Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

Η Θεολογία και το συναίσθημα

Κωνστ. Ε. Παπαπέτρου, Θεολογία ΛΘ,
Αθήνα 1968, σελ. 241-245
Υπάρχει μία γενική τάσις να θεωρήται η θρησκεία ως συναίσθημα και η θεολογία ως διανοητική ενέργεια του πιστεύοντος ανθρώπου. «Το συναίσθημα της απολύτου εξαρτήσεως» («das schlechthinnige Abhängigkeitsgefühl») εκ του Θεού, ως το ωνόμασε χαρακτηριστικός ο μέγας θεολόγος του συναισθήματος, ο Schleiermacher (1), διέπει βασικώς την θρησκευτικήν ζωήν και ως εκ τούτου εθεωρήθη ως αποτελούν την ουσίαν πάσης θρησκείας και κατ' εξοχήν της χριστιανικής.
Εις την ιστορίαν της γερμανικής θεολογίας τον όρον «συναίσθημα» («Gefühl») διεδέχθη δια της «φιλοσοφίας της ζωής» (« Lebensphilosophie ») ο όρος βίωμα («Ε rlebnis »). Παρ ' ημίν, αφ' ότου ο αείμνηστος Νικόλαος Λούβαρις, η ευγενής εκείνη φυσιογνωμία της νεοελληνικής θεολογίας, εισήγαγε και αβιάστως επέβαλε τον όρον βίωμα(2), μεταφράζων ούτω τον αντίστοιχον γερμανικόν όρον, η θρησκεία θεωρείται γενικώς ως βίωμα. Επειδή μάλιστα το περιεχόμενον του όρου τούτου φαίνεται ότι ικανοποιεί ωρισμένας ευσεβιστικάς τάσεις της νεοελληνικής θρησκευτικότητος, πολλοί εκ των παρ ' ημίν θρησκευόμενων λογίων εθεώρησαν τον όρον τούτον ως σημαίνοντα επιτυχώς την πατερικήν αντίληψιν περί της σχέσεως του άνθρωπου προς τον Θεόν. Εντεύθεν και εδημιουργήθησαν διάφοροι εκφράσεις με συνθετικόν στοιχείον την λέξιν ταύτην, ως «το θρησκευτικόν βίωμα», «βιωματικός» κ.λ.π., εν τη πεποιθήσει πάντοτε, ότι κατ' αυτόν τον τρόπον προσφέρεται υπηρεσία εις την αυθεντικήν παράδοσιν της Εκκλησίας.
Είναι πάντως γεγονός, ότι οι Πατέρες αγνοούν τους όρους τούτους. Βεβαίως η απουσία μιας ωρισμένης λέξεως εκ του πατερικού γλωσσικού θησαυρού δεν καθιστά eo ipso την λέξιν ταύτην κατ' αρχήν θεολογικώς άχρηστον. Οσονδήποτε πλούσια και αν είναι η γλώσσα του παρελθόντος, αύτη δεν δύναται να πληροί απάσας τας γλωσσικάς ανάγκας του παρόντος και του μέλλοντος.
Εφ ' όσον η αυτοσυνειδησία του ανθρώπου εξελίσσεται, είναι προφανές, ότι και η θεολογία «έχει ιστορίαν » και ότι η θεολογική ορολογία αναποφεύκτως θα πλουτίζεται εκάστοτε και δια νέων στοιχείων. Δια τον λόγον τούτον και ο όρος βίωμα, όπως και πας άλλος όρος, δύναται κατ' αρχήν να χρησιμοποιήται θεολογικώς, ασχέτως του αν αγνοήται υπό των Πατέρων, υπό την απαραίτητον όμως προϋπόθεσιν, ότι θα σημαίνη νοηματικόν περιεχόμενον (« suppositum ») σύμφωνον οπωσδήποτε προς την καθόλου ορθόδοξον παράδοσιν της Εκκλησίας.
Ενταύθα είναι ανάγκη να τονισθή με πάσαν κατηγορηματικότητα, ότι η ορθοδοξία της Εκκλησίας δεν συνίσταται απλώς εις εν σύνολον στερεοτύπων όρων και εκφράσεων. Ορθοδοξία είναι η δια της ορθοδόξου «γλώσσης» αναφορά του ανθρώπου εις το ορθόδοξον «νόημα» το δια της γλώσσης ταύτης σημαινόμενον, και περαιτέρω η δια του ορθοδόξου «νοήματος» αναφορά εις την σώζουσαν Αποκάλυψιν του Θεού. Επομένως ορθοδοξία είναι η δια της γλώσσης και του νοήματος αναγωγή του όλου ανθρώπου εις τον Θεόν, η κοινωνία Αυτού.
Εκ τούτων γίνεται σαφές, ότι το πρόβλημα, αν η θρησκεία είναι συναίσθημα ή βίωμα, δεν είναι πρόβλημα περί την λέξιν, αλλά περί το θεολογικόν περιεχόμενον των όρων τούτων. Δεν υπάρχουν ορθόδοξοι λέξεις καθ' εαυτάς, αλλ ' υπάρχουν ορθόδοξα νοήματα, τα οποία και προσδίδουν τον ορθόδοξον χαρακτήρα εις τας χρησιμοποιουμένας λέξεις. Μία λέξις καθίσταται ορθόδοξος, όταν το υπ' αυτής σημαινόμενον νοηματικόν περιεχόμενον είναι ορθόδοξον. Τουναντίον μία λέξις, χρησιμοποιηθείσα προς δήλωσιν ορθοδόξου νοηματικού περιεχομένου και εντεύθεν καταστάσα όρος της ορθοδόξου θεολογίας, παύει αυτομάτως να είναι ορθόδοξος, όταν χρησιμοποιηθη υπό διάφορον, μη ορθόδοξον έννοιαν. Ορθόδοξος είναι η έννοια εκείνη, η οποία και αποτελεί το γεγονός της κοινωνίας του Θεού, το γεγονός δηλ. της κατανοήσεως, της καταλήψεως, της προσοικειώσεως Αυτού, τ.ε. της σωτηρίας του ανθρώπου. Αντιθέτως μη ορθόδοξος έννοια (ή μη ορθόδοξον νόημα) είναι το γεγονός, κατά το όποιον ο άνθρωπος δεν κατανοεί τον Θεόν, τ.ε. δεν σώζεται. Ορθοδοξία είναι το γεγονός της σωτηρίας του ανθρώπου.
Το γεγονός τούτο αποτελεί και την «αληθή θρησκείαν » ("vera religio") του ανθρώπου. Αληθής θρησκεία είναι η αναφορά του ανθρώπου εις τον Θεόν, η κοινωνία Αυτού· είναι η οικείωσις της θείας Αποκαλύψεως, η προσήκουσα απάντησις του ανθρώπου εις την θείαν κλήσιν.
Εις τον Πλάτωνα ευρίσκομεν την διδασκαλίαν περί των τριών «ειδών» της ψυχής (του «λογιστικού», του «επιθυμητού» και του «θυμοειδούς» (3), δεν είναι δε σήμερον ασυνήθης η (οπωσδήποτε πολλά προβλήματα ενέχουσα) διαίρεσις της πνευματικής ζωής του ανθρώπου εις την στενώς νοουμένην νόησιν, την βούλησιν και το συναίσθημα. Επί τη βάσει των διακρίσεων τούτων (4) δύναται τις να είπη, ότι το συναίσθημα είναι εν μέρος της πνευματικής ζωής του ανθρώπου και μάλιστα («το θυμοειδές» δια τον Πλάτωνα) όχι και το σπουδαιότερον. Εάν λοιπόν η «θρησκεία» είναι συναίσθημα, τούτο θα σημαίνη, ότι αυτή είναι μία επί μέρους λειτουργία της ψυχικής ζωής του ανθρώπου. Εν τοιαύτη περιπτώσει η θρησκεία ή θα είναι εν επί μέρους συναίσθημα, υπάρχον παραλλήλως προς άλλα συναισθήματα επηρεάζον αυτά και επηρεαζόμενον υπ' αυτών, ή θα συμπίπτη αύτη το πολύ με ολόκληρον την συναισθηματικήν ζωήν του ανθρώπου, οπότε και πάλιν θα παραμένη εν μόνον μέρος της όλης ζωής του ανθρώπου ως ανθρώπου.
Συγχρόνως τίθενται μεταξύ άλλων και τα εξής ερωτήματα: Εάν η θρησκεία εκληφθή ως περιοριζόμενη μόνον εις το συναίσθημα, τότε ποία είναι η σχέσις αυτής προς την νόησιν και την βούλησιν ; Οφείλουν η νόησις, η ηγεμονική αρχή του ανθρώπου, και η βούλησις αυτού να εκλείψουν ή να υποταγούν εις το (θρησκευτικόν) συναίσθημα; Και διατί τοιαύτη βασιλική μεταχείρισις του συναισθήματος; Είναι η σωτηρία του ανθρώπου μόνον ή κατ'εξοχήν συναισθηματικόν γεγονός; Πως τίθεται το ζήτημα της σωτηρίας δια τους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι εκ φύσεως έχουν ηυξημένην νόησιν ή βούλησιν, αλλά μειωμένην συναισθηματικότητα; Σώζονται μόνον, ή τουλάχιστον κατ' εξοχήν, εκείνοι, οι οποίοι εξεταζόμενοι με την μέθοδον της «φαινομενολογίας της θρησκείας» παρουσιάζονται ως έχοντες μεν έντονον συναισθηματικήν θρησκευτικότητα, αλλά νοήματα δια την Δογματικήν απαράδεκτα και βούλησιν ηθικώς διεστραμμένην ;
Είναι ίσως εντεύθεν προφανές, ότι η θεώρησις της θρησκείας ως συναισθήματος οδηγεί την δογματικήν σκέψιν ad absurdum. Η «αληθής θρησκεία» των μαθητών του Χριστού δεν είναι μόνον συναίσθημα, αλλ ' είναι και νόησις και βούλησις, εάν δεχθώμεν, ότι δια των τριών τούτων όρων δηλούται η όλη ζωή του ανθρώπου ως ανθρώπου. Αληθής θρησκεία είναι η αυθεντική ζωή του ανθρώπου εις όλον το πλάτος και το βάθος της αυθεντικότητας της.
Ευρύτερον οπωσδήποτε περιεχόμενον εν σχέσει προς το δια του όρου «συναίσθημα» σημαινόμενον εκφράζει ο όρος «βίωμα». Το βίωμα ως γεγονός ζωής έχει μεν και συναισθηματικόν χαρακτήρα, περιλαμβάνει όμως μετ ' αυτού εις ενότητα κατά το μάλλον ή ήττον και τα λοιπά στοιχεία τα αποτελούντα την ανθρωπίνην ζωήν εν συνόλω. Εφ ' όσον όμως εις τον όρον «βίωμα» αποδίδεται πολλάκις συναισθηματικόν κυρίως περιεχόμενον, οφείλομεν ενταύθα να τονίσωμεν, ότι η κοινωνία του Θεού, όπως δεν είναι μονομερώς διανοητικόν γεγονός, ούτω και δεν είναι γεγονός μονομερώς συναισθηματικόν. Δια της διαπιστώσεως ταύτης μένει βεβαίως ανοικτόν το πρόβλημα, αν η κοινωνία αυτή του Θεού, δηλ. η αληθής θρησκεία, έχει κυρίως συναισθηματικόν, λογικόν, βουλητικόν ή οιονδήποτε άλλον χαρακτήρα.
Εάν λοιπόν η αληθής θρησκεία οπωσδήποτε δεν είναι μόνον συναίσθημα, ερωτάται περαιτέρω, τι είναι εν τοιαύτη περιπτώσει η θεολογία. Ελέχθη ήδη εις την αρχήν, ότι είναι διαδεδομένη η τάσις να θεωρήται η θεολογία ως λογική επίδοσις του πιστεύοντος ανθρώπου. Συχνάκις ορίζεται η θεολογία ως «η επιστημονική αυτοσυνειδησία της πίστεως». (Δια τον Schleiermacher η θεολογία είναι «εκκλησιαστική επιστήμη» (5).
Παραμερίζοντες ενταύθα το ζήτημα, αν η θεολογία είναι επιστήμη, είμεθα υποχρεωμένοι να υπογραμμίσωμεν εν πρώτοις το γεγονός, ότι η θεολογία δεν δύναται να είναι μία μονομερώς λογική ενέργεια του ανθρώπου. Η ετυμολογική παραγωγή και η χριστιανική ιστορία της λέξεως ταύτης δεν αφήνουν ίσως ουδεμίαν αμφιβολίαν, ότι η θεολογία είναι η κατανόησις του αποκαλυπτομένου Θεού, η γνώσις Αυτού. Κατ' αρχήν η κατανόησις (« Vesterhen ») καθ' εαυτήν δεν είναι γεγονός μονομερώς « λογικόν »· είναι καθολική αναφορά του κατανοούντος υποκειμένου εις το προς κατανόησιν αντικείμενον. Δια τούτο και δεν είναι μόνον «λογική», αλλ ' είναι εν ταύτω και συναίσθημα (« Gefühl ») και ενόρασις (« intuition ») και εσωτερική προσέγγισις («Ε infühlung ») κ.λ.π. Χωρίς δυσκολίαν μάλιστα θα ηδύνατό τις να διαπίστωση και βουλητικά στοιχεία εις το γεγονός της κατανοήσεως. Εάν λοιπόν είναι γεγονός, ότι η κατανόησις γενικώς δεν είναι εν μονομερώς λογικόν φαινόμενον, είναι τουλάχιστον εξ ίσου αληθές, ότι και η κατανόησις του Θεού, η θεολογία, δεν περιορίζεται μόνον εις την στενώς νοουμένην λογικήν του ανθρώπου. Του Θεού δεν κοινωνεί μόνον η λογική του ανθρώπου, αλλ ' ο όλος άνθρωπος, ο άνθρωπος ως όλον. ’λλωστε είναι γνωστόν, ότι αι αναγνωριζόμεναι ως πηγαί της Αποκαλύψεως δεν απευθύνονται μόνον εις την στενώς νοουμένην « νόησιν » του ανθρώπου, όπως και δεν απαιτούν εξ αυτού μόνον την προσφοράν της «νοήσεως». Η Αποκάλυψις του Θεού απευθύνεται ως Ευαγγέλιον εις ολόκληρον τον άνθρωπον και απαιτεί ως νόμος την προσφοράν ολοκλήρου του ανθρώπου εις τον Θεόν.
Η θεολογία ως η προσοικείωσις της Αποκαλύψεως εκτείνεται εις όλον το βάθος και το πλάτος του τον Θεόν κατανοούντος ανθρώπου. Θεολογία είναι η συνάντησις του Θεού, η πίστις εις Αυτόν. Η θεολογία, η (αληθής!) θρησκεία και η γνήσια πίστις είναι κατ' ουσίαν εν και το αυτό γεγονός. Ούτε η θρησκεία είναι μόνον συναίσθημα, ούτε η θεολογία μόνον διανόησις, ούτε η πίστις μόνον εκδήλωσις απλοϊκότητος και αφέλειας (6). Η αληθής θρησκεία, η άξια του ονόματος της θεολογία και η συνειδητή πίστις είναι αυτό τούτο το γεγονός της σωτηρίας του ανθρώπου, δηλ. το γεγονός της ορθοδοξίας. Το γεγονός τούτο συμπίπτει με την επιτέλεσιν της αυθεντικότητος του ανθρώπου, με την θέωσιν αυτού. Εφ ' όσον το συναίσθημα είναι μία επί μέρους λειτουργία της ζωής του ανθρώπου ως ανθρώπου, καθίσταται προφανές, ότι η θεολογία είναι και συναίσθημα, όπως είναι και νόησις και βούλησις και ενόρασις και «βίωμα» και πράξις και ήθος και αγιότης κ.ο.κ. Η θεολογία περιλαμβάνει και την αυθεντικήν συναισθηματικήν ζωήν του ανθρώπου, όπως περιλαμβάνει και τας λοιπάς αυθεντικάς λειτουργίας της ζωής αυτού, συμπίπτουσα ούτω κατ' ουσίαν με την όλην ζωήν του ανθρώπου ως ανθρώπου, με την θρησκείαν, την ηθικήν, την σωτηρίαν, την ορθοδοξίαν αυτού.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Die Christliche Glaube nach den Grundsätzen der evangelischen Kirche im Zusammenhang dargestellt, 2. Ü berb. Ausg. Halle 1830, σ. 145 κ. αλλ. Εις τους περίφημους λόγους του «προς τους περιφρονητάς της θρησκείας» ο Schleiermacher λέγει περί της θρησκείας, ότι «η ουσία αυτής δεν είναι ούτε νόησις, ούτε πράξις, αλλά θεωρία και συναίσθημα» (Über die Religion, Reden an die Gebildeten unter ihren Verächtern, εκδ.», Ο tto, 3. Α ufl. Göttingen 1913, σ. 26).
2. Βλ. Μ. Σιώτου, Νικόλαος Ι. Λούβαρις, Εν Αθήναις 1965, σ. 73.
3. Πλάτων : «... τό μέν ᾧ λογίζεται λογιστικόν προσαγορεύοντες τῆς ψυχῆς, το δε ᾧ ἐρᾶ τε και πεινῇ και διψῇ καί περί τάς ἄλλας ἐπιθυμίας ἐπτοήται ἀλόγιστον τε καί ἐπιθυμητικόν, πληρώσεών τινων καί ἡδονῶν ἑταῖρον » (Πολιτεία Δ 439 d). « Οὐκοῦν τῷ μέν λογιστικῷ ἄρχειν προσήκει, σοφῷ ὄντι καί ἔχοντι τήν ὑπέρ ἁπάσης τῆς ψυχῆς προμήθειαν, τῷ δέ θυμοειδεῖ ὑπηκόῳ καί ξυμμάχω τούτου; Πάνυ γε » (αυτόθι Δ 441 e). « Καί τούτω δε οὕτω τραφέντε καί ὡς ἀληθῶς τά αὑτῶν μαθόντε καί παιδευθέντε προστήσεσθον τοῦ ἐπιθυμητικοῦ, ὅ δη πλεῖστον τῆς ψυχῆς ἐν ἑκάστῳ ἐστί καί χρημάτων φύσει ἁπληστότατον » (αυτόθι Δ 442 a). Πρβλ. Τιμ. 77 b.
4. Ενταύθα δεν εξετάζεται ειδικώς η σχέσις των διακρίσεων τούτων προς αλλήλας, φαίνεται όμως, ότι η σχέσις αυτή, εν αντιθέσει μάλιστα προς ό,τι συνήθως νομίζεται, δεν είναι ταυτότης. Ούτως ενώ η βούλησις είναι έλλογος ενέργεια του ανθρώπου (πρβλ. την ετυμολογικήν συγγένειαν βούλομαι - βουλεύομαι, ως και την σχολαστικήν αρχήν « hihil volitum, nisi praecognitum »), το πλατωνικόν « επιθυμητικόν » είναι « αλόγιστον ». Ομοίως και ο πλατωνικός όρος «το θυμοειδές» δεν φαίνεται να εκφράζη τον όλον συναισθηματικόν κόσμον του ανθρώπου.
5. Βλ. Τ. Rendtorff, Kirche und Theologie. Die systematische Funktion des Kirchenbegriffs in der neueren Theologie, Gütersloh 1966, σ. 139 εξ.
6. Ρ. Τ illich : «Η πίστις ως έκφρασις του όλου προσώπου ασφαλώς περιλαμβάνει και συναισθηματικά στοιχεία, αλλά δεν αποτελείται μόνον εξ αυτών. ’πασαι αι πλευραί της θεωρίας και της πράξεως είναι παρούσαι εις το γεγονός της πίστεως...» (Systematische Theologie, Bd III Stuttgart 1966, σ. 157).

