ στε εὐλογημένοι κι ἐσεῖς᾽.

Τούς ὑποδέχτηκε ὁ ἅγιος καί τούς φίλεψε ὅ,τι εἶχε στό φτωχό καλύβι του. ᾽Αφοῦ λίγο ξεκουράστηκαν ἦρθε κατευθεῖαν στό θέμα: ῾Τί εἶναι αὐτό πού σᾶς ἀπασχολεῖ αὐτήν τήν φορά, ἀδελφοί μου; Γιατί καί πάλι ὑποβληθήκατε σ᾽ αὐτόν τόν μεγάλο κόπο, νά ἐπισκεφθεῖτε τόν ἀχρεῖο δοῦλο τοῦ Θεοῦ ᾽Αντώνιο;᾽

῾᾽Αββᾶ, σέ εὐχαριστοῦμε γιά τήν ἀγάπη σου᾽, πῆρε τόν λόγο ὁ π. Βαρνάβας. ῾Κάθε φορά ὁ λόγος σου χύνεται σάν βάλσαμο στίς ψυχές μας καί φεύγουμε μέ μεγάλη παρηγοριά καί δύναμη. Νιώθουμε ἀπό τήν ἄλλη ὅτι οἱ προσευχές σου μᾶς συνοδεύουν ὅλη τήν χρονιά καί μᾶς ἀνοίγουν δρόμο ἐκεῖ πού ἄλλοτε ἤμασταν στό σκοτάδι. Μά, αὐτήν τήν φορά θέλω νά σέ ρωτήσω γιά κάτι πού μέ ταλαιπωρεῖ καί δέν μέ ἀφήνει νά ἡσυχάσω ὁλάκερες βραδιές. Σάν νά ἔχει κολλήσει ἡ σκέψη μου σ᾽ αὐτό καί μοῦ δημιουργεῖ μεγάλη ἀναταραχή᾽.
῾Γιά τί πράγμα πρόκειται;᾽ ρώτησε μέ μεγάλο ἐνδιαφέρον ὁ ᾽Αντώνιος καί τά μαῦρα μάτια του γεμάτα ἀπό ἀγάπη κοίταξαν ἴσια στά μάτια τοῦ π. Βαρνάβα.
῾Γέροντα, πῶς νά τό πῶ; Διαβάζω στόν λόγο τοῦ Θεοῦ γιά τά πονηρά πνεύματα πού μᾶς πολεμοῦν, ἐνῶ βλέπω τήν δική μου καθημερινά ἀδυναμία. Πῶς, πατέρα μου, θά μπορέσω νά ἀντιμετωπίσω τόν διάβολο καί τά ὄργανά του; Μέ πιάνει μιά λιποψυχία καί ἔχω ἀρχίσει νά πιστεύω ὅτι δέν θά μπορέσω νά περάσω ἀπό τά τελώνια, ὅταν θά φεύγει ἡ ψυχή μου ἀπό τό ρυπαρό σῶμα μου. ῾Η κόλαση μοῦ ἔχει γίνει ἐφιάλτης. Νιώθω ἤδη ὅτι βρίσκομαι ἐκεῖ καί βασανίζομαι χωρίς ἐπιστροφή καί διέξοδο. Γέροντα, εἶμαι φοβισμένος καί ἀπελπισμένος᾽. Σταμάτησε ὁ καλόγερος καί δάκρυα ἄρχισαν νά αὐλακώνουν τό πρόσωπό του, πού εἶχε γείρει κατάκοπο πρός τά κάτω.

Σάν φωνή ἀπό τόν οὐρανό ἀκούστηκε μετά ἀπό λίγο ἡ φωνή τοῦ ἁγίου: ῾Μήν ἀνησυχεῖς, παιδί μου. ῾Ο πειρασμός τοῦ πονηροῦ σοῦ δημιουργεῖ ὅλη αὐτήν τήν κατάσταση. Γιατί αὐτό μόνο μπορεῖ νά κάνει ὁ τρισκατάρατος: νά δημιουργεῖ φόβο. ῾Ο φόβος εἶναι τό κλίμα καί ἡ ἀτμόσφαιρά του. Καταβάλλεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό αὐτόν, χάνει τήν ἀνδρειοσύνη του, εἶναι ἕτοιμος νά ὑποταχτεῖ. Τό ἴδιο δέν συμβαίνει καί στά ἀνθρώπινα; Τί κάνει ἕνας ἐχθρός γιά νά ὑποτάξει τόν ἀντίπαλο; Προσπαθεῖ νά τοῦ δημιουργήσει φόβο. Νά τόν κάνει νά πιστέψει ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι μεγαλύτερος καί ἰσχυρότερος ἀπό αὐτόν. ῎Αν τοῦ δημιουργήσει κλίμα ἡττοπάθειας, ἤδη τόν ἔχει στό χέρι. ῾Η ὑποδούλωσή του εἶναι θέμα μικροῦ χρόνου. Αὐτή λοιπόν εἶναι καί ἡ τακτική τοῦ διαβόλου. Νά δημιουργήσει φόβο στήν ψυχή. Κι ὅταν δεῖ τόν φόβο σ᾽ αὐτήν, τότε εἶναι εὔκολο νά τήν ὁδηγήσει στά νύχια του.

᾽Εκτός ὅμως ἀπό φόβο δέν μπορεῖ νά προκαλέσει κάτι ἄλλο στόν ἄνθρωπο ὁ διάβολος. Γιατί δέν ἔχει τήν ἐξουσία. Καί μάλιστα σ᾽ ἐμᾶς τούς βαπτισμένους χριστιανούς. Μή ξεχνᾶς, ἀδελφέ μου, ὅτι ὁ διάβολος εἶναι ἕνας ἡττημένος, ἀφότου ἦλθε ὁ Χριστός μας. ῾Ο Χριστός τόν κατήργησε καί τόν ἐξαφάνισε. ῎Αν ἐξακολουθεῖ καί ὑπάρχει καί δρᾶ, εἶναι γιατί ᾽Εκεῖνος τόν ἀφήνει καί τόν ἀξιοποιεῖ γιά τό λυτρωτικό Του ἔργο. Ποτέ δηλαδή ὁ Θεός δέν καταστρέφει τά δημιουργήματά Του, ἔστω κι ἄν πρόκειται γιά τόν διάβολο, καί ποτέ βεβαίως δέν μᾶς ἀφήνει ἀπροστάτευτους. Λοιπόν, ὁ διάβολος δέν εἶναι ἀνεξέλεγκτος. ῞Ο,τι δράση παρουσιάζει εἶναι ἡ δράση πού τοῦ ἐπιτρέπει ὁ Κύριος, κι αὐτό γιά τό καλό μας. ῎Αν ἦταν στήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου θά μᾶς εἶχε ἀφανίσει ὅλους, ὡς ἀνθρωποκτόνος ἀπαρχῆς. ᾽Αλλά δέν ἔχει, εἴπαμε, τήν ἐξουσία.

Εἶπα, ὅμως, ὅτι δέν ἔχει ἐξουσία ἰδίως σέ ἐμᾶς τούς βαπτισμένους. Καί ἐδῶ θέλω, ἀδελφοί μου᾽, στράφηκε καί στούς ἄλλους ὁ ἅγιος Γέροντας, ῾νά προσέξετε ἰδιαιτέρως. Γιατί ἄν καταλάβουμε αὐτό πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός μέ τό ἅγιο βάπτισμά μας, θά δοῦμε ὅτι ἔχουμε τήν λύση ὅλων τῶν πνευματικῶν προβλημάτων μας στά χέρια μας. Θέλω νά πῶ᾽, ἀνασηκώθηκε λίγο ὁ Γέροντας καί ἄλλαξε λίγο στάση, ῾ὅτι μέ τό βάπτισμα γίναμε μέλη τοῦ Χριστοῦ. Κλαδιά στό δέντρο πού εἶναι ᾽Εκεῖνος. Ναός τοῦ ῾Αγίου Πνεύματός Του. ῾Η σχέση μας δηλαδή μέ τόν Χριστό εἶναι μιά σχέση ἄμεση καί οὐσιαστική. Εἴμαστε, θά λέγαμε, ἡ προέκτασή Του. Δέν εἶναι ἄλλο πιά ὁ Χριστός καί ἄλλο ἐμεῖς. Εἴδατε πῶς ὁ μεγάλος ἀπόστολος Παῦλος τό λέει; Τό σῶμα μας εἶναι ναός τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καί γι᾽ αὐτό δέν ἀνήκουμε στόν ἑαυτό μας, ἀλλά στόν Θεό. Δέν ζῶ ἐγώ, σημειώνει ἀλλοῦ, ἀλλά ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός.