Πρωτ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ:«Ἐνόραση» καὶ «Διαίσθηση»


 Ἡ χρήση τοῦ ὄρου «ἐνόραση» μαζὶ μὲ τὶς ἀτέλειωτες ἀναφορὲς στὴ «θρησκευτικὴ ἐμπειρία» γεννά τὴν ἐντύπωση τῆς ἐξισώσεως τῶν ἐμπειριῶν τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὶς ἐμπειρίες τῶν πλήρους σκότους καὶ πλάνης θρησκειῶν.
 Πρωτ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΘΕΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ
Ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΤΗΤΑ
Κριτικς τοποθετήσεις στό βιβλίο
«Παγκοσμιότητα καί Ορθοδοξία»
ρχιεπ. λβανίας κ. ναστασίου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
γ) «Ἐνόραση » καὶ «Διαίσθηση».
   Εἴπαμε σὲ προηγούμενη παράγραφο ὅτι ἡ θρησκευτικὴ ἐμπειρία εἶναι ἕνα ἐνδοκοσμικό, ψυχολογικῆς τάξεως μέγεθος. Γιὰ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ αὐτὴ ἡ ἐνδοκοσμικὴ-ψυχολογικὴ ὑφὴ τῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας θὰ ἦταν καλὸ νὰ δοῦμε καὶ τὶς μεθόδους ποὺ χρησιμοποιοῦνται γιὰ τὴν ἀπόκτησή της. Μεγάλη σημασία δίνεται ἀπὸ τοὺς θρησκειολόγους, σὲ σχέση μὲ τὴ θρησκευτικὴ ἐμπειρία, στὴν «ἐνόραση» ἢ τὴ «διαίσθηση». Εἶναι ἕνας ὅρος φιλοσοφικο-θρησκευτικὸς ποὺ δηλώνει τὴ γνωστικὴ δύναμη τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία προσπαθεῖ νὰ ὑπερβεῖ τὶς αἰσθήσεις καὶ τὸ λογικὸ γιὰ νὰ γνωρίσει τὴν ἀλήθεια. Ὁ ὅρος «ἐνόραση» (Intuitio, Intuition) ἀπὸ τὴν Ἀναγέννηση καὶ μετὰ χρησιμοποιεῖται ἀπὸ πολλοὺς φιλοσόφους ποὺ διψασμένοι γιὰ ἀλήθεια καὶ γνώση, τὴν ὁποία στέρησε ὁ παπισμὸς μὲ τὴν ψευδοθεολογία του, πότε κλίνουν πρὸς τὸν ὀρθολογισμό, δηλ. πιστεύουν στὴ γνώση ποὺ παρέχει τὸ λογικό, πότε στὸν ἐμπειρισμό, δηλ. στὴ γνώση ποὺ παρέχουν οἱ αἰσθήσεις καὶ πότε στὸ μυστικισμό, δηλ. ἐμπιστεύονται αὐτὴ τὴν περίεργη δύναμη τῆς «ἐνοράσεως» ἢ «διαισθήσεως». Αὐτὴ τὴν ἐνόραση, ὡς μέθοδο γνώσεως καὶ ἐμπειρία τὴν χρησιμοποιοῦν ἰδιαίτερα οἱ πανθεϊστὲς (π.χ. Σπινόζα) καὶ οἱ ἀποκρυφιστὲς (π.χ. Παράκελσος, R. Steiner) καὶ φθάνει στὴ μόδα πάλι μὲ τὸν Μπερξὸν (1859-1941). Στὰ ἀρχαῖα χρόνια, ὁ Πλάτωνας, ὁ Πλωτίνος καὶ γενικώτερα οἱ νεοπλατωνικοὶ χρησιμοποιοῦσαν μὲ τὸ ἴδιο πανθεϊστικὸ περιεχόμενο τοὺς ὅρους «θεωρία», «θέα», «ἔκστασις», «ἐποπτεία» γιὰ νὰ δηλώσουν τὴ γνώση τῆς ἀλήθειας ἢ καὶ τὴ μέθοδο γνώσεως (τῶν «ἰδεῶν» ἢ τοῦ «Ἑνός»). Οἱ ἅγιοι Πατέρες χρησιμοποίησαν τους ὡς ἄνω ὅρους μὲ τελείως διαφορετικὸ περιεχόμενο. Δήλωναν μ' αὐτοὺς τὴν κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεό, τὴν ἔλλαμψη τῶν ἁγίων διὰ τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ. (Πουθενὰ βέβαια λόγος γιὰ «ἐνόραση», ἀφοῦ κτιστὰ συναισθήματα καὶ ἀτομικὲς ἐμπειρίες δὲν ἔχουν θέση κατὰ τὴν ἄσκηση τῆς προσευχῆς).
ς ἔρθουμε τώρα στὸ βασικό μας θέμα, τὴν κριτικὴ τῶν ἀπόψεων ποὺ ἐκφράζονται στὸ βιβλίο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας «Παγκοσμιότητα καὶ Ὀρθοδοξία». Ἡ χρήση τοῦ ὄρου «ἐνόραση» μαζὶ μὲ τὶς ἀτέλειωτες ἀναφορὲς στὴ «θρησκευτικὴ ἐμπειρία» γεννά τὴν ἐντύπωση τῆς ἐξισώσεως τῶν ἐμπειριῶν τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὶς ἐμπειρίες τῶν πλήρους σκότους καὶ πλάνης θρησκειῶν. Ἔτσι διαβάζουμε «ὁ θρησκευτικὸς στοχασμὸς ...ἔχει τὴν ὑποχρέωση νὰ ἐκφρασθεῖ μέ... προφητικὴ ἐνόραση... γιὰ τὴν ἀνάγκη μετανοίας... νὰ προσφέρει δυνάμεις μεταμορφώσεως τοῦ αἰσθητοῦ μὲ τὴν ἐνατένιση [κάτι παρόμοιο μὲ τὴν ἐνόραση] τοῦ ὑπεραισθητοῦ» (σ. 28). Ἐνόραση διαθέτουν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες (σ. 236), «προφητικὴ ἐνόραση» προσφέρει τὸ Εὐαγγέλιο «στὴ σκέψη καὶ τὴν ἐπιστήμη» (σ. 128) ἀλλὰ καὶ στὸ «στροβιλισμὸ νέων θρησκευτικῶν ἰδεῶν... ἡ προτεραιότητα δίδεται στὴν ἐμπειρία, τὴν ἐνόραση» (σ. 256). Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὅπως προαναφέρθηκε, «στὴν παγκόσμια αὐτὴ κρίση οἱ θρησκεῖες καλοῦνται νὰ προσφέρουν ἀπὸ τὰ βαθύτερα κοιτάσματα τῶν πνευματικῶν ἐμπνεύσεων καὶ  δ ι α ι σ θ ή σ ε ώ ν  τους...» (σ. 30). Οὕτως ἢ ἄλλως «ὁ ἄνθρωπος... μὲ τὶς ὑψηλότερες διαισθήσεις του... γνώριζε πάντοτε κάτι ἀπὸ τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν τελειότητα τοῦ Θεοῦ» κι αὐτὴ «ἡ  δ ι α ί σ θ η σ η  καὶ γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ ὁ προθάλαμος τῆς χριστιανικῆς πίστεως» (σ.179).
   Καταλήγουμε στὴν ἑνότητα αὐτὴ μὲ τὴ διαπίστωση ὅτι εἶναι παντελῶς ἀδόκιμος ὁ ὅρος «ἐνόραση» ἢ «διαίσθηση» γιὰ νὰ περιγράφη τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία τῶν Ἁγίων. Ἡ διαθρησκευτική, ἐνθουσιαστικὴ χρήση τοῦ περιγράφει τὶς θρησκευτικὲς «ἐμπνεύσεις» καὶ τὶς «μεγαλειώδεις συλλήψεις» καὶ «ἀνατάσεις» τῶν θρησκειῶν καὶ δημιουργεῖ προγεφυρώματα γιὰ συγκρίσεις ἀνεπίτρεπτες ἐνῶ ἡ πανθεϊστικὴ χροιὰ τοῦ ἀφανίζει ἡ μειώνει ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν ὀρθοδόξων τὸ μοναδικὸ πρόσωπο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τὴν Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀντιαιρετικὸν Ἐγκόλπιον    www.egolpion.com

Read more: http://www.egolpion.net/enorasi_diais8isi.el.aspx#ixzz3BsL33X7H

Πέμπτη 28 Αυγούστου 2014

Πού βρίσκεται σήμερα το κεφάλι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου;


Η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου κλάπηκε από την Κωνσταντινούπολη κατά την άλωσή της από τους Σταυροφόρους το 1204, και από το 1206 βρίσκεται στην πόλη Amiens (Αμιένη) της βόρειας Γαλλίας, στον περίφημο καθεδρικό της ναό, ο οποίος χτίστηκε ακριβώς για να στεγάσει το άγιο αυτό λείψανο και μάλιστα συγκαταλέγεται στα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Τα παρακάτω αποτελούν μετάφραση ενός δημοσιεύματος του ιστολογίου Full of Grace and Truth, όπου παρατίθενται δύο αποσπάσματα από ένα αφιέρωμα του υπέροχου περιοδικού “Road to Emmaus” (Δρόμος προς Εμμαούς). Σας προτείνουμε να ρίξετε μια ματιά μέχρι το τέλος του δημοσιεύματος. Γίνεται λόγος και για τις αποδείξεις της γνησιότητας της τιμίας κάρας.
Το παρακάτω είναι απόσπασμα από ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο από το περιοδικό Road to Emmaus για ιερά ορθόδοξα λείψανα στη Γαλλία. Πρόκειται για μια συνέντευξη με τον π. Νικολά Nikichine ο οποίος από καιρό ερευνά πολλά από τα φερόμενα λείψανα που έχουν σχέση με την Ορθοδοξία στη Γαλλία και παρουσιάζει εδώ πολλά από τα συμπεράσματά του. Μεταξύ των κειμηλίων που έχουν περισσότερες ιστορικές αποδείξεις, όπως αναφέρει, είναι η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στην Amiens της Γαλλίας. [...]
“Από το 13ο αιώνα, ο καθεδρικός ναός της Νοτρ Νταμ στην Αμιένη στεγάζει ένα μέρος του κρανίου – τα οστά του προσώπου – του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Αυτό δεν πρέπει να συγχέει αυτούς που γνωρίζουν ότι και το Άγιον Όρος ισχυρίζεται ότι έχει «την κεφαλή του αγίου Ιωάννη» (σημείωση του μεταφραστή: ίσως να εννοεί κάπου αλλού). Αυτή η ονοματοδοσία είναι μια ευσεβής συνήθεια, γιατί ακόμα κι αν έχετε μόνο ένα μέρος του κεφαλιού ή του χεριού, δεν θα λέγατε, «έχουμε πέντε εκατοστά του κρανίου», θα λέγατε, «έχουμε την κάρα του». Στο Άγιον Όρος έχουν ένα άλλο μέρος του κρανίου, αλλά στην Αμιένη έχουμε τα οστά του προσώπου, και μπορείτε να φανταστείτε ακόμη και την προσωπικότητά του πίσω από αυτά τα λείψανα.”
“RTE: Μπορείτε να μας πείτε τώρα για τα αποδεικτικά στοιχεία για ορισμένα από τα λείψανα που έχετε μελετήσει;
Π/ΝΙΚΟΛΑ: Όλα τα κυριότερα λείψανα που ανέφερα προηγουμένως έχουν βάσιμα ιστορικά και επιστημονικά επιχειρήματα από πολλές διαφορετικές πηγές, και αυτή η ποικιλία της συνοχής είναι ισχυρό επιχείρημα από μόνο του. Επίσης, μαθαίνοντας την ιστορία αυτών των λειψάνων, εμείς οι Ορθόδοξοι ανακαλύπτουμε μια άλλη άποψη για την ιστορία της δυτικής Εκκλησίας και έναν νέο τρόπο κατανόησης αυτών των ιστορικών γεγονότων.



Για παράδειγμα, η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου αποκτήθηκε κατά τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης το 1204 (σημείωση του μεταφραστή: από τους λατίνους σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας, οι οποίοι κατέκτησαν την Κωνσταντινούπολη και άρπαξαν όλους τους θησαυρούς της, π.χ. τα διάφορα πολύτιμα κειμήλια που μεταφέρθηκαν και βρίσκονται έως σήμερα στην Βενετία, το Άγιο Μανδήλιο που σήμερα είναι γνωστό ως η Σινδόνη του Τορίνο, η περίφημη εικόνα της Οδηγήτριας που ζωγραφίστηκε από τον ευαγγελιστή Λουκά και κατέληξε στο Montevergine της Ιταλίας, και άλλα πολλά). Αυτό ήταν μια μεγάλη τραγωδία για την ανατολική Εκκλησία, αλλά τώρα βλέπουμε τι έχει συμβεί στη Μικρά Ασία, στην Τουρκία, από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453 μέχρι σήμερα. Αν το κεφάλι είχε παραμείνει εκεί, θα είχε χαθεί ή καταστραφεί, όταν η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Τούρκων (όπως συνέβη με πολλά λείψανα), ή μήπως θα ήταν ακόμα προσβάσιμο για προσκύνηση; Τώρα, αυτό το λείψανο είναι στη Γαλλία, σε έναν πολύ όμορφο καθεδρικό ναό, και είναι δυνατό για τους Ορθόδοξους να το προσκυνήσουν με τον πλέον ανοικτό τρόπο. Η 25η Μαΐου, σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, ή η 7η Ιουνίου, σύμφωνα με την αστική ημερολόγιο, είναι η γιορτή της Τρίτης Ευρέσεως της Κεφαλής του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, και σε αυτή τη γιορτή, το 2004, τελέσαμε την Θεία Λειτουργία με αυτό το λείψανο στην αγία τράπεζα. Αυτό δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί στη σύγχρονη Τουρκία, και αυτό το είδος προβληματισμού αλλάζει την εκτίμησή μας για το ιστορικό γεγονός της μεταφοράς αυτού του λειψάνου στην Αμιένη. Ο Θεός έχει την δική Του πρόνοια.