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ λογισμός μας δέν πρέπει νά ἀποπροσανατολίζεται σέ λογισμούς τοῦ πονηροῦ. ῾Ο λογισμός μας πρέπει νά δένεται, νά εἶναι κολλημένος πράγματι, στήν ἀλήθεια πού ἀποκάλυψε γιά ἐμᾶς ὁ ῎Ιδιος: Τοῦ ἀνήκουμε καί εἴμαστε κομμάτι Του. Ποῦ νά σταθεῖ λοιπόν ὁ φόβος καί ἡ ἀπελπισία; Ποῦ νά ἀφεθοῦμε ἔτσι στήν κυριαρχία τῆς κόλασης ὡς ζωῆς πού μᾶς περιμένει; Τό μυαλό καί ἡ καρδιά μας στόν Χριστό καί μόνο σ᾽ Αὐτόν. Αὐτή εἶναι ἡ λύση καί ἡ διέξοδος σέ ὅλα. Καί τότε, κατά πόσο σκεφτόμαστε καί ἀγαπᾶμε τόν Κύριο καί κατά πόσο φανερώνουμε αὐτήν τήν ἀγάπη μας ἀπέναντι στόν συνάνθρωπό μας πού εἶναι μιά ἄλλη παρουσία δική Του, ἀρχίζουμε καί αἰσθανόμαστε σέ ὅλη τήν ὕπαρξή μας τήν χάρη Του, καί στήν ψυχή καί στό σῶμα μας. Τό μυστικό λοιπόν τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι νά εἴμαστε στραμμένοι πάντοτε μέ ἀγάπη πρός τόν Κύριο. Νά νιώθουμε τήν δωρεά πού μᾶς ἔκανε μέ τό βάπτισμά μας. Γι᾽ αὐτό καί μᾶς τρέφει ἔπειτα καί μέ τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του᾽.
Εἶπε ὁ Γέροντας καί σκούπισε τά μάτια του πού εἶχαν πλημμυρίσει ἀπό δάκρυα ἀγάπης καί εὐγνωμοσύνης πρός τόν Κύριο.
῾Γέροντα, παρόμοιες σκέψεις ταλαιπωροῦν καί ἐμένα᾽, ψιθύρισε μέ συστολή καί βαθύ σεβασμό καί ὁ π. ᾽Αββακούμ. ῾Μέ τά λεγόμενά σου πῆρα ἀπάντηση καί στούς δικούς μου ταραγμένους λογισμούς καί προβληματισμούς. Καταλαβαίνω ὅτι πράγματι εἶναι πειρασμός τοῦ Πονηροῦ νά μήν μένουμε στήν βασική ἐντολή τοῦ Θεοῦ μας, δηλαδή νά Τόν ἀγαπᾶμε μέ ὅλη τήν καρδιά καί τήν ψυχή μας, ὅπως τό ἴδιο καί τόν συνάνθρωπό μας. Τώρα συνειδητοποιῶ ὅτι δίνοντας ὤθηση στήν σκέψη καί τήν καρδιά μου νά βρίσκομαι ἐκεῖ πού εἶναι ἡ ἐντολή Του, δέν ὑπάρχουν περιθώρια γιά ἄλλους λογισμούς πειρασμικούς. Γέροντα, σέ εὐχαριστῶ καί σέ παρακαλῶ νά συνεχίσεις νά προσεύχεσαι γιά ἐμᾶς. Εἴμαστε τόσο ἀδύναμοι᾽, ἀναστέναξε μέ πόνο.
῾Ο νεώτερος καλόγερος, ὁ π. ᾽Ιωάννης, δέν ἔλεγε καί πάλι τίποτε. Φαινόταν κατανυγμένος κι ἦταν ἀλλοιωμένη ἡ ὄψη του, σάν νά ἀντίκρυζε ἕνα ὑπερκόσμιο φῶς. Τό βλέμμα του κοιτοῦσε πότε στό χῶμα, ἐκεῖ πού καθόταν, καί πότε τό ὕψωνε μέ λαχτάρα στό πρόσωπο τοῦ ᾽Αντωνίου. Τό στόμα του ὅμως τό κρατοῦσε κλειστό.
῾Ο ἅγιος δέν ἄντεξε αὐτήν τήν φορά. ῾Παιδί μου᾽, τοῦ εἶπε, ῾οἱ ἄλλοι ὅλα τά προηγούμενα χρόνια, ὅπως καί φέτος, ἔρχονται καί κάθε φορά κάτι μέ ρωτᾶνε. ᾽Εσύ ἔρχεσαι καί ποτέ δέν μοῦ θέτεις κάποιον προβληματισμό σου. Δέν θέλεις κάτι νά μέ ρωτήσεις; Κάνεις πού κάνεις τόν κόπο, γιατί δέν ἐκμεταλλεύεσαι τήν εὐκαιρία; Δέν εἶναι κόπος γιά ἐμένα νά ἀπαντῶ σέ ὅ,τι ταλαιπωρεῖ τόν ἀδελφό μου. Γιά μένα, ὁ καθένας ἀπό ἐσᾶς εἶναι καί ἕνας Χριστός.  ῞Οπως τό εἴπαμε καί προηγουμένως γιά τό βάπτισμά μας. Τό ἀναφέρει ὅμως καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἤδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη: Εἶδες τόν ἀδελφό σου, εἶδες Κύριον τόν Θεόν σου. Μή φοβᾶσαι λοιπόν ὅτι θά μέ κουράσεις. Χαρά μου εἶναι ἡ βοήθεια, ὅταν μπορῶ νά τήν προσφέρω. Πές λοιπόν καί σύ τόν προβληματισμό σου᾽.
῾᾽Αββᾶ᾽, ψιθύρισε ὁ π. ᾽Ιωάννης. ῾Βεβαίως ἔχω καί ἐγώ  λογισμούς μέ τούς ὁποίους παλεύω. Βεβαίως ἀντιμετωπίζω κινδύνους στήν πνευματική μου ζωή. ᾽Αλλά ἀπό τήν μιά ἔχω τούς καλούς ἐδῶ ἀδελφούς μου, οἱ ὁποῖοι μέ τά δικά τους ἐρωτήματα ἐκφράζουν καί τούς δικούς μου προβληματισμούς, ὁπότε οἱ ἀπαντήσεις πού παίρνουν ἰσχύουν καί γιά ἐμένα. ᾽Αλλά ἀπό τήν ἄλλη…᾽. Κοντοστάθηκε ὁ καλόγερος. ῾᾽Από τήν ἄλλη…᾽ ξανάπε, χωρίς νά ὁλοκληρώσει.
῾᾽Από τήν ἄλλη;᾽ ρώτησε ὁ μέγας ῞Ηλιος καί τό βλέμμα του καί πάλι σάν ἀκτίνα ἱλαροῦ φωτός χάϊδεψε τό ταπεινό πλάσμα τοῦ Θεοῦ.
῾᾽Από τήν ἄλλη, ἀρκεῖ μοι τό βλέπειν σε, Πάτερ. Μοῦ ἀρκεῖ νά σέ βλέπω, Πατέρα. Μέ μόνη τήν θωριά σου σβήνονται ὅλες οἱ ἀπορίες μου καί οἱ προβληματισμοί μου. Σάν νά βλέπω τόν ἴδιο τόν Θεό καί τήν ἀγάπη Του. Καί νιώθω ὅτι δέν ὑπάρχουν πιά ἐρωτήματα. Μπροστά σου τά καταλαβαίνω ὅλα᾽.
῞Εν᾽ ἀεράκι φάνηκε νά φυσάει ἁπαλά ἐκείνη τήν ὥρα καί μιά γλυκιά αὔρα δροσιᾶς τύλιξε τούς πνευματοφόρους συνομιλητές, φέρνοντας μιάν ἀπόκοσμη εὐωδία σάν ἀπό πανάκριβο μύρο. ῎Αν κανείς τούς ἔβλεπε ἀπό κάποια ἀπόσταση, θά ἔβλεπε ὅτι καί οἱ τρεῖς μέ τόν μεγάλο ἀββᾶ ἀνάμεσά τους ἦταν μέσα σ᾽ ἕνα γαλαζόλευκο φῶς πού ὅμοιό του στήν γῆ δέν μπορεῖ κανείς νά ἀντικρύσει. 


(Πηγή: Τό Γεροντικό)

Άγιος Μάρκος ο Ασκητής: Τα 200 κεφάλαια περί του πνευματικού νόμου (Φιλοκαλία)

Άγιος Μάρκος ο Ασκητής: Τα 200 κεφάλαια περί του πνευματικού νόμου (Φιλοκαλία)

 
1. Επειδή πολλές φορές θελήσατε να μάθετε πώς ο νόμος είναι πνευματικός(1) κατά τον Απόστολο, και τι πρέπει να γνωρίζουν και να κάνουν εκείνοι που θέλουν να τον φυλάξουν, πάνω σ αυτό το ζήτημα θα σας πω κατά τη δύναμή μου.
2. Πρώτα-πρώτα γνωρίζομε ότι ο Θεός είναι αρχή κάθε καλού και μεσότητα και τέλος. Το καλό δεν είναι δυνατό να πράττεται ή να πιστεύεται, παρά μόνο με την ένωση με τον Ιησού Χριστό και με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος.
3. Κάθε αγαθό, κατ΄ οικονομίαν έχει χαριστεί στους ανθρώπους. Κι εκείνος που πιστεύει έτσι δεν θα το χάσει ποτέ.
4. Η βέβαιη πίστη είναι ένας πύργος. Ο Χριστός γίνεται τα πάντα στον πιστεύοντα.
5. Σε κάθε προσπάθειά σου, βάλε αρχή τον Θεό που είναι η αρχή κάθε αγαθού, για να γίνει κατά Θεόν εκείνο που αποφάσισες να κάνεις.
6. Όποιος έχει ταπεινοφροσύνη και εργασία πνευματική, όσα διαβάζει στις θείες Γραφές, όλα θα τα εννοήσει για τον εαυτό του και όχι για άλλον.
7. Να παρακαλείς το Θεό να ανοίξει τα μάτια της ψυχής σου, για να δεις την ωφέλεια της προσευχής και της μελέτης εκείνης που εφαρμόζεται στην πράξη.
8. Εκείνος που έχει κάποιο πνευματικό χάρισμα και συμπαθεί εκείνους που δεν έχουν, με τη συμπάθεια φυλάγει το χάρισμα. Ο αλαζόνας και υπερήφανος θα το χάσει από τους αλαζονικούς λογισμούς του.
9. Το στόμα του ταπεινόφρονα λέει την αλήθεια. Εκείνος που αντιλέγει στην αλήθεια είναι όμοιος με τον υπηρέτη εκείνον που ράπισε τον Κύριο στο πρόσωπο(2).
10. Μη γίνεις μαθητής εκείνου που επαινεί τον εαυτό του, για να μη μάθεις υπερηφάνεια αντί ταπείνωση.
11. Μην υψηλοφρονήσεις επειδή εννοείς τις Γραφές, για να μην περιπέσεις στο πνεύμα της βλασφημίας.
12. Μην προσπαθείς να λύσεις κάποιο δύσκολο πρόβλημα με φιλονεικία, αλλά με τα μέσα που επιβάλλει ο πνευματικός νόμος, δηλαδή με την υπομονή, την προσευχή και την απλότητα της ελπίδας.
13. Εκείνος που προσεύχεται σωματικά χωρίς να έχει ακόμη γνώση πνευματική, είναι τυφλός που φωνάζει: «Υιέ Δαβίδ ελέησόν με»(3).
14. Ο άλλοτε τυφλός όταν θεραπεύτηκε η τύφλωσή του και είδε τον Κύριο, δεν τον αποκάλεσε πλεόν υιό του Δαβίδ, αλλά αφού Τον ομολόγησε «Υιό Θεού»(4), Τον προσκύνησε.
15. Μην υπερηφανευτείς αν χύνεις δάκρυα στην προσευχή σου. Είναι ο Χριστός που άγγιξε τα μάτια σου και θεράπευσε την τύφλωση του νου σου.
16. Εκείνος που μιμήθηκε τον τυφλό και έβγαλε το ρούχο του και πλησίασε τον Κύριο(5), έγινε ακόλουθός Του και κήρυκας των τελειοτέρων δογμάτων.
17. Η κακία, όταν την μελετά κανείς με την σκέψη του, αποθρασύνει την καρδιά. Εκείνος που σκοτώνει την κακία με την εγκράτεια και την ελπίδα, δίνει στην καρδιά του συντριβή.
18. Υπάρχει συντριβή καρδιάς ήρεμη και ωφέλιμη που φέρνει κατάνυξη σ’ αυτή. Και υπάρχει και άλλη συντριβή ανώμαλη και επιβλαβής, που πληγώνει την καρδιά.
19. Αγρυπνία και προσευχή και υπομονή των θλιβερών, φέρουν συντριβή ασφαλή και ωφέλιμη στην καρδιά, αρκεί να μην διαλύσομε την ισορροπία των τριών αυτών με την πλεονεξία. Εκείνος που υπομένει σ’ αυτά, θα λάβει βοήθεια και στα άλλα. Εκείνος όμως που τα αμελεί και διασκορπίζεται εδώ κι εκεί, θα νιώσει ανυπόφορη οδύνη κατά την ώρα του θανάτου.
20. Η καρδιά που αγαπά τις ηδονές γίνεται φυλακή και αλυσίδα στην ψυχή κατά την ώρα του θανάτου. Ενώ η φιλόπονη καρδιά είναι πόρτα ανοιχτή.
21. Σιδερένια πόρτα που οδηγεί στην πόλη είναι η σκληρή καρδιά. Σ’ εκείνον όμως που κακοπαθεί και είναι θλιμμένος, ανοίγεται από μόνη της, όπως και στον Πέτρο(6).
22. Πολλοί είναι οι τρόποι της προσευχής και διαφέρει ο ένας από τον άλλον. Αλλά κανένας τρόπος προσευχής δεν είναι επιβλαβής, εκτός αν δεν είναι προσευχή, αλλά σατανική εργασία.
23. Κάποιος άνθρωπος θέλησε να κάνει κακό, αλλά από συνήθεια προσευχήθηκε προηγουμένως. Και κατ’ οικονομία Θεού εμποδίστηκε και ύστερα πολύ ευχαρίστησε τον Θεό.
24. Ο Δαβίδ θέλοντας να φονεύσει τον Νάβαλ τον Καρμήλιο θυμήθηκε την θεία ανταπόδοση και παραιτήθηκε από τον σκοπό του. Ευχαρίστησε πολύ το Θεό γι’ αυτό(7). Γνωρίζομε πάλι τι έκανε όταν λησμόνησε τον Θεό, και δε σταματούσε την αμαρτία, μέχρις ότου ο προφήτης Νάθαν τον έφερε στην μνήμη του Θεού(8).
25. Όταν θυμάσαι το Θεό, πολλαπλασίασε τη δέησή σου, για να σου θυμίσει ο Κύριος όταν Τον λησμονήσεις.
26. Όταν διαβάζεις τις θείες Γραφές, να εννοείς τα κρυμμένα σ’ αυτές νοήματα. Γιατί όσα γράφτηκαν στο παρελθόν, όλα έχουν γραφτεί για διδασκαλία μας(9).
27. Η Γραφή ονομάζει την πίστη «υπόσταση όσων ελπίζομε»(10) και εκείνους που δεν αισθάνονται ότι ο Χριστός είναι μέσα τους, τους ονομάζει «αδόκιμους»(11), δηλαδή άξιους αποδοκιμασίας.
28. Όπως με τα έργα και τα λόγια φανερώνεται ο στοχασμός, έτσι με τις ευεργεσίες του Θεού που δέχεται η καρδιά, φανερώνεται η μελλοντική ανταπόδοση.