Παλιό ανάγλυφο από τον καθεδρικό της Αμιένης που δείχνει την άφιξη της κεφαλής του αγίου Ιωάννη στην πόλη. Παρατηρούμε ότι το άγιο λείψανο με την χρυσή λειψανοθήκη είναι ακριβώς το ίδιο όπως το βλέπουμε και σήμερα.
Ο Θεός επέτρεψε τη μεταφορά αυτών των λειψάνων εδώ, και αυτή η δυτική κοινωνία είναι τα διατηρεί πιστά. Βεβαίως, η Γαλλία περνάει μια περίοδο αποχριστιανοποίησης, αλλά ακόμη βλέπουμε  καθημερινή προσκύνηση των λειψάνων αυτών από έναν μικρό αριθμό πιστών χριστιανών. Ένα άλλο πολύ γνωστό παράδειγμα από τον 11ο αιώνα είναι η μεταφορά («μετακομιδή») του λειψάνου του αγίου Νικολάου από τα Μύρα της Λυκίας (και αυτή βρίσκεται σήμερα στην Τουρκία) στο Μπάρι στην Ιταλία. Στην ακολουθία που είναι αφιερωμένη σε αυτό το γεγονός, λέμε «Δεν ήταν χρήσιμο στα μάτια του Θεού αυτά τα πολύτιμα λείψανα να παραμένουν αδρανή στην έρημο της Λυκίας.» [*** Βλ. την σημείωση παρακάτω] Εμείς οι Ορθόδοξοι πρέπει να αντιμετωπίσουμε ευλαβικά την πρόνοια του Θεού, η οποία εκδηλώνεται σε αυτό.
Αυτή η συνεχής προσκύνηση από ακόμη και μια μειοψηφία Γάλλων πιστών είναι ένα από τα πνευματικά επιχειρήματα για τη γνησιότητά τους. Σε κάθε περίπτωση που έχω μελετήσει, έχω βρει ντόπιους που πιστεύουν, και ακαδημαϊκούς μελετητές που έχουν έγγραφα, ιστορικά βιβλία, και αρχεία που παρουσιάζουν τα ιστορικά και επιστημονικά επιχειρήματα που αποδεικνύουν τη γνησιότητα του λειψάνου. Βεβαίως, αυτοί οι άνθρωποι είναι λίγοι σε αριθμό. Ο μεγάλος αριθμός των Γάλλων ρωμαιοκαθολικών όχι μόνο δεν γνωρίζουν τίποτα για τα δικούς τους ιερούς τόπους, αλλά και δεν ενδιαφέρονται και πολύ για αυτά. Αυτό δεν είναι δικό τους φταίξιμο – αυτοί οι ίδιοι είναι θύματα των αντι-χριστιανικών, αντι-εκκλησιαστικών, και αντι-λειψανικών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Δυστυχώς, κάθε αδύναμο σημείο της ιστορίας της δυτικής Εκκλησίας (σημείωση του μεταφραστή: δηλαδή του Παπισμού) μεγεθύνεται με σκοπό να γενικεύσει την εντύπωση της αδυναμίας της Εκκλησίας συλλήβδην. Οι ρωμαιοκαθολικοί είχαν τις αποτυχίες τους, και η ευπιστία των απλών ανθρώπων γινόταν ενίοτε αντικείμενο εκμετάλλευσης από κακούς κληρικούς για το κέρδος, αλλά και πάλι, όταν μελετάτε την ιστορία των μεγάλων λειψάνων, δεν μένει χώρος για αυτές τις απλοϊκές αντιρρήσεις.
Αντιθέτως, έχουμε πολύ κατηγορηματικά και ισχυρά επιχειρήματα. Μπορούμε να αναφέρουμε το παράδειγμα της κεφαλής του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή στην Αμιένη, η οποία, ανατομικά, είναι ένα οστό του προσώπου χωρίς το σαγόνι. Συγχρόνως, μια εκκλησία στην επισκοπή του Βερντέν (σημείωση του μεταφραστή: άλλη πόλη της Γαλλίας) είχαν, όπως φημιζόταν, το σαγόνι του Αγίου Ιωάννη. Μια επιτροπή συστήθηκε για να εξετάσει τα δύο κειμήλια, και στην προκειμένη περίπτωση, το σαγόνι στο Βερντέν αποδείχθηκε ότι ήταν ενός άλλου ανθρώπου, μετά τον δέκατο αιώνα, αλλά τα συμπεράσματα της ίδιας επιτροπής σχετικά με τα λείψανα του αγίου Ιωάννη στην Αμιένη ήταν εκπληκτικά. Το οστό της Αμιένης όχι μόνο έχει χρονολογία από τον πρώτο ως τον τρίτο αιώνα μετά Χριστόν, αλλά και αυτό το κομμάτι του κρανίου προσδιορίστηκε ότι ήταν ενός άνδρα μεσογειακής καταγωγής, ηλικίας από 30 μέχρι 45, και επιπλέον υπήρχε μια αρχαία τρύπα που προκλήθηκε από ένα αιχμηρό εργαλείο, ακριβώς στο κάτω μέρος του μετώπου. Σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση, γνωρίζουμε ότι μετά τον αποκεφαλισμό του, η Ηρωδιάδα μαχαίρωσε το κεφάλι με το μαχαίρι της ως εκδίκηση για την καταγγελία εκ μέρους του του παράνομου γάμου της με τον Ηρώδη. Αν και αυτό δεν είναι τόσο σημαντικό για τους επιστημονικούς εξεταστές, έχουμε πράγματι αυτό το επιχείρημα από τη δική μας παράδοση, μαζί με άλλα ιστορικά και ανθρωπολογικά επιχειρήματα για τη γνησιότητα του λειψάνου του.
Στην ιστορία των μεγάλων κειμηλίων, έχουμε σχεδόν πάντα αυτή την επιστημονική και πνευματική ταύτιση. Για παράδειγμα, στην ιστορία της Σινδόνης του Τορίνου, η ιστορική τεκμηρίωση δεν είναι πολύ πειστική, αλλά τα πιο εντυπωσιακά επιχειρήματα προέρχονται από την επιστημονική πλευρά, τα πορίσματα των οποίων έχουν συνεχώς αναθεωρηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. (σημείωση του μεταφραστή: Τα τελευταία χρόνια έχουν εντοπιστεί και η πληθώρα των ιστορικών τεκμηρίων σχετικά με την αγία Σινδόνη, εκτός από τα επιστημονικά! Μπορείτε να διαβάσετε για την θύελλα των συγκλονιστικών στοιχείων σε διάφορα βιβλία, όπως για παράδειγμα στα άψογα “The Crucifixion of Jesus: A Forensic Inquiry” του ιατροδικαστή Frederick Zugibe και το “Holy Faces, Secret Places” του ιστορικού ερευνητή Ian Wilson. Το ένα εστιάζει κυρίως στις αποδείξεις που αφορούν στις φυσικές επιστήμες, ενώ το άλλο στις ιστορικές.)
Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, είχαμε αυτό που ονομάστηκε «Καθολική Αναγέννηση» στη Γαλλία. Η πρωτόγονη και άξεστη λογικοκρατία και η κριτική των επαναστατών και των Προτεσταντών που προσπαθούσαν να δυσφημίσουν τα λείψανα ώθησαν τους Ρωμαιοκαθολικούς να εξερευνήσουν τις ιστορίες αυτών των αντικειμένων. Μελέτησαν, έκαναν αρχαιολογικές έρευνες, και έφτασαν σε ένα υψηλότερο επίπεδο αντικειμενικής επιχειρηματολογίας υπέρ της γνησιότητας πολλών από αυτά τα λείψανα που ήταν γνωστά από πριν. Όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά και στη χριστιανική Ανατολή, έχουμε ακόμη πολλά έγγραφα που δεν έχουν ερευνηθεί, εξαιτίας των γλωσσικών φραγμών, την αρχαιότητας, και της έλλειψης πρόσβασης.

Ο καθεδρικός ναός της Παναγίας στην Αμιένη, όπου φυλάσσεται η κεφαλή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.
Καθώς συνεχίζουμε να μελετάμε, βρίσκουμε με τον καιρό ακόμη περισσότερα επιχειρήματα υπέρ της γνησιότητας, αλλά η άποψή μου είναι ότι η λογική διερεύνηση δεν μπορεί ποτέ να αποτελεί επαρκή απόδειξη. Περιορίζεται από την φύση της λογικοκρατίας. Το βασικό επιχείρημα για εμάς είναι το επιχείρημα της πίστης μας. Δεν είναι το γεγονός ότι αυτό το λείψανο, αυτό το κόκαλο, είναι πραγματικά από από τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή με κάποιον τρόπο να επηρεάζει τη σύγχρονη ζωή μας, το προσωπικό μας πεπρωμένο. Γνωρίζουμε από την ιστορία της Εκκλησίας ότι, αν αυτό λείψανο είναι από τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, τότε έχουμε μια μεγαλύτερη εγγύηση ότι η αδύναμη προσευχή μας θα έχει περισσότερα αποτελέσματα εδώ από ό, τι σε άλλο τόπο.
Το σημείο όπου θέλουμε να καταλήξουμε είναι να δείξουμε ότι δεν είναι μόνο εφικτό, αλλά και χρήσιμο να προσευχόμαστε μπροστά σε άγια λείψανα. Έχουμε αρκετά στοιχεία που να δείχνουν ότι υποστηρίζουν την προσευχή μας. Ο Θεός και οι άγιοι οι ίδιοι μάς δίνουν αρκετά επιχειρήματα. Ωστόσο, ακόμη και αν καλώ προσκυνητές σε αυτά τα ιερά μέρη, προσωπικά, δεν τολμώ να επιβάλω αυτό το σέβας ως μια βεβαιότητα. Μόνο το σύνολο της Εκκλησίας μπορεί να το εξουσιοδοτήσει αυτό. [...]“
(παρμένο από:http://www.roadtoemmaus.net/back_issue_articles/RTE_25/A_CITY_OF_SAINTS.pdf, “A CITY OF SAINTS: THE FORGOTTEN RELIQUARIES OF PARIS”;
Road to Emmaus Vol. VII, No. 2 (#25))
[***Σημείωση: Όπως γράφει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στον "Συναξαριστή" του για την γιορτή της μετακομιδής του λειψάνου του αγίου Νικολάου (20 Μαϊου): «Διά τούτο ευδόκησεν ο Θεός να σηκωθούν από εκεί τα άγια λείψανα του μεγάλου Πατρός ημών Nικολάου, και να μεταφερθούν εις την πολυάνθρωπον πολιτείαν την ονομαζομένην Mπαρ, ήτις ευρίσκεται εις την Iταλίαν. Ένα μεν, διά να μη μείνουν τα λείψανα τοιούτου Aγίου άτιμα και άδοξα, και άλλο δε, διά να απολαύση και η Δύσις τα τούτου θαυμάσια, ήτις ακόμη δεν είχε πέση εις τας αιρέσεις και κακοδοξίας, αλλ’ ήτον Oρθόδοξος, και ενωμένη με την Aνατολικήν Eκκλησίαν." (http://www.snhell.gr/references/synaxaristis/search.asp)
(και τώρα οι ταπεινές μου απόψεις...) (σημείωση του μεταφραστή: δηλαδή του ιστολογίου Full of Grace and Truth)
Αυτά και τα παρόμοια συναισθήματα που προαναφέρθηκαν δεν δείχνουν να αποδέχονται καθόλου την αφαίρεση των ιερών ορθοδόξων λειψάνων(συμπεριλαμβανομένης εκείνης κατά την λεηλασία της Κωνσταντινούπολης) και τη μεταφορά τους σε ξένα και ακόμα και ετερόδοξα μέρη, αλλά φαίνεται να επαναλαμβάνουν ότι κανείς μας δεν γνωρίζει τον άπειρο νου του Θεού, και το τί ευδοκεί το ανεξιχνίαστο θέλημά Του. Ίσως θα έπρεπε επίσης να δείχνουμε ταπεινοφροσύνη, μετάνοια και καρτερία στις διάφορες δοκιμασίες που επιτρέπονται από το Θεό εξαιτίας των πολλών αμαρτιών μας. Εν πάση περιπτώσει, ας ευχαριστήσουμε τον Θεό εν τέλει για τις αμέτρητες υλικές και πνευματικές ευλογίες που συνεχίζουμε να λαμβάνουμε από Αυτόν σε αφθονία.]
Μετάφραση: Ραφαήλ Παπανικολάου
Πηγή: Περιοδικό “Road to Emmaus: A Journal of Orthodox Faith and Culture” (ιστοσελίδα http://www.roadtoemmaus.net/). Αναδημοσίευση από http://full-of-grace-and-truth.blogspot.com/2009/08/head-of-precious-forerunner-in-amiens.html.

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος


 Φώτη Κόντογλου
Σήμερα πού γράφω, 29 Αὐγούστου, εἶναι ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Χθές τό βράδυ ψάλαμε τόν Ἑσπερινό κατανυκτικά σ’ ἕνα παρεκκλήσι, κ’ ἤτανε μοναχά λίγες γυναῖκες καί δύο-τρεῖς ἄνδρες.
Σήμερα τό πρωί ψάλαμε τή λειτουργία του πάλι μέ λίγους προσκυνητές. Τά μαγαζιά ἤτανε ἀνοιχτά, ὅλοι δουλεύανε σάν νά μήν ἤτανε ἡ γιορτή τοῦ πιό μεγάλου ἁγίου τῆς θρησκείας μας. Ἀληθινά λέγει τό τροπάρι του «Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων, σοί δέ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου, Πρόδρομε».
Μέ ἐγκώμια καί μέ εὐλάβεια γιορτάζανε ἄλλη φορά οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί τόν Πρόδρομο, ἀλλά τώρα τοῦ φτάνει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου.
Αὐτή ἡ μαρτυρία θ’ ἀπομείνει στόν αἰώνα, εἴτε τόν γιορτάζουνε εἴτε δέν τόν γιορτάζουνε οἱ ἄνθρωποι, εἴτε τόν θυμοῦνται εἴτε τόν ξεχάσουνε. Κ’ ἡ μαρτυρία εἶναι τούτη: πώς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος εἶναι «ὁ ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων» δηλ. «ὁ πιό μεγάλος ἀπ’ ὅσους γεννηθήκανε ἀπό γυναίκα» κατά τά λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό κ’ ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὥρισε νά μπαίνει τό εἰκόνισμά του πλάγι στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, στό εἰκονοστάσιο τῆς κάθε ὀρθόδοξης ἐκκλησιᾶς.
Ὁ ἱερός Λουκᾶς ἀρχίζει τό Εὐαγγέλιό του μέ τήν ἱστορία τοῦ Προδρόμου καί λέγει «Ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως τῆς Ἰουδαίας, ἱερεύς τις ὀνόματι Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας Ἀβιᾶ»: «Στίς μέρες τοῦ Ἡρώδη τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἰουδαίας ἤτανε ἕνας ἱερέας Ζαχαρίας ἀπό τήν ἐφημερία τοῦ Ἀβιᾶ, κι’ ἡ γυναίκα του ἤτανε ἀπό τίς θυγατέρες τοῦ Ἀαρών, καί τή λέγανε Ἐλισσάβετ κ’ ἤτανε δίκαιοι κ’ οἱ δύο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιατί πορευόνταν μέ ὅλες τίς ἐντολές καί μέ τά δικαιώματα τοῦ Κυρίου, ἀψεγάδιαστοι. Καί δέν εἴχανε παιδί, γιατί ἡ Ἐλισσάβετ ἤτανε στείρα, κι’ ἤτανε κι’ οἱ δύο περασμένοι στήν ἡλικία. Καί ᾽κεῖ πού λειτουργοῦσε τή μέρα πού ἤτανε ἡ σειρά του νά λειτουργήσει ὁ Ζαχαρίας, μπῆκε στό ἱερό νά θυμιάσει, κι’ ὁ κόσμος προσευχότανε ἔξω κατά τήν ὥρα πού θυμίαζε.
Καί φανερώθηκε στόν Ζαχαρία ἕνας ἄγγελος Κυρίου καί στεκότανε δεξιά ἀπό τό θυσιαστήριο.
Καί ταράχθηκε ὁ Ζαχαρίας σάν τόν εἶδε, κι’ ἔπεσε φόβος ἀπάνω του. Καί τοῦ εἶπε ὁ Ἄγγελος: Μή φοβᾶσαι, Ζαχαρία, γιατί ἀκούσθηκε ἡ δέησή σου, κι’ ἡ γυναίκα σου θά γεννήσει γυιό καί θά βγάλεις τόνομά του Ἰωάννη, καί θά ᾽ναι γιά σένα χαρά κι’ ἀγαλλίαση, καί πολλοί θά χαροῦνε γιά τή γέννησή του, γιατί θά ᾽ναι μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου.
Νά μήν πιεῖ κρασί κι’ ἄλλα πιοτά, καί θά εἶναι γεμάτος ἀπό ἅγιο Πνεῦμα ἀπό τήν κοιλιά τῆς μητέρας του, καί θά γυρίσει πολλούς ἀπό τούς γυιούς τοῦ Ἰσραήλ στήν πίστη τοῦ Θεοῦ τους. Κι’ αὐτός θά ἔλθει μπροστά ἀπ’ αὐτόν μέ τό πνεῦμα καί μέ τή δύναμη τοῦ Ἠλία, γιά νά γυρίσει τίς καρδιές τῶν πατέρων στά παιδιά τους, κι’ ἀνθρώπους ἀνυπάκουους στή φρονιμάδα, καί γιά νά ἑτοιμάσει γιά τόν Κύριο λαό διαλεγμένον.
Κι’ εἶπε ὁ Ζαχαρίας στόν ἄγγελο: Ἀπό τί θά καταλάβω πώς θά γίνουνε αὐτά πού λές; γιατί ἐγώ εἶμαι γέρος κ’ ἡ γυναίκα μου περασμένη. Καί τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Ἄγγελος καί τοῦ εἶπε: Ἐγώ εἶμαι ὁ Γαβριήλ πού παραστέκουμαι μπροστά στό Θεό, καί στάλθηκα νά σοῦ μιλήσω καί νά σοῦ φέρω τήν καλή εἴδηση.
Καί νά, θά πιασθεῖ ἡ λαλιά σου καί δέν θά μπορεῖς νά μιλήσεις, ὡς τή μέρα πού θά γίνουν ὅλα αὐτά, ἐπειδή δέν πίστεψες στά λόγια μου πού θά γίνουνε στόν καιρό τους. Κι’ ὁ λαός περίμενε νά βγεῖ ἀπό τό ἱερό. Καί σάν ἐβγῆκε, δέν μποροῦσε νά μιλήσει, καί καταλάβανε πώς εἶδε κάποια ὀπτασία μέσα στό ἱερό. Κι’ ἐκεῖνος τούς ἔγνεφε κ’ ἤτανε κουφός».
Κι’ ἀληθινά γενήκανε ὅλα ὅπως τά εἶχε πεῖ ὁ ἄγγελος στόν Ζαχαρία, κι’ ἔνοιωσε πώς ἀπόμεινε βαρεμένη ἡ Ἐλισσάβετ, κι’ ἔκρυβε τόν ἑαυτό της πέντε μῆνες.
Καί σάν ἦρθε ὁ καιρός νά γεννήσει, γέννησε ἀρσενικό. Καί σάν τ’ ἀκούσανε οἱ γειτόνοι κι’ οἱ συγγενεῖς της, πήγανε καί τή συγχαρήκανε. Κι’ ὕστερα ἀπό ὀχτώ μέρες, πήγανε οἱ συγγενεῖς γιά νά κάνουνε τήν περιτομή τοῦ παιδιοῦ καί τό φωνάξανε μέ τόνομα τοῦ πατέρα του Ζαχαρία.
Κι’ ἡ μητέρα τοῦ εἶπε: Ὄχι, θά τό βγάλουμε Ἰωάννη. Κι’ οἱ ἄλλοι τῆς εἴπανε πώς κανένας στό σόγι σας δέν ἔχει αὐτό τόνομα. Ρωτούσανε καί τόν πατέρα του μέ νοήματα τί θέλει νά τό βγάλουνε τό παιδί. Καί ᾽κεῖνος ζήτησε πινακίδι κι’ ἔγραψε: Ἰωάννης εἶναι τόνομά του. Κι’ ὅλοι θαυμάσανε.
Τότες ἄνοιξε μονομιᾶς τό στόμα του κι’ ἡ γλώσσα του σάλεψε καί μιλοῦσε καί φχαριστοῦσε τό Θεό. Κι’ ὅσοι βρεθήκανε στό σπίτι φοβηθήκανε καί διαλαληθήκανε ὅσα γινήκανε σ’ ὅλα τά βουνά τῆς Ἰουδαίας.
Κι’ ὁ Ζαχαρίας φωτίσθηκε ἀπό τό ἅγιον Πνεῦμα καί προφήτεψε κι’ εἶπε: «Βλογημένος νά ᾽ναι ὁ Κύριος ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ, γιατί θυμήθηκε κι’ ἔστειλε λύτρωση στό λαό του, καί σήκωσε ἀπάνω κι’ ἔσωσε τό σπίτι τοῦ Δαυίδ τοῦ παιδιοῦ του, καί δέν ξέχασε τόν ὅρκο πού ἔδωσε στόν Ἀβραάμ τόν πατέρα μας. Κι’ ἐσύ, παιδί μου, θά γίνεις προφήτης τοῦ Ὑψίστου, καί θά περπατήξεις μπροστά ἀπό τόν Κύριο γιά νά ἑτοιμάσεις τό δρόμο του καί νά δώσεις στό λαό του γνώση καί σωτηρία, ἐπειδή τόν σπλαχνίσθηκε ὁ Θεός μας καί συγχώρησε τίς ἁμαρτίες του, κι’ ἦρθε ἀπάνω μας ἀνατολή ἀπό ψηλά, γιά νά φωτίσει ἐκείνους πού κάθουνται στό σκοτάδι καί στόν ἴσκιο τοῦ θανάτου, καί νά ὁδηγήσει τά πόδια μας σέ δρόμο εἰρήνης». Καί τό παιδί μεγάλωνε καί δυνάμωνε τό πνεῦμα του, καί ζοῦσε στίς ἐρημιές, ὡς τή μέρα πού φανερώθηκε καί κήρυχνε στούς Ἰσραηλίτες (Λουκ. α΄, 5 κ.ἑξ.).
Στά δεκαπέντε χρόνια ἀπό τή μέρα πού βασίλεψε στή Ρώμη ὁ Τιβέριος, τόν καιρό πού ἤτανε ἡγεμόνας τῆς Ἰουδαίας ὁ Πόντιος Πιλάτος, κι’ ἤτανε τετράρχης τῆς Γαλιλαίας ὁ Ἡρώδης, γίνηκε λόγος τοῦ Θεοῦ στόν Ἰωάννη τό γυιό τοῦ Ζαχαρία, πού ζοῦσε στήν ἔρημο, καί πῆγε στά περίχωρα τοῦ Ἰορδάνη, κηρύχνοντας νά μετανοοῦνε καί νά βαφτίζουνται γιά νά συγχωρηθοῦνε οἱ ἁμαρτίες τους.
Κι’ ἔλεγε σέ κείνους πού πηγαίνανε νά βαφτισθοῦνε: «Γεννήματα τῆς ὀχιᾶς, ποιός σᾶς ἔδειξε νά φύγετε ἀπό τήν ὀργή πού ἔρχεται καταπάνω σας; Κάνετε λοιπόν καρπούς ἄξιους τῆς μετάνοιας, καί μήν πιάνετε καί λέτε: ἐμεῖς ἔχουμε πατέρα τόν Ἀβραάμ. Γιατί σᾶς λέγω πώς ὁ Θεός μπορεῖ ἀπό τοῦτα τά λιθάρια νά ἀναστήσει παιδιά τοῦ Ἀβραάμ. Καί τό τσεκούρι εἶναι κιόλας κοντά στή ρίζα τῶν δέντρων  κάθε δέντρο πού δέν κάνει καρπό καλό, κόβεται, καί ρίχνεται στή φωτιά».
Μία μέρα καθότανε ὁ Ἰωάννης μέ τούς μαθητάδες του, Ἀνδρέα κι’ Ἰωάννη, κι’ εἴδανε τόν Χριστό ἀπό μακριά. Τότε γύρισε ὁ Πρόδρομος καί τούς λέγει: «Νά τό ἀρνί τοῦ Θεοῦ, πού σηκώνει ἀπάνω του τίς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου». Κι’ οἱ δύο μαθητές του ἀκολουθήσανε τόν Χριστό.