29. Η καρδιά που οικτίρει τους άλλους, θα οικτιρηθεί. Είναι φανερό και το αντίθετο.
30. Ο νόμος της ελευθερίας (δηλ. του Ευαγγελίου) διδάσκει όλη την αλήθεια. Και οι πολλοί τον διαβάζουν μόνο για να λάβουν μια γνώση του. Λίγοι όμως τον εννοούν, ανάλογα με την εκτέλεση των εντολών.
31. Μη ζητάς την τελειότητα αυτού του νόμου σε ανθρώπινες αρετές, γιατί τέλειος σ’ αυτές δεν υπάρχει. Η τελειότητά του είναι κρυμμένη στο Σταυρό του Χριστού.
32. Ο νόμος της ελευθερίας, με την αληθινή γνώση διαβάζεται, με την εργασία των εντολών γίνεται αντιληπτός, η πλήρωσή του όμως γίνεται με τους οικτιρμούς του Χριστού.
33. Όταν βιάσομε τον εαυτό μας να κατορθώσομε όλες τις εντολές του Θεού, τότε θα εννοήσομε ότι ο νόμος του Κυρίου είναι αψεγάδιαστος(12), κι ότι εμείς τον εκτελούμε με τα αγαθά μας έργα, χωρίς όμως τους οικτιρμούς του Θεού δεν μπορεί να τηρηθεί τέλεια από τους ανθρώπους.
34. Όσοι δε λογαριάζουν ότι είναι υπόχρεοι να τηρούν όλες τις εντολές του Χριστού, αυτοί διαβάζουν σωματικά το νόμο του Θεού, και δεν εννοούν μήτε εκείνα που λένε, μήτε εκείνα για τα οποία δίνουν διαβεβαιώσεις(13). Γι’ αυτό και νομίζουν ότι τάχα εκπληρώνουν το νόμο με τα έργα τους.
35. Υπάρχει πράξη που φαίνεται καλή, αλλά ο σκοπός εκείνου που την κάνει δεν είναι καλός. Υπάρχει και άλλη πράξη που φαίνεται κακή και ο σκοπός εκείνου που την κάνει είναι αγαθός. Και αυτό συμβαίνει όχι μόνο σε έργα αλλά και σε λόγια. Αυτή η αντίθεση άλλοτε οφείλεται σε απειρία ή άγνοια, άλλοτε σε πονηρή πρόθεση, άλλοτε όμως σε ευσεβή σκοπό.
36. Εκείνος που μέσα στους επαίνους κρύβει κατηγορία και μομφή, δε φανερώνεται εύκολα στους πιο απλούς ανθρώπους. Όμοιος μ’ αυτόν είναι εκείνος που κενοδοξεί ενώ εκδηλώνεται με ταπεινό σχήμα. Αυτοί κρύβοντας για πολύ καιρό την αλήθεια μέσα στο ψεύδος, ύστερα φανερώνονται από τα πράγματα.
37. Υπάρχει άνθρωπος που κάνει κάτι φαινομενικά καλό, στην πραγματικότητα όμως για να αμυνθεί κατά του πλησίον. Και υπάρχει άλλος που με το να μην το κάνει αυτό, ωφελείται πνευματικά.
38. Υπάρχει έλεγχος που γίνεται από κακία ή από άμυνα, και άλλος που γίνεται από φόβο Θεού και αγάπη για την αλήθεια.
39. Εκείνον που έπαψε να αμαρτάνει και ήδη μετανοεί, μην τον ελέγχεις πλέον. Αν ισχυρίζεσαι ότι τον ελέγχεις κατά Θεόν, φανέρωσε πρώτα τις δικές σου αμαρτίες.
40. Κάθε αρετής προέλευση είναι ο Θεός, όπως του καθημερινού φωτός ο ήλιος.
41. Όταν κατορθώσεις κάποια αρετή, θυμήσου το Χριστό που είπε: «Χωρίς τη βοήθειά μου δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα»(14).
42. Τα αιώνια αγαθά θα δοθούν στους ανθρώπους αφού θα υποστούν θλίψεις(15). Ομοίως και τα κακά σε όσους περνούν με κενοδοξία και ηδονή.
43. Εκείνος που αδικείται από τους ανθρώπους γλυτώνει αμαρτίες και βρίσκει βοήθεια ανάλογη με τη θλίψη.
44. Εκείνος που πιστεύει στο Χριστό που μιλάει για ανταπόδοση, υποφέρει κάθε αδικία πρόθυμα, ανάλογα με την πίστη του.
45. Εκείνος που προσεύχεται για εκείνους που τον αδικούν, χτυπά με ορμή τους δαίμονες. Εκείνος που αντιστέκεται σ’ εκείνους που τον αδικούν, πληγώνεται από τους δαίμονες.
46. Καλύτερα να σε αδικούν οι άνθρωποι και όχι οι δαίμονες. Εκείνος που ευαρεστεί τον Κύριο, τους νίκησε και τους δύο.
47. Κάθε καλό έρχεται από τον Κύριο κατ’ οικονομίαν. Αυτό διαφεύγει με τρόπο μυστικό από τους αχάριστους και αγνώμονες και οκνηρούς.
48. Κάθε κακία καταλήγει στην απαγορευμένη ηδονή, και κάθε αρετή σε πνευματική παρηγοριά. Όταν επικρατήσει η πρώτη, ερεθίζει τα σχετικά με αυτήν. Αντίστοιχα γίνεται και με τη δεύτερη,
49. Κατηγορία από τους ανθρώπους φέρνει θλίψη στη καρδιά, εξαγνίζει όμως όποιον την υπομένει.
50. Η άγνοια κάνει τον άνθρωπο να αντιλέγει στα ωφέλιμα. Και όταν αποθρασύνεται, αυξάνει την προϋπάρχουσα κακία.
51. Όταν δεν σου συμβαίνει καμιά ζημία, περίμενε θλίψη. Και επειδή πρόκειται να δώσεις λόγο(16), διώξε την πλεονεξία σου.
52. Όταν αμαρτήσεις κρυφά, μην προσπαθείς να κρυφτείς, επειδή όλα είναι γυμνά και ξεσκεπασμένα στα μάτια του Κυρίου(17), προς τον Οποίο θα δώσομε λόγο για τις πράξεις μας.
53. Φανέρωνε νοερά τον εαυτό σου στον Κύριο. Γιατί ο άνθρωπος βλέπει στο πρόσωπο, ενώ ο Θεός στην καρδιά(18).
54. Τίποτε να μην σκέφτεσαι ούτε να κάνεις, χωρίς σκοπό σύμφωνο με το θέλημα του Θεού. Γιατί εκείνος που βαδίζει άσκοπα, ματαιοπονεί.
55. Εκείνος που αμαρτάνει χωρίς κάποια ανάγκη, δύσκολα μετανοεί, γιατί η δικαιοσύνη του Θεού δεν κάνει λάθος.
56. Κάθε λυπηρό περιστατικό φέρνει τη μνήμη του Θεού στον φρόνιμο άνθρωπο και προκαλεί ανάλογη θλίψη σ’ εκείνον που λησμονεί το Θεό.
57. Κάθε αθέλητη θλίψη να σου γίνεται αφορμή να θυμάσαι το Θεό, και ποτέ δεν θα σου λείψει αφορμή προς μετάνοια.
58. Η λησμοσύνη μόνη της δεν έχει καμιά δύναμη, αλλά από τη δική μας αμέλεια ισχυροποιείται ανάλογα.
59. Μη λες: «Τι να κάνω; Εγώ δεν θέλω κι όμως (η λησμοσύνη) έρχεται». Επειδή όταν θυμόσουν το Θεό, δεν έκανες ό,τι όφειλες.
60. Κάνε το καλό που θυμάσαι. Το καλό που δε θυμάσαι θα σου φανερωθεί. Και μην παραδώσεις το νου σου σε άκριτη λησμοσύνη.
61. «Ο άδης και η απώλεια είναι φανερά στον Κύριο»(19), λέει η Γραφή. Αυτά αναφέρονται στην άγνοια και τη λησμοσύνη που αναπτύσσονται στην καρδιά μας.
62. Άδης είναι η άγνοια, γιατί και τα δύο δε φαίνονται. Απώλεια είναι η λησμοσύνη, γιατί χάσαμε κάτι που είχαμε.
63. Εξέταζε τις δικές σου αμαρτίες και όχι του πλησίον σου, και δεν θα διαρπαγεί από τους δαίμονες το νοερό σου εργαστήριο.
64. Η αμέλεια στο να κάνομε όλα τα κατά τη δύναμή μας καλά δύσκολα συγχωρείται. η ελεημοσύνη όμως και η προσευχή επανορθώνουν όσους αμέλησαν να κάνουν το καλό.
65. Κάθε θλίψη κατά Θεόν, είναι έργο ευσέβειας πραγματικό. Γιατί η αληθινή αγάπη δοκιμάζεται από τα αντίθετα.
66. Μην πεις ότι απόκτησες αρετή χωρίς θλίψη. γιατί είναι αδοκίμαστη η αρετή που απόκτησες με άνεση.
67. Κάθε αθέλητης θλίψεως να αναλογίζεσαι το αποτέλεσμα, και θα βρεις σ’ αυτό, το σβήσιμο κάποιας αμαρτίας.
68. Πολλές συμβουλές των άλλων μας προσφέρονται για το συμφέρον μας. Για τον καθένα όμως τίποτε δεν είναι καταλληλότερο από τη δική του γνώμη.
69. Αν ζητάς να θεραπευτείς, φρόντισε τη συνείδησή σου και κάνε ό,τι σου λέει, και πολύ θα ωφεληθείς.
70. Τα κρυφά του ανθρώπου τα γνωρίζει ο Θεός και η συνείδηση, και από αυτά τα δύο ας διορθώνεται ο καθένας.
71. Ο άνθρωπος όσα μπορεί, προσπαθεί κατά το θέλημά του. Ο Θεός όμως το αποτέλεσμα των πράξεων του ανθρώπου το φέρνει κατά το δίκαιο.
72. Αν θέλεις να επαινείσαι από τους ανθρώπους χωρίς να έχεις ευθύνη, αγάπησε πρώτα να ελέγχεσαι για τις αμαρτίες σου.
73. Όση ντροπή δεχτεί κανείς με ευχαρίστηση για χάρη της αλήθειας του Χριστού, εκατονταπλάσια θα δοξαστεί από πολλούς. Και είναι καλύτερο κάθε αγαθό να το ενεργεί ο άνθρωπος για χάρη των μελλοντικών αγαθών.
74. Όταν ο άνθρωπος ωφελήσει άνθρωπο με λόγια ή με πράξεις, να σκέφτονται και οι δύο ότι είναι Θεού δωρεά. Εκείνος που δεν το εννοεί αυτό, θα εξουσιαστεί από εκείνον που το εννοεί.
75. Εκείνος που επαινεί τον πλησίον του υποκριτικά, θα τον κατηγορήσει κάποτε και αυτός θα ντραπεί.
76. Εκείνος που δεν γνωρίζει την ενέδρα των εχθρών, εύκολα σφάζεται. κι εκείνος που δεν γνωρίζει τις αιτίες των παθών, εύκολα πέφτει.
77. Από τη φιληδονία έρχεται η αμέλεια και από την αμέλεια η λησμοσύνη των καλών. Γιατί ο Θεός έχει χαρίσει σε όλους τη γνώση εκείνων που μας συμφέρουν.
78. Ο άνθρωπος συμβουλεύει τον πλησίον του, καθώς γνωρίζει. Ο Θεός πάλι ενεργεί σ’ αυτόν που ακούει κατά την πίστη του.
79. Είδα αμαθείς και απλούς ανθρώπους που ήταν ταπεινόφρονες στην πράξη, και έγιναν πιο σοφοί από τους σοφούς.
80. Άλλος αμαθής, όταν άκουσε να επαινούνται οι προηγούμενοι, δε μιμήθηκε την ταπεινοφροσύνη τους, αλλά κενοδόξησε για την αμάθειά του κι απόκτησε υπερηφάνεια.
81. Εκείνος που εξευτελίζει τη φρόνηση και καυχιέται για αμάθεια, δεν είναι μόνο αμαθής κατά το λόγο, αλλά και κατά τη γνώση(20).
82. Όπως άλλο είναι σοφία λόγου και άλλο φρόνηση, έτσι άλλο είναι αμάθεια και άλλο αφροσύνη.
83. Δεν βλάπτει διόλου η αμάθεια των λόγων τον ευλαβέστατο, όπως ούτε η σοφία των λόγων βλάπτει τον ταπεινόφρονα.
84. Μη λες, δεν γνωρίζω το πρέπον και επομένως δεν αμαρτάνω που δεν το πράττω. Γιατί αν έκανες όσα καλά γνώριζες, θα σου φανερώνονταν στη συνέχεια και τα λοιπά, όπως βλέπεις καθώς προχωρείς το ένα σπίτι μετά το άλλο. Δεν σε συμφέρει πριν εργαστείς τα πρώτα, να μάθεις τα δεύτερα. Επειδή η γνώση φουσκώνει, δηλαδή φέρνει υπερηφάνεια εξαιτίας της αργίας, ενώ η αγάπη οικοδομεί, γιατί υπομένει τα πάντα(21).
85. Μελέτα τα λόγια της θείας Γραφής με την πράξη και μην επεκτείνεσαι σε πολυλογία, υπερηφανευόμενος για σκέψεις θεωρητικές.
86. Εκείνος που άφησε την πράξη και βασίζεται σε μια απλή γνώση, αντί για δίκοπο μαχαίρι κρατά καλαμένιο ραβδί, το οποίο σε καιρό πολέμου, κατά την Γραφή, θα του τρυπήσει το χέρι και θα μπει μέσα σ’ αυτό και θα του βάλει το φυσικό δηλητήριο προτού του το βάλουν οι εχθροί(22).
87. Ο Θεός κρίνει και ζυγίζει κάθε διαλογισμό μας. Μπορεί το ίδιο πράγμα να το σκεφτεί κανείς ή απλά ή με εμπάθεια.
88. Εκείνος που εκτελεί κάποια εντολή, ας περιμένει τον πειρασμό που επισύρει. Γιατί η αγάπη προς τον Χριστό με τα αντίθετα δοκιμάζεται.
89. Μην καταφρονήσεις ποτέ και αμελήσεις τους λογισμούς σου. Γιατί ο Θεός γνωρίζει χωρίς λάθος κάθε λογισμό.
90. Όταν έχεις λογισμό που σε προτρέπει να ζητήσεις ανθρώπινη δόξα, να ξέρεις καλά, ότι σου προετοιμάζει αισχύνη.
91. Γνωρίζει ο εχθρός το δίκαιο του πνευματικού νόμου και γι’ αυτό ζητά μόνο τη νοερά συγκατάθεση. Έτσι ή θα αναγκάσει αυτόν που νικήθηκε να υποβληθεί στους κόπους της μετάνοιας, ή αν δεν μετανοεί, θα τον θλίψει με ακούσιες συμφορές. Κάποτε τον κάνει να γογγύζει εξαιτίας των συμφορών, ώστε και εδώ να πολλαπλασιάσει τις οδύνες, και κατά την ώρα του θανάτου να τον αποδείξει άπιστο εξαιτίας της ανυπομονησίας του.
92. Εναντίον των θλίψεων πολλοί πολλά αντέταξαν. Αλλά χωρίς προσευχή και μετάνοια κανείς δεν διέφυγε τις συμφορές.
93. Τα κακά παίρνουν δύναμη το ένα από το άλλο. Επίσης και τα καλά αυξάνονται το ένα με τη δύναμη του άλλου, και τον άνθρωπο που μετέχει σ’ αυτά τον προτρέπουν περισσότερο προς τα εμπρός.
94. Τα μικρά αμαρτήματα ο διάβολος τα δείχνει μηδαμινά επειδή διαφορετικά δεν μπορεί να φέρει τον άνθρωπο στα μεγαλύτερα κακά.
95. Ρίζα της αισχρής επιθυμίας είναι ο ανθρώπινος έπαινος, όπως και της σωφροσύνης ο έλεγχος της κακίας, όχι όταν τον ακούμε μόνο, αλλά όταν τον παραδεχόμαστε.