Μετά καιρό, ἔστειλε ὁ Πρόδρομος δύο μαθητές του νά ρωτήσουνε τόν Χριστό: «Ἐσύ εἶσαι αὐτός πού θάρθει, ἤ ἄλλον περιμένουμε;» Καί τόκανε αὐτό γιά νά φανεῖ πώς ὁ Χριστός ἤτανε ὁ Μεσσίας. Τήν ὥρα πού πήγανε, ὁ Χριστός εἶχε γιατρέψει πολλούς ἀρρώστους. Καί σάν τόν ρωτήσανε ἄν εἶναι αὐτός ὁ Μεσσίας ἤ περιμένουνε ἄλλον, τούς ἀποκρίθηκε: «Πηγαίνετε καί πέστε στόν Ἰωάννη ὅσα εἴδατε κι’ ὅσα ἀκούσατε  τυφλοί βλέπουνε, κουτσοί περπατοῦνε, λεπροί καθαρίζονται, κουφοί ἀκοῦνε, νεκροί ἀναστήνουνται, φτωχοί παίρνουνε ἐλπίδα. Κι’ εἶναι καλότυχος ὅποιος δέν θά σκανδαλισθεῖ γιά μένα καί θά μέ πιστέψει». Σάν φύγανε οἱ μαθητές τοῦ Ἰωάννη, ὁ Χριστός γύρισε κι’ εἶπε στούς Ἰουδαίους γιά τόν Ἰωάννη: «Τί βγήκατε νά δῆτε στήν ἔρημο; Κανένα καλάμι πού νά τό σαλεύει ὁ ἄνεμος;
Τί βγήκατε νά δῆτε; Κανέναν ἄνθρωπο ντυμένον μέ μαλακά ροῦχα; Νά, ὅσοι εἶναι ντυμένοι μ’ ἀκριβά καί μαλακά ροῦχα, κάθουνται στά παλάτια.
Τί βγήκατε λοιπόν νά δῆτε; Κανέναν προφήτη; Ναί, σᾶς λέγω, καί περισσότερο ἀπό προφήτη. Γι’ αὐτόν εἶναι γραμμένο: ‘Νά, ἐγώ στέλνω τόν ἄγγελό μου πρίν ἀπό τό πρόσωπό σου πού θά ἑτοιμάσει τό δρόμο σου μπροστά σου’. Λοιπόν σᾶς λέγω, κανένας προφήτης ἀπ’ ὅσους γεννήσανε γυναῖκες δέν εἶναι μεγαλύτερος ἀπό τόν Ἰωάννη τόν βαπτιστή» (Λουκ. γ΄, 1-9 καί ζ΄, 18-28).
Ἕναν τέτοιον ἅγιο δέν ἔχουμε καιρό νά γιορτάσουμε. Ἔχουμε ὅμως καιρό νά γιορτάζουμε καί νά κάνουμε φαγοπότια ὅπως ἔκανε ὁ Ἡρώδης, σέ καιρό πού πεινᾶνε χιλιάδες ἀδέλφια μας. Ἀπάνω σ’ ἕνα τέτοιο φαγοπότι μαρτύρησε ὁ Πρόδρομος, κι’ αὐτή τήν ἱστορία τήν ξέρουνε ὅλοι. Αὐτός ὁ τύραννος, γιά νά γίνει τετράρχης τῆς Ἰουδαίας, σκότωσε πολλούς ἐχθρούς του.
Στόν καιρό του ὁ κόσμος εἶχε γεμίσει ἀπό σκοτωμό καί σκληροκάρδια. Οἱ λεγεῶνες τῆς Ρώμης σφαζόντανε μεταξύ τους. Ὁ Καίσαρας, ὁ Πομπήιος, ὁ Ἀντώνιος, ὁ Ὀκτάβιος, ὁ Βροῦτος, ὁ Κάσσιος πολεμούσανε ὁ ἕνας καταπάνω στόν ἄλλον γιά τό ποιός θά ἐξουσιάζει τήν οἰκουμένη.
Οἱ πιό μικροί σατράπες, σάν τόν Ἡρώδη, τρωγόντανε κι’ αὐτοί μεταξύ τους καί κολλούσανε σ’ ἕνα δυνατόν ὁ καθένας. Ὁ Ἡρώδης ἤτανε φίλος μέ τόν Ἀντώνιο πού πῆρε στήν ἐξουσία τοῦ τήν Ἀσία ὕστερα ἀπό τή μάχη πού ἔγινε στούς Φιλίππους.
Σάν σκότωσε ὅλους τούς ἐχθρούς του, ἀπόμεινε ἕνας μοναχός πού τόν λέγανε Ὑρκανό, κ’ ἤτανε ἀρχιερέας, μά ἔκρυβε πονηρά τήν ἔχθρητά του ὡς νά μπορέσει νά τόν ξαποστείλει κι’ αὐτόν στόν ἄλλον κόσμο. Στήν πονηριά ἤτανε τέτοιος, πού ὁ Χριστός τόν ἔλεγε πονηρή ἀλεποῦ.
Μά ἡ πεθερά τοῦ Ἡρώδη Ἀλεξάνδρα, πού ἤτανε κόρη τοῦ Ὑρκανοῦ, κατάλαβε τόν κακό σκοπό του, κ’ ἔγραψε στή βασίλισσα τῆς Αἰγύπτου τήν Κλεοπάτρα καί τήν παρακαλοῦσε νά μιλήσει στόν Ἀντώνιο, τόν ἐραστή της, γιά τό γυιό της τόν Ἀριστόβουλο.
Κεῖνες τίς μέρες πῆγε στήν Ἱερουσαλήμ ἕνας φίλος τοῦ Ἀντωνίου λεγόμενος Δήλιος. Καί σάν εἶδε τόν Ἀριστόβουλο καί τήν ἀδελφή του Μαριάμη, ἀπόμεινε σαστισμένος ἀπ’ τήν ἐμορφιά τους, κι’ εἶπε στήν Ἀλεξάνδρα νά στείλει στό μασκαρά τόν Ἀντώνιο τίς ζωγραφιές τους. Σάν τίς εἶδε ὁ Ἀντώνιος, πολύ εὐχαριστήθηκε κι’ ἔγραψε νά τοῦ στείλουνε τόν Ἀριστόβουλο.
Μά ὁ Ἡρώδης, πού εἶχε μυρισθεῖ τά σχέδια τῆς Ἀλεξάνδρας, ἔγραψε στόν Ἀντώνιο πώς ἄν ἔφευγε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ ὁ Ἀριστόβουλος, θά γινόντανε ταραχές κι’ ἀκαταστασίες. Τήν Ἀλεξάνδρα τήν πρόσταξε νά κάθεται στήν Ἱερουσαλήμ, γιά νά βλέπει τί κάνει, γι’ αὐτό καί ᾽κείνη ἔγραψε καί παραπονιότανε στήν Κλεοπάτρα, πού τῆς μήνυσε νά πάρει τόν Ἀριστόβουλο καί νά πάγει στήν Αἴγυπτο.
Γιά νά ξεφύγει λοιπόν ἀπό τά νύχια τοῦ Ἡρώδη, εἶπε καί φτιάξανε δύο σεντούκια καί στόνα μπῆκε αὐτή καί στ’ ἄλλο ὁ Ἀριστόβουλος. Ἀλλά τούς πρόδωσε στόν τύραννο ἕνας ὑπηρέτης του, καί τούς πιάσανε καί τούς πήγανε στήν Ἱερουσαλήμ. Ὁ Ἡρώδης ἔκανε πώς τούς συγχώρησε, μά σέ λίγον καιρό βρῆκε εὐκαιρία νά ἐκδικηθεῖ.
Μία βραδιά ἡ Ἀλεξάνδρα τόν προσκάλεσε σ’ ἕνα συμπόσιο πού ἔκανε στήν Ἱεριχώ, κι’ αὐτός προσκάλεσε τούς φίλους του νά κολυμπήσουνε στίς θαυμαστές γοῦρνες πού εἶχε κανωμένες γιά νά διασκεδάζει. Ἔτσι, ἐκεῖ πού κολυμπούσανε καί παίζανε μεταξύ τους, πνίξανε τόν δυστυχισμένο τόν Ἀριστόβουλο. Ὁ Ἡρώδης ἔκανε πώς πικράθηκε πολύ κι’ ἔθαψε τόν Ἀριστόβουλο μέ μεγάλη πομπή, μά ὁ κόσμος ἤξερε πώς αὐτός τόν σκότωσε.
Ὅλη ἡ ζωή του στάθηκε γεμάτη ἀπό φονικά καί ραδιουργίες. Στό τέλος ἀρρώστησε καί σκουλήκιασε τό κορμί του, καί πέθανε ὕστερα ἀπό μεγάλη ἀγωνία στό 2 μ.Χ. Ἀνάμεσα λοιπόν στά τερατουργήματα πού ἔκανε ἤτανε κ’ ἡ σφαγή τῶν 14.000 νηπίων κατά τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, κι’ ὁ ἀποκεφαλισμός τοῦ Προδρόμου, σ’ ἕνα συμπόσιο πού ἔκανε, ὅπου ἡ γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου, Ἡρωδιάδα, ἔβαλε τήν κόρη της Σαλώμη καί χόρεψε μπροστά του γυμνή. Καί τόσο ἐνθουσιάσθηκε ὁ τύραννος ἀπό τό χορό, πού ἔταξε στή Σαλώμη νά τῆς δώσει τό μισό βασίλειό του.
Μά ἐκείνη, δασκαλεμένη ἀπό τή μάνα της, πού ἐχθρευότανε τόν Ἰωάννη ἐπειδή τή μάλωνε γιατί ζοῦσε μέ τόν ἀδελφό τοῦ ἀνδρός της, τοῦ ζήτησε τό κεφάλι τοῦ Προδρόμου. Ὁ Ἡρώδης στεναχωρήθηκε, γιατί κατά βάθος κι’ αὐτό τό θηρίο σεβότανε τόν Ἰωάννη γιά ἅγιο, καί μαζί μ’ αὐτό φοβότανε καί τόν κόσμο πού τιμοῦσε τόν Ἰωάννη σάν προφήτη.
Ἐπειδή ὅμως εἶχε πάρει ὅρκο, ἔστειλε ἕνα στρατιώτη καί τόν ἀποκεφάλισε μέσα στή φυλακή, κι’ ἡ Σαλώμη ἔφερε τό κεφάλι καί τόβαλε ἀπάνω στό τραπέζι, σ’ ἕνα ματωμένο δίσκο. Καί τότε, ἐκείνη ἡ φρενιασμένη τίγρη εὐχαριστήθηκε καί τρύπησε τή γλώσσα του μέ μία βελόνα γιά νά τήν ἐκδικηθεῖ, ἐπειδή ὁλοένα ἔλεγε: «Μετανοεῖτε!». Καί, ὤ τοῦ θαύματος, μόλις τρύπησε τή γλώσσα του ἡ πόρνη, μίλησε κ’ εἶπε πάλι: «Μετανοεῖτε!»
Αὐτά γινήκανε μέσα σ’ ἕνα ἀσβολερό φρούριο πού τό λέγανε Μαχαιρούντα, στά βουνά τῆς Περαίας. Τό ἁγιασμένο λείψανο πρόσταξε ὁ Ἡρώδης νά τό θάψουνε μαζί μέ τό κεφάλι, μά ἡ Ἡρωδιάδα ζήτησε νά θάψουνε τήν κεφαλή χωριστά, ἀπό τό φόβο της μήν κολλήσει μέ τό κορμί καί ζωντανέψει καί σηκωθεῖ ἀπάνω.
Οἱ μαθητές τοῦ Ἰωάννου πήγανε νύχτα καί κλέψανε τό σῶμα του καί τό θάψανε σ’ ἄλλο μέρος. Αὐτό τό μακάριο τέλος ἔλαβε γιά τήν ἀλήθεια ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, τό χελιδόνι πού ἔφερε τήν ἄνοιξη στόν ἁμαρτωλό τόν κόσμο ὁπού τόν ἔδερνε χειμώνας βαρύς.
Ἀπό τούς μαθητάδες του, δύο πήγανε μέ τόν Χριστό, κι’ ἄλλοι ἀπομείνανε χωρισμένοι ἀπό τόν Χριστό, καί κάνανε μίαν αἵρεση πού λεγότανε Προδρομίτες, κι’ ἀπό τόν Ἰορδάνη ἔφταξε ὡς τό Χουσιστᾶν τῆς Περσίας, καί βρίσκονται ἀκόμα.
Οἱ ἴδιοι λένε τούς ἑαυτούς τούς Ναζωραίους, ἐνῶ οἱ μωχαμετάνοι τούς λένε Σαβί. Πιστεύουνε πώς ὁ Ἰωάννης εἶναι ὁ πιό μεγάλος προφήτης, καί πώς ὁ Θεός θά στείλει ἕνα θεάνθρωπο πού τόν λένε Μαντάι Ἰαχία, πού θά πεῖ ‘Λόγος τῆς ζωῆς’ γιά τοῦτο τούς λένε καί Μανταίους. Γι’ αὐτόν τόν θεάνθρωπο διδάσκουνε πώς βαφτίσθηκε ἀπό τόν Πρόδρομο καί πώς ἔζησε λίγον καιρό στόν κόσμο καί πώς ἔκανε θαύματα, καί πώς σταυρώθηκε, ὡστόσο δέν παραδέχουνται πώς αὐτός εἶναι ὁ Χριστός.
Ἔχουνε κάποια ἱερά βιβλία μέ τ’ ὄνομα Λόγοι τῆς ζωῆς, τούς Ψαλμούς, ἕνα ἄλλο βιβλίο πού τό λένε Ζεβούρ, πού λένε πώς εἶναι πολύ ἀρχαῖο, γραμμένο ἀπό τόν Ἀδάμ, σέ γλώσσα χαλδαϊκή, κι’ ἀκόμα ἕνα πού τό λένε Διβᾶν. Συμπαθοῦνε τούς χριστιανούς, μά ἐχθρεύουνται τούς μωχαμετάνους.
Ἀπό τό Βιβλίο τοῦ Φώτη Κόντογλου, Γίγαντες ταπεινοί,
Ἐκδόσεις Ἀκρίτας 200

Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

ΤΟ ΨΑΛΤΗΡΙ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΙΣΙΟΥ

Κυκλοφόρησε το ''Ψαλτήρι του Γέροντος Παϊσίου"


Το Ορθόδοξο Δίκτυο Ενημέρωσης (πληροφορίες ΕΔΩ), κυκλοφορεί το ΨΑΛΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΙΣΙΟΥ.
 
 Ο Μακαριστός Γέροντας Παίσιος ο Αγιορείτης, (+1994) ακολουθώντας μια ευλογημένη παράδοση αιώνων, αλλά κυρίως το παράδειγμα του «Γέροντά του», Οσίου Αρσενίου του Καππαδόκη (+1924), χρησιμοποιούσε το Ψαλτήρι, (ΨΑΛΜΟΙ ΤΟΥ ΔΑΥΙΔ), στην καθημερινή του προσευχή προς τον Θεό.
Μέσα στην αγάπη του για τον κόσμο και τους ταλαιπωρημένους αδελφούς μας που ξεχείλιζε την καρδιά του, είχε αφιερώσει τον καθέναν από τους 151 ψαλμούς σε μια κατάσταση ανάγκης και έτσι τους διάβαζε ή τους έψελνε, αιτούμενος με δάκρυα την καλή έκβαση από τον Χριστό μας. 

“ …Η μονή λύση η προσευχή είναι∙ αλλιώς δε γίνεται.
Πάντως το Ψαλτήρι πολύ βοηθάει. Είναι κεραυνός για τον διάβολο. Πόση παρηγοριά βρίσκω με το Ψαλτήρι!” (Γέροντας Παίσιος)


Με πολύ αγάπη για το Λόγο του Θεού παρουσιάζουμε στους αδελφούς μας ορθοδόξους χριστιανούς, το έργο αυτό που περιέχει την ανάγνωση του Ψαλτηρίου με προσοχή και κατάνυξη τόσο σε βίντεο DVD, για να παρακολουθούμε το κείμενο στην οθόνη της τηλεόρασης ή του Η/Υ και να το εμπεδώνουμε καλύτερα, όσο και σε ηχητική μορφή CD-Mp3 για να μπορούμε πλέον να το ακούμε παντού ακόμη και στο κινητό μας τηλέφωνο! 

ΠΕΡΙΕΧΕΙ: 1 DVD, 1 CD-Mp3, 1 βιβλίο των ΨΑΛΜΩΝ στη δημοτική, 1 βιβλιαράκι-οδηγός για την ανάγνωση των Ψαλμών ανά περίπτωση.  



Μετάσταση αγίου Ιωάννου του θεολόγου Συγγραφέας: kantonopou στις Σεπτεμβρίου 21, 2010


Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι κυρίως γνωστός ως δογματικός θεολόγος, ως ο θεολόγος του ακτίστου φωτός. Αλλά διέπρεψε και ως κήρυκας του θείου λόγου. Εξεφώνησε ωραιότατες ομιλίες από τους άμβωνες των εκκλησιών ιδίως της μητροπολιτικής περιφερείας του, της Θεσσαλονίκης. Οι ομιλίες του αυτές, εφόσον εκφωνούνταν ως προφορικός λόγος θείου κηρύγματος την ώρα της θείας λατρείας, δεν καταγράφηκαν όλες. Κι από αυτές που καταγράφηκαν χάθηκαν πολλές. Αλλά σώζονται εξήντα τρεις χαριέστατες ομιλίες του. Η τεσσαρακοστή τέταρτη είναι αφιερωμένη «Εἰς τον ἅγιον ἀπόστολον καί εὐαγγελιστήν καί τῷ Χριστῷ ἐξόχως ἠγαπημένον Ἰωάννην τόν θεολόγον» (ΕΠΕ 11, 4650). Εκφωνήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου, ημέρα που γιορτάζουμε την εορτή της μεταστάσεως του αγίου Ιωάννου. Από την ομιλία του αυτή θα παραθέσουμε μερικά ευώδη άνθη σε ελεύθερη απόδοση εννοιών, για να τα αφιερώσουμε κι εμείς στη μνήμη του αγαπημένου αγίου αποστόλου και ευαγγελιστού Ιωάννου.

Γιορτάζουμε σήμερα τη γιορτή ενός από τους προκρίτους Αποστόλους του Χριστού. Του πλέκουμε εγκώμιο, γιατί τον θεωρούμε πατέρα όλων όσοι φέρουν το όνομα του Χριστού. Τον θεωρούμε πατριάρχη όσων γεννήθηκαν όχι από αίματα, ούτε από θέλημα σαρκός, ούτε από θέλημα ανδρός, αλλά από τον Θεό. Δώδεκα γιούς είχε ο Ιακώβ, από τους οποίους δημιουργήθηκαν οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Δώδεκα μαθητές επέλεξε και ο Χριστός, για να μαθητεύσουν το Ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη και να κρίνουν τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ.

Άγιος Διονύσιος: Η συγχώρεση των εχθρών!

Ο άγιος Διονύσιος, ο μεγάλος ιεράρχης, που το λείψανο του σώζεται άφθαρτο στην Ζάκυνθο, τα τελευταία χρόνια της ζωής του ζούσε στο μοναστήρι της Παναγίας της Αναφωνητρίας στην Ζάκυνθο.
Η ψυχή του ευφραινόταν στην γαλήνη της ζωής στο μοναστήρι• χόρταινε και γέμιζε χαρά. Μα δεν άργησε να τον βρη μια μεγάλη θλίψη. Κάποιος εσκότωσε τον αδελφό του Κωνσταντίνο Σιγούρο! Είναι εύκολο να φαντασθή κανείς πόσο πόνεσε η ψυχή του αγίου! Οι άγιοι λυπούνται για το κάθε κακό, που γίνεται στον κόσμο. Πόσο περισσότερο, για τόσο μεγάλα εγκλήματα!
Αλλά να, μια ήμερα έρχεται στο μοναστήρι ένας ξένος έντρομος. Πέφτει στα πόδια του Αγίου και τον καθικετεύει:
- Λυπήσου με, άνθρωπε του Θεού! Κρύψε με. Ψάχνουν να με βρουν! Και αν με βρουν, θα με σφάξουν σαν αρνί! Σώσε με!...
- Γιατί, παιδί μου, τι κακό έκαμες;
- Σκότωσα άνθρωπο! Λυπήσου με! Κρύψε με! Από στιγμή σε στιγμή φθάνουν! Με κυνηγούν!....
- Ποιοι, παιδί μου; Ποιοι;
- Οι Σιγούροι! Σκότωσα τον αδελφό τους!...
Τρέμει ο άγιος από τον πόνο. Δάκρυα τρέχουν στα μάπα του. Και με φωνή σβησμένη ψελλίζει:
- Και τι σου έφταιξε ο καλός αυτός άνθρωπος;
Μα δεν προχωρεί. Θυμάται τον λόγο του Χριστού: Αγαπάτε τους εχθρούς σας. Συγχωρείτε και ευεργετείτε τους εχθρούς σας, αν θέλετε να είσθε τέκνα του επουρανίου Πατέρα. Και ακόμα ο άγιος Διονύσιος θυμάται πως ήταν πνευματικός πατέρας. Και αγκάλιασε το φονιά του αδελφού του. Και τον έκρυψε.
Και μετά από λίγο έφθασαν οι αδελφοί του. Με μαχαίρια και τουφέκια. Για να πάρουν εκδίκηση για το χυμένο αίμα.
Σπίθες πετάνε τα μάτια τους. Οργή και μίσος βγαίνει από το στόμα τους. Βράζει η καρδιά τους.
Και ο άγιος προσποιείται, πως συμφωνεί μαζί τους. Και κάνει πως δεν ξέρει τίποτε! Δεν είδε, τάχα, τίποτε! Και δεν άκουσε τίποτε! Θρηνούν και κλαίνε όλοι μαζί. Και μετά; Ο άγιος διώχνει με ευγένεια τα αδέλφια του από το μοναστήρι. Τους δείχνει τόπους μακρινούς, που τάχα θα μπορούσε να είναι κρυμμένος ο φονιάς. Και εκείνοι τρέχουν! Να τον βρουν!...
Όταν πια εκείνοι ήταν μακριά, ο άγιος πηγαίνει κοντά στον εχθρό του, τον φονιά του αδελφού του. Και με λόγια γεμάτα αγάπη και καλοσύνη και συγγνώμη, προσπαθεί να μαλακώσει τη σκληρή καρδιά του φονιά! Ο φονιάς πέφτει στα πόδια του. Και ζητεί συγγνώμη. Και υπόσχεται ότι θα μετανοήσει ειλικρινά. Και ο άγιος τον συγχώρεσε, και όχι μόνο αυτό. Του είπε:
- Φύγε μακριά! Σε ξένα μέρη. Να μη μπορούν πια να σε βρουν οι Σιγούροι. Και ζήσε εκεί εν μετάνοια. Για να σε ελεήσει ο Θεός.
Μα δεν περιορίστηκε σ' αυτό ο άγιος. Εφρόντισε και με δική του βάρκα να τον στείλει μακριά. Και τον συνόδευσε, μέχρι που αναχώρησε. Σαν να ήταν φίλος του. Και του έδωσε τροφές για το ταξίδι. Και χρήματα για τις πρώτες του ανάγκες στην ξενιτιά!
Ποιος δεν θαυμάζει τον άγιο Διονύσιο για την πράξη του αυτή; Ποιος δεν το καταλαβαίνει, ότι αυτή είναι η αληθινή αγάπη για τους εχθρούς μας;

http://www.faneromenihol.gr

Του σοφοτάτου Νικολάου Καβάσιλα για την ιερή στολή.




1. Η στολή του διακόνου έχει μανίκια διότι είναι διάκονος (υπηρέτης ) και πρέπει να έχει τα χέρια του ευπρεπισμένα για εγρασία. Η στολή του ιερέως, η οποία λέγεται φελόνιο, είναι χωρίς μανίκια, και φανερώνει ότι ο ιερέυς είναι αργός απο κάθε ανθρώπινη ενέργεια , τόσο στην ζωή του , όπου βρίσκεται έξω απο τη σάρκα και τον κόσμο, όσο και στην τελετή της θείας ιερουργίας, διότι αυτή εξαρτάται εντελώς απο το χέρι του Θεού και εκείνος καμιά ανθρώπινη ενέργεια δε συνεισφέρει.

2. Το επιτραχήλιο σημανει τη χάρη της ιερωσύνης που έχει χυθεί επάνω στον ιερέα, η οποία αναπαύεται επάνω στον τράχηλο που δέχθηκε το ζυγό του Χριστού και κατεβαίνει προς το στήθος μέχρι τα πόδια, και ημερεύει την καρδιά και αγιάζει ολόκληρο το σώμα. την χάρη αυτή πρέπει , με τη ζώνη της επιμέλειας των αρετών, να τη σφίγγει επάνω του και να τη λειώνει, ας πούμε , μέσα του, σύμφωνα με την εντολή του μακαρίου Παύλου, που παραγγέλλει στον Τιμόθεο: "Μην παραμελείς το χάρισμα που έχεις μέσα σου"(Α'Τιμ.4,14).