96. Τίποτε δεν ωφελήθηκε εκείνος που εγκατέλειψε τον κόσμο και ζει με ηδυπάθεια, επειδή εκείνο που έκανε με τα χρήματα το κάνει και τώρα που δεν έχει τίποτε.
97. Παρομοίως ο εγκρατής, αν αποκτά χρήματα, είναι αδελφός του προηγουμένου κατά τη διάνοια. Έχει την ίδια μητέρα με αυτόν, δηλ. την νοερά ηδονή, πατέρα όμως διαφορετικό, γιατί πρόκειται για άλλο πάθος.
98. Υπάρχει άνθρωπος που κόβει ένα πάθος για χάρη μεγαλύτερης ηδυπάθειας, και από εκείνους που αγνοούν το σκοπό του επαινείται. Ίσως και ο ίδιος αγνοεί τον εαυτό του, ότι εργάζεται ανώφελα.
99. Αιτία κάθε κακίας είναι η κενοδοξία και η ηδονή. Εκείνος που δεν τα μίσησε αυτά, δεν νικά κανένα πάθος.
100. Ρίζα όλων των κακών ονομάστηκε η φιλαργυρία(23), αλλά αυτή σαφώς αποτελείται από εκείνες (δηλ. την κενοδοξία και την ηδονή).
101. Τυφλώνεται ο νους με τα τρία αυτά πάθη, τη φιλαργυρία, την κενοδοξία και την ηδονή.
102. Τρεις θυγατέρες της βδέλλας είναι αυτές κατά την Γραφή, που τις αγαπά η μητέρα τους η αφροσύνη.
103. Η γνώση και η πίστη που είναι σύντροφοι της ανθρώπινης φύσεως, από τίποτε άλλο, παρά από τις ανωτέρω κακίες εξασθένησαν.
104. Θυμός και οργή και πόλεμοι και φόνοι και όλα τα λοιπά κακά γι’ αυτές τις τρεις κακίες πολύ έχουν δυναμώσει μεταξύ των ανθρώπων.
105. Πρέπει λοιπόν να μισήσουμε τη φιλαργυρία, τη κενοδοξία και την ηδονή, ως μητέρες των κακών και μητρυιές των αρετών.
106. Γι’ αυτές τις κακίες έχομε προσταγή να μην αγαπούμε τον κόσμο μηδέ τα πράγματα του κόσμου(25). Όχι για να μισήσομε χωρίς διάκριση τα κτίσματα του Θεού, αλλά για να περικόψομε τις αφορμές των τριών αυτών κακιών.
107. Κανένας που παίρνει μέρος σε εκστρατεία δεν μπλέκεται σε βιοτικές υποθέσεις(26). Γιατί εκείνος που θέλει να νικήσει τα πάθη ενώ είναι μπλεγμένος στα βιοτικά, μοιάζει μ’ εκείνον που θέλει να σβήσει τη φωτιά με άχυρα.
108. Εκείνος που εξαιτίας χρημάτων ή δόξας ή ηδονής οργίζεται κατά του πλησίον, δεν γνωρίζει ότι ο Θεός διοικεί τα πάντα με δικαιοσύνη.
109. Όταν ακούσεις τον Κύριο να λέει: «Καθένας που δεν απαρνιέται όλα τα υπάρχοντά του, δεν είναι άξιος για μένα»(27), μην εννοήσεις ότι λέει μόνο για χρήματα, αλλά και για όλες τις πράξεις της κακίας.
110. Εκείνος που δεν γνωρίζει την αλήθεια, ούτε μπορεί να πιστεύει αληθινά. Γιατί η γνώση, φυσικά προηγείται της πίστεως.
111. Όπως σε κάθε πράγμα που βλέπομε, ο Θεός έδωσε κατάλληλες φυσικές ιδιότητες, έτσι έκανε και στους ανθρώπινους λογισμούς είτε θέλομε είτε δεν θέλομε.
112. Όποιος αμαρτάνει φανερά χωρίς να μετανοεί και δεν έπαθε τίποτε μέχρι το θάνατό του, γι’ αυτόν να πιστεύεις ότι η κρίση θα είναι χωρίς έλεος.
113. Εκείνος που προσεύχεται με φρόνηση, υπομένει τα συμβαίνοντα θλιβερά. Εκείνος που έχει μνησικακία, δεν προσευχήθηκε ακόμη καθαρά.
114. Αν ζημιωθείς ή υβριστείς ή εκδιωχτείς από κάποιον, μη λογαριάσεις το παρόν, αλλά περίμενε το μέλλον. και θα βρεις ότι σου έγινε πρόξενος πολλών καλών, όχι μόνο στον παρόντα, αλλά και στον μέλλοντα αιώνα.
115. Όπως μερικούς αρρώστους τους ωφελεί η πικρή αψιθιά, έτσι τους διεστραμμένους τους συμφέρει να υποφέρουν συμφορές. Γιατί στους πρώτους τα φάρμακα δίνουν ευεξία, ενώ τους δεύτερους τους κάνουν να μετανοούν.
116. Αν δεν θέλεις να κακοπαθείς, μην θέλεις να κακοποιείς. Γιατί το ένα ακολουθεί αναπόφευκτα το άλλο. Επειδή ό,τι σπείρει ο άνθρωπος, τούτο και θα θερίσει(28).
117. Όταν σπείρομε με τη θέλησή μας τα κακά και έπειτα ακούσια τα θερίζομε, πρέπει να θαυμάζομε τη δικαιοσύνη του Θεού.
118. Επειδή μεταξύ σποράς και θερισμού μεσολαβεί καιρός, γι’ αυτό απιστούμε για την ανταπόδοση.
119. Αν αμαρτήσεις, μην κατηγορείς την πράξη αλλά την ιδέα. Γιατί αν δεν πήγαινε μπροστά ο νους, δεν θα ακολουθούσε το σώμα.
120. Από εκείνους που αδικούν φανερά, πιο πονηρός είναι εκείνος που αδικεί κρυφά. Γι’ αυτό και σκληρότερα κολάζεται.
121. Εκείνος που δολοπλοκεί και κάνει κακό στα κρυφά είναι φίδι, κατά τη Γραφή, που κάθεται στο δρόμο και δαγκώνει το άλογο στη φτέρνα(29).
122. Εκείνος που συγχρόνως επαινεί και κατηγορεί τον άλλον, αυτός κατέχεται από κενοδοξία και φθόνο. Και με τους επαίνους προσπαθεί να κρύψει το φθόνο, ενώ με τις κατηγορίες συνιστά τον εαυτό του ως καλύτερο από εκείνον.
123. Όπως δεν είναι δυνατό να βόσκουν μαζί πρόβατα και λύκοι, έτσι είναι αδύνατο να τύχει έλεος εκείνος που δολιεύεται τον πλησίον του.
124. Εκείνος που μαζί με την εντολή ανακατώνει κρυφά το δικό του θέλημα, είναι μοιχός καθώς δηλώνεται στη Σοφία(30), και από έλλειψη φρενών υποφέρει λύπες και ατιμίες.
125. Όπως είναι αδύνατη η συνύπαρξη φωτιάς και νερού, έτσι είναι ενάντιες η δικαιολογία και η ταπείνωση.
126. Εκείνος που ζητεί άφεση, αγαπά την ταπεινοφροσύνη. Εκείνος που κατακρίνει τον άλλον επισφραγίζει τις αμαρτίες του.
127. Μην αφήσεις αμαρτία χωρίς να την εξαλείψεις, ακόμα και αν είναι πολύ μικρή, για να μη σε παρασύρει κατόπιν σε μεγαλύτερα κακά.
128. Αν θέλεις να σωθείς, αγάπησε τον αληθινό λόγο και μην αποστραφείς ποτέ αδιάκριτα έλεγχο από άλλον.
129. Λόγος αληθινός, δηλ. έλεγχος, μετέβαλλε τα «γεννήματα εχιδνών» και υπέδειξε να φύγουν από την «μέλλουσα οργή»(31).
130. Εκείνος που δέχεται λόγους αλήθειας, υποδέχεται το Θεό Λόγο. Γιατί λέει: «Εκείνος που δέχεται εσάς, δέχεται εμένα»(32).
131. Παραλυτικός που τον κατέβασαν από το δώμα στον Ιησού είναι ο αμαρτωλός, που ελέγχεται κατά Θεόν από πιστούς και για την πίστη εκείνων λαμβάνει την άφεση(33).
132. Καλύτερα να προσεύχεσαι με ευλάβεια για τον πλησίον σου, παρά να τον ελέγχεις για κάθε αμάρτημα.
133. Εκείνος που μετανοεί σωστά, περιπαίζεται από τους ανόητους ανθρώπους. Και αυτό είναι σημάδι ότι ευαρεστεί το Θεό.
134. Εκείνος που αγωνίζεται, εγκρατεύεται απ’ όλα και δεν σταματά να εγκρατεύεται, μέχρις ότου εξολοθρεύσει ο Κύριος το σπέρμα από τη Βαβυλώνα(34).
135. Πες πως είναι δώδεκα τα πάθη. Αν ένα από αυτά αγαπήσεις με το θέλημά σου, είναι ικανό να αναπληρώσει και τα άλλα έντεκα.
136. Φωτιά που καίει είναι η αμαρτία. Όσο λοιπόν κόψεις το υλικό που την τροφοδοτεί, τόσο και θα σβηστεί. Και όσο υλικό ρίξεις μέσα στη φωτιά, τόσο περισσότερο θα φουντώσει.
137. Αν σε επαινέσουν και υπερηφανευτείς, περίμενε ατιμία. Γιατί λέει: «Όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί»(35).
138. Όταν διώξομε από το νου μας κάθε ακούσια κακία, τότε θα πολεμήσομε και εναντίον των παθών, στα οποία πέφτομε από πρόληψη.
139. Πρόληψη είναι, των προηγουμένων αμαρτιών αθέλητη μνήμη. Και στον αγωνιστή εμποδίζεται να εξελιχθεί σε πάθος, ο νικητής όμως με την πρώτη προσβολή τον ανατρέπει.
140. Προσβολή είναι κίνηση καρδιάς χωρίς αμαρτωλό ομοίωμα ή φαντασία σαν μια κλεισούρα που την έχουν καταλάβει οι έμπειροι προηγουμένως. (Κλεισούρα = στενό πέρασμα μεταξύ δύο βουνών).
141. Όπου υπάρχουν εικόνες από το λογισμό, εκεί έχει γίνει συγκατάθεση. Μόνον η χωρίς εικόνα προσβολή είναι αναμάρτητη. Υπάρχει άνθρωπος που φεύγει από αυτά σαν δαυλός που ξεφεύγει από τη φωτιά(36), και υπάρχει κι εκείνος που δεν γυρίζει πίσω μέχρις ότου φουντώσει η φλόγα.
142. Μη λες ότι έρχεται ο πειρασμός χωρίς να θέλω. Γιατί οπωσδήποτε κι αν δεν αγαπάς την αμαρτωλή πράξη, αγαπάς όμως τις αιτίες της.
143. Εκείνος που ζητεί έπαινο, βρίσκεται μέσα σε πάθος. Κι εκείνος που οδύρεται για θλίψη που του ήρθε, αγαπά την ηδονή.
144. Σαν να είναι πάνω σε ζυγαριά είναι άστατη η σκέψη του φιλήδονου. Άλλοτε κλαίει και θρηνεί για τις αμαρτίες του, άλλοτε πολεμά και αντιλέγει κατά του πλησίον επιδιώκοντας τις ηδονές.
145. Εκείνος που όλα τα ελέγχει(37) και κατέχει ό,τι καλό εύρει, στη συνέχεια θα αποφύγει και κάθε πονηρό.
146. Ο άνθρωπος που μακροθυμεί, έχει πολλή φρόνηση(38). Όμοιος με αυτόν είναι όποιος τεντώνει το αυτί του για να ακούει λόγους πνευματικής σοφίας.
147. Χωρίς μνήμη Θεού, αληθινή γνώση δεν υπάρχει. Η πνευματική γνώση χωρίς τη μνήμη του Θεού είναι νόθος.
148. Τον σκληρόκαρδο ωφελεί λόγος πιο λεπτής γνώσεως, που να τον φέρνει σε φόβο. Γιατί χωρίς φόβο δεν δέχεται ευχαρίστως τους κόπους της μετάνοιας.
149. Τον πράο άνθρωπο ωφελούν λόγοι περί πίστεως, γιατί δεν ενοχλεί τη μακροθυμία του Θεού και δεν τον κατηγορεί η συνείδησή του για συχνές παραβάσεις.
150. Άνθρωπο με σημαντική δύναμη μη τον ελέγξεις για κενοδοξία, αλλά υπόδειξέ του την επιδρομή της μελλοντικής ατιμίας. Γιατί με αυτόν τον τρόπο ελέγχεται ο φρόνιμος άνθρωπος.
151. Εκείνος που μισεί τον έλεγχο(39) έχει παραδοθεί θεληματικά στο πάθος. Εκείνος που δέχεται τον έλεγχο, είναι φανερό ότι παρασύρεται στο πάθος από προηγούμενη κακή συνήθεια.
152. Μη θέλεις να ακούς ξένες πονηρίες, γιατί έτσι σου εντυπώνονται και τα περιστατικά και χαρακτηριστικά των ξένων πονηριών.
153. Όταν ακούσεις κακά λόγια, να οργίζεσαι εναντίον του εαυτού σου και όχι εναντίον εκείνου που τα είπε. Γιατί αν πονηρά ακούσεις, πονηρά θ’ αποκριθείς.
154. Αν κανείς συναπαντηθεί με ανθρώπους που μιλούν μάταια, να νομίζει τον εαυτό του υπεύθυνο για τους μάταιους αυτούς λόγους. Κι αν δεν είναι από πρόσφατη, είναι χρεώστης από παλιά αμαρτία.
155. Αν κανείς σε επαινεί υποκριτικά, περίμενε κάποια ώρα και κατηγορία από τον ίδιο.
156. Τις θλίψεις του παρόντος να τις ανταλάσσεις προκαταβολικά με τα μελλοντικά αγαθά, και ποτέ δεν θα ατονήσει ο αγώνας σου από αμέλεια.
157. Όταν σε βοηθήσει κανείς υλικώς και τον επαινέσεις ως αγαθό, χωρίς να λογαριάσεις το Θεό, ύστερα ο ίδιος θα σου φανεί πονηρός.
158. Κάθε καλό έρχεται από τον Κύριο κατ’ οικονομία και από θεία συγκατάβαση. Κι εκείνοι που τα φέρνουν είναι υπηρέτες των καλών.
159. Τις εναλλαγές των καλών και των κακών να τις δέχεσαι με ηρεμία. Έτσι ανατρέπει ο Θεός τις ανωμαλίες των πραγμάτων.
160. Αυτά που μας συμβαίνουν, οφείλονται στους αμαρτωλούς λογισμούς μας. Γιατί ο Θεός τα αθέλητα τα απέδωσε ταιριασμένα στα εκούσια.
161. Τα αισθητά είναι γεννήματα των νοερών και αποδίδουν το πρέπον με απόφαση του Θεού.
162. Από καρδιά που τρυφά και ζει ηδονικά, γεννιούνται λογισμοί και λόγοι πονηροί και θανατηφόροι. Και από τον καπνό καταλαβαίνουμε τι είναι εκείνο που καίγεται.
163. Να παραμένεις με νήψη μέσα στο νου σου και δεν θα κοπιάσεις σε ώρα πειρασμών. Αν φύγεις από εκεί, υπόμενε τις επερχόμενες θλίψεις.
164. Να προσεύχεσαι να μη σου έρθει πειρασμός(40). Όταν όμως έρθει, δέξου τον σαν δικό σου και όχι σαν ξένο.
165. Πάψε να σκέφτεσαι οποιαδήποτε πλεονεξία, και τότε θα μπορέσεις να δεις τις απάτες και τις πανουργίες του διαβόλου.
166. Εκείνος που λέει ότι γνωρίζει όλες τις τέχνες και τις απάτες του διαβόλου, μας δείχνει ότι δεν γνωρίζει τέλεια τον εαυτό του.
167. Όταν ο νους απαλλαγεί από τις σωματικές φροντίδες, βλέπει ανάλογα τις πανουργίες των εχθρών.
168. Εκείνος που παρασέρνεται από τους λογισμούς του, τυφλώνεται από αυτούς και ενώ βλέπει τις ενέργειες της αμαρτίας, τις αιτίες τους δεν μπορεί να τις δει.
169. Υπάρχει άνθρωπος ο οποίος φανερά εκτελεί θεϊκή εντολή, ενώ δουλεύει σε πάθος, και με τους πονηρούς λογισμούς καταστρέφει την αγαθή πράξη.
170. Όταν βρίσκεσαι στην αρχή του κακού, μην πεις: «Δεν θα με νικήσει». Γιατί όσο βρίσκεσαι μέσα στο κακό, τόσο έχεις ήδη νικηθεί.
171. Κάθε πράγμα από λίγο αρχίζει, και σιγά σιγά αναπτύσσεται και μεγαλώνει.
172. Δίχτυ πολύπλοκο είναι η μέθοδος της κακίας, κι εκείνος που έμπλεξε λίγο, αν αμελήσει σφίγγεται εξ ολοκλήρου,
173. Μη θέλεις να ακούς την δυστυχία των εχθρών σου. Εκείνος που ακούει τη διήγηση αυτή, μαζεύει τους καρπούς της κακής του προθέσεως.
174. Μη νομίζεις ότι κάθε θλίψη έρχεται στους ανθρώπους εξαιτίας των αμαρτιών. Υπάρχουν άνθρωποι που ευαρεστούν τον Θεό και όμως έχουν θλίψεις. Γιατί λέει η Γραφή: «Θα διωχτούν οι άνομοι και οι απόγονοι των ασεβών θα εξολοθρευτούν»(41). Αλλ’ επίσης λέει: «Όλοι όσοι θέλουν να ζουν με ευσέβεια στο όνομα του Ιησού Χριστού, θα υποστούν διωγμούς»(42).
175. Στον καιρό της θλίψεως να προσέχεις την προσβολή της ηδονής, γιατί εύκολα γίνεται παραδεκτή, επειδή παρηγορεί τη θλίψη.
176. Μερικοί λέγουν φρόνιμους εκείνους που μπορούν να διακρίνουν και να αναλύουν τα αισθητά πράγματα. Φρόνιμοι όμως είναι εκείνοι που εξουσιάζουν τα κακά τους θελήματα.
177. Πριν από την εξαφάνιση των κακών, μην υπακούσεις στην καρδιά σου. Γιατί ό,τι της βάλεις, από αυτό το πράγμα ζητά κι άλλο.
178. Όπως υπάρχουν φίδια στα δασώδη φαράγγια και άλλα που φωλιάζουν μέσα στα σπίτια, έτσι υπάρχουν και πάθη που διαμορφώνονται με τη σκέψη και άλλα που γίνονται με τη πράξη, αν και από άλλες εικόνες, μεταμορφώθηκαν σε άλλες.
179. Όταν δεις εκείνα που βρίσκονται μέσα σου σταθερά, να κινούνται και να προκαλούν τον νου, που είναι ήσυχος, σε κάποιο πάθος, να γνωρίζεις ότι ο νους σου κάποτε προηγήθηκε και έφερε σε πράξη και τα έβαλε μέσα στην καρδιά.
180. Δεν γίνεται σύννεφο χωρίς να πνεύσει λίγος άνεμος, και δε γεννιέται πάθος χωρίς λογισμό.
181. Αν δεν πράττομε πλέον τα σαρκικά θελήματα κατά τη Γραφή(43), εύκολα με τη βοήθεια του Κυρίου θα σβήσουν αυτά, τα οποία προηγουμένως είχαμε μέσα μας.
182. Οι εικόνες που βρίσκονται χαραγμένες μέσα στο νου είναι πονηρότερες και δυνατότερες. Οι εικόνες που διαμορφώνονται με τη σκέψη είναι αιτίες αυτών και έχουν προηγηθεί (δηλ. πρώτα τις σκέφτηκε ο νους, δεν τις έδιωξε και τότε εγκαταστάθηκαν στο βάθος της καρδιάς ως νοσηροί λογισμοί και πάθη).
183. Υπάρχει κακία που εγκατάσταθηκε στη καρδιά εξαιτίας της μακροχρόνιας συνήθειας. Και υπάρχει κακία που πολεμά με λογισμούς μέσω των καθημερινών πραγμάτων.
184. Ο Θεός τις πράξεις μας τις λογαριάζει σύμφωνα με τις προθέσεις μας. Γιατί λέει η Γραφή: «Να σου δώσει ο Κύριος κατά την καρδιά σου»(44).
185. Εκείνος που δεν καρτερεί στη μελέτη και εξέταση της συνειδήσεως, ούτε τους σωματικούς κόπους για την ευσέβεια δέχεται ευχάριστα.
186. Η συνείδηση είναι ένα βιβλίο που το έχομε από τη φύση μας. Εκείνος που το μελετά στην πράξη, δέχεται βοήθεια.
187. Εκείνος που δεν προτιμά τους κόπους για χάρη της ευσέβειας θεληματικά, παιδεύεται σκληρότερα από τους αθέλητους κόπους.
188. Εκείνος που γνώρισε το θέλημα του Θεού και κατά τη δύναμή του το εκτελεί, με μικρούς κόπους θα αποφύγει τους μεγάλους.
189. Εκείνος που θέλει να νικήσει τους πειρασμούς χωρίς προσευχή και υπομονή, δεν θα τους διώξει αλλά θα περιπλακεί περισσότερο.
190. Ο Κύριος είναι κρυμμένος μέσα στις εντολές Του, και σ’ εκείνους που Τον ζητούν, βρίσκεται ανάλογα με την προθυμία και την εργασία των εντολών.
191. Μην πεις: «Έκανα τις εντολές και δεν βρήκα τον Κύριο». Γιατί γνώση και αρετή, κατά την Γραφή, πολλές φορές βρήκες. Και όποιοι ορθά Τον ζητούν, θα εύρουν ειρήνη(45).
192. Ειρήνη είναι η απαλλαγή από τα πάθη, η οποία χωρίς την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος δεν βρίσκεται.
193. Άλλο είναι εκτέλεση εντολής και άλλο αρετή, αν και η μία από την άλλη παίρνει την αφορμή.
194. Εκτέλεση εντολής είναι το να κάνει κανείς το διαταγμένο από το θείο νόμο. Αρετή, το να αρέσκεται κανείς πραγματικά στην εκτέλεση της θείας εντολής.
195. Όπως ένας είναι ο υλικός πλούτος, αλλά αποκτιέται με διάφορους τρόπους, έτσι μία είναι η αρετή, αλλά είναι πολλών ειδών οι εργασίες της.
196. Εκείνος που εφευρίσκει και λέει λόγους ευσεβείς χωρίς να έχει έργα, πλουτίζει από αδικία και οι κόποι του, κατά τη Γραφή, μπαίνουν σε ξένα σπίτια(46).
197. Όλα υπακούουν στο χρυσό, λέει η παροιμία. Και από τη χάρη του Θεού, όλες οι σκέψεις τακτοποιούνται και διορθώνονται.
198. Συνείδηση αγαθή βρίσκεται με την προσευχή. Και προσευχή πάλι καθαρή, με τη συνείδηση. Γιατί το ένα έχει ανάγκη το άλλο εκ φύσεως.
199. Ο Ιακώβ έραψε για τον Ιωσήφ πολύχρωμο φόρεμα(47). Και ο Κύριος χαρίζει στον πράο την γνώση της αλήθειας, όπως είναι γραμμένο: «Θα διδάξει ο Κύριος στους πράους τους δρόμους Του»(48).
200. Πάντοτε να πράττεις το αγαθό κατά δύναμη, και στον καιρό που χρειάζεται το μεγαλύτερο, μην προτιμάς το μικρότερο, γιατί λέει η Γραφή: «Κανένας που έβαλε το χέρι του στο άροτρο και κοιτάει πίσω δεν είναι κατάλληλος για την βασιλεία των Ουρανών»(49).