3. Το άμφιο που βάζουν οι αρχιερείς επάνω στους ώμους μετά απο το φελόνιο και που λέγεται ωμοφόριο, σημαίνει τη διακυβέρηνη και φροντίδα των υπαγομενών στην επισκοπή τους, των οποίων τη φροντίδα αναλαμβάνουν οι επίκοποι όπως τα μικρά παιδιά οι μητέρες, τα οποία επειδή δεν μπορούν να βαδίσουν μόνα τους, αυτές τα σηκώνουν στα χέρια και τα μεταφέρουν επάνω στους ώμους τους. Αυτά επιτελεί και ο επίσκοπος για τους πιστούς που υπάγονται σ' αυτόν.


4. Επειδή δε ο επίσκοπος δεν είναι μόνο πατέρας και παιδαγωγός, αλλά και δικαστής και γνωρίζει και να αποκόπτει και να τιμωρεί πνευματικώς, γι' αυτό και του φορουν σαν συβολικό ξίφος το λεγόμενο επιγονάτιο, που μοιάζει στο σχήμα με ξίφος, επειδή ακούμε τη Γραφή να κάνει λόγο γιά μάχαιρα του Πνεύματος (Εφ. 6,17). αυτό γίνεται φανερό και απο το στίχο που λέγουν όταν το φορούν στον αρχιερέα: "Περίζωσαι την ρομφαία σου επί τον μηρόν σου, δυνατέ" (Ψαλμ.44,4).Διότι πράγματι είναι δυνατος εκείνος που έχει μέσα του τον ισχυρό Θεό.

Αγίου Νικολάου Καβάσιλα
"Ερμηνεία της Θεία Λειτουργίας"
Εκδόσεις: "Το Περιβόλι της Παναγίας"

Προπαγάνδα της κινηματογραφικής ταινίας -Agora- κατά των Χριστιανών!!!


Υπατία – Αγία Αικατερίνη: Στα παρασκήνια της ιστοριογραφίας
Με αφορμή την πρεμιέρα κινηματογραφικής ταινίας "Agora", σχετικά με τις συνθήκες θανάτου της Φιλοσόφου Υπατίας, ο οποίος εσφαλμένα αποδίδεται σε Χριστιανούς και εμπλέκει και τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Κύριλλο, σας αποστέλλω σχετική με το θέμα φιλολογική μελέτη μου. Οι πηγές μου είναι ιστορικές, φιλοσοφικές, από την Παράδοση της Εκκλησίας και από την λατρευτική παράδοση της Μ.Ασίας. 

Στην Αλεξάνδρεια στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ. στην περιρρέουσα φιλοσοφική και θεολογική ατμόσφαιρα κυριαρχούσε η πολυφωνία και η ένταση καθώς και η παρουσία δύο αντιδιαμετρικά αντιθέτων προσωπικοτήτων: του Κυρίλλου Πατριάρχου Αλεξανδρείας και του Επάρχου Ρώμης Ορέστου, ο οποίος συμπαθούσε τους οπαδούς της Εθνικής θρησκείας.
Εκτός από τους χριστιανούς και τους εθνικούς, υπήρχαν ακόμη οι αιρετικοί Νοβατιανοί και οι Ιουδαίοι, οι οποίοι την εποχή εκείνη ήταν οι κατεξοχήν αντίπαλοι των χριαστιανών καθώς, αφενός μεν «έχαναν» από τους κόλπους τους όσους εδέχοντο την Νέα Θρησκεία και απάρτιζαν την ομάδα των νεοφώτιστων Ιουδαιοχρισταινών, αφετέρου δε «διεκδικούσαν» από τους χριστιανούς τον προσηλυτισμό των Εθνικών, οι οποίοι τότε έμοιαζαν να ψάχνουν μια μονοθεϊστική θρησκεία σε αντικατάσταση της θρησκείας των παρηκμασμένων ήδη ειδώλων.
 
Μέσα σε αυτό το κλίμα οι βιαιότητες των Ιουδαίων εναντίον των Χριστιανών εθορύβησαν τον Πατριάρχη Κύριλλο, ο οποίος μετά το κλείσιμο των ναών των σχισματικών Νοβατιανών, έθεσε ως κατεξοχήν στόχο της αντιπαράθεσής του την ανταπόδωση των βιαιοτήτων των Ιουδαίων με το κλείσιμο των συναγωγών τους. Σε αυτή τη δράση του αντιτάχτηκε πρωτίστως ο Έπαρχος Ρώμης Ορέστης, ο οποίος ήδη είχε προχωρήσει σε διωγμούς, φυλακίσεις και θανατώσεις Χριστιανών.
(Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενδεικτικό της εποχής είναι το ακόλουθο: Σε εξέγερση μοναχών κατά του Ορέστου, που ευνοούσε τους Εθνικούς, συνελήφθη ένας από αυτούς ο Αμμώνιος, ο οποίος αφού υποβλήθηκε σε φοβερά βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της ανάκρισης απέθανε. Αν και ήταν ταραχοποιός και φανατικός δεν του άξιζε βεβαίως τέτοια τύχη).
 
Οι Έλληνες της Αλεξάνδρειας ήταν κυρίως Εθνικοί και Χριστιανοί. Ωστόσο ορισμένοι από αυτούς εδέχοντο την Ιουδαϊκή θρησκεία και ονομάζοντο, όπως γνωρίζουμε και από τις Πράξεις των Αποστόλων, προσήλυτοι. Η νεοπλατωνική φιλοσοφία επίσης είχε εκπροσώπους τόσο στην εθνική όσο και στη χριστιανική θρησκεία, ανάλογα με την βαρύτητα που απέδιδαν οι εκφραστές της στην μεταφυσική ή στην ορθολογική εκδοχή των διδασκαλιών της αντιστοίχως.
 
Στον ιστορικό περίγυρο της εποχής, εξέχουσα γυναικεία προσωπικότης υπήρξε η φιλόσοφος Υπατία αριστοκρατικής καταγωγής, νεαρά, μορφωμένη, ωραία, διακρινόμενη τόσο για τη σοφία όσο και για την αρετή της. Δεν σώζονται συγγράμματά της φιλοσοφικά, είναι ωστόσο γνωστό από παράλληλες ιστορικές πηγές, όπως το λεξικό Σούδας, ότι εξέφρασε την ορθολογική εκδοχή του νεοπλατωνισμού ενώ συγχρόνως ήταν μαθηματικός, γεωμέτρις και αστροφυσικός.
Ορισμένες πληροφορίες για την ίδια έχουμε επίσης από τον μαθητή της Συνέσιο τον Κυρηναίο τον μετέπειτα επίσκοπο Πτολεμαΐδος. (P.G. 66, 132)
Η χαρακτηριστική επιθυμία της για ενάρετο και άσπιλο βίο, καθώς και η επιθυμία της να παραμείνει αγνή υπήρξε από της εποχής της ακόμη παροιμιώδης, όπως και ο απότομος και «τραυματικός» τρόπος που απογοήτευσε όσους την πλησίαζαν με ερωτικού είδους προθέσεις.
 
Η εξαίρετη αυτή γυναικεία προσωπικότης βρέθηκε στη μέση της θύελλας των θρησκευτικών μηχανογραφιών των Ιουδαίων της Αλεξάνδρειας της εποχής της. Οι συνθήκες θανάτου της είναι σκοτεινές και αδιευκρίνιστες ακόμη σήμερα καθώς υποτίθεται ότι διαμελίστηκε από φανατισμένο όχλο με την προτροπή ή την ανοχή του Πατριάρχου Κυρίλλου, ενώ ως κίνητρο αυτής της άνευ επαρκούς λόγου δολοφονίας θεωρήθηκε η ερωτική της σύνδεση με τον Έπαρχο Ορέστη.
Καμία λογική ωστόσο δεν μπορεί να τεκμηριώσει ως αληθοφανή την εκδοχή αυτή, εφόσον η Υπατία εξαιτίας της ιδεολογικής της αντίθεσης απέναντι στις ερωτικές σχέσεις της εποχής της δεν είχε καμμία τέτοιου είδους σύνδεση με τον Ορέστη (παρά τους «ευσεβείς πόθους» του ιδίου και των εχθρών των Ιουδαίων).
 
Αντιθέτως ο θάνατός της φαινόταν καταπληκτική «πολιτική» κίνηση για τους Ιουδαίους καθώς με αυτόν οι ίδιοι επέτυχαν ταυτοχρόνως: α) να θανατώσουν την μεγαλύτερη Ελληνίδα φιλόσοφο και επιστήμονα της εποχής της, β) να κατασυκοφαντήσουν τον υπ’ αριθμόν έναν εχθρό τους Πατριάρχη Κύριλλο, γ) να παρουσιάσουν τους χαρακτηριστικά ήπιους, γαλήνιους, ειρηνοποιούς και μακρόθυμους Χριστιανούς εκείνης της εποχής ως αιμοδιψείς δολοφόνους, δ) να δυσφημίσουν τη Νέα Θρησκεία στη συνείδηση των Ελλήνων Εθνικών και ε) να συνδέσουν το πρόσωπο του Ορέστου αρνητικά με τον Κύριλλο και να εδραιώσουν τη συμπάθεια του πρώτου απέναντί τους.
 
Το ισχυρότερο όμως επιχείρημα όλων είναι ότι η φιλόσοφος Υπατία είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό. Υπέρ της θέσης αυτής συγκλίνουν τα ακόλουθα ενδεικτικά στοιχεία:
Υπάρχει παράδοση της Ορθοδόξου Χριστιανικής πίστεως ότι η Αγία Αικατερίνη (αν και χρονολογικά ο βίος της τοποθετείται στους χρόνους πριν το 305 μ.Χ. –έτος του μαρτυρίου της- την εποχή του Έπαρχου Κώνστα ή Κέστου, του οποίου μάλιστα θεωρήθηκε θυγατέρα, όχι όμως από έγκυρες ιστορικές πηγές αλλά από συναξάρια) σε φιλοσοφικό διάλογο με 50 σοφούς της εποχής της τους αποστόμωσε μεταστρέφοντάς τους προς τον Χριστιανισμό και ξυπνώντας έτσι το μένος του Ρωμαίου αυτοκράτορος, ο οποίος επεδίωξε και τελικώς επέτυχε τον μαρτυρικό θάνατό της.
Για τη ζωή της Αγίας έχουμε 4 πηγές: τον Συμεών τον μεταφραστή (P.G.116,276-301, τον Αθανάσιο τον Ταχυγράφο και 2 άγνωστους συναξαριστές.
Η περιγραφή αυτή καθώς και η αναφορά στο όνομά της το οποίο ήταν διαφορετικό και έγινε αργότερα, λόγω της αμέμπτου ηθικής της Αεικαθερίνα (αει = πάντα, καθερίνα = καθαρή) και εκ παραφθοράς Αικατερίνα (γενική πτώση: Αικατερίνης, αργότερα δε Αικατερίνη), ισχυροποιεί την υπόθεσή μας ότι η Υπατία και Αγία Αικατερίνη είναι ένα και το αυτό πρόσωπο.
Η βασικότερη ωστόσο παράδοση, η οποία συνδέει τη ζωή της Αγίας Αικατερίνης με αυτή της φιλοσόφου Υπατίας, έρχεται από τη Λαοδικεία της Μικράς Ασίας.
 
Ο συγγραφέας Β. Μυρσιλίδης αναφέρει στο σύγγραμμά του Βιογραφία της φιλοσόφου Ελληνίδος Υπατίας, Αθήναι 1926, ότι στο χωριό Δενισλί, στο οποίο ο ίδιος υπηρέτησε ως διευθυντής της Σχολής της Ελληνικής Κοινότητας το 1897, στις 25 Νοεμβρίου υπήρχε εορταστική πανήγυρις στην οποία είχε λάβει μέρος και ο ίδιος «εις τιμήν και μνήμην Υπατίας φιλοσόφου και μάρτυρος».
Ακόμη στη βιογραφία του, ο ίδιος αναφέρει ότι στο Δενισλί της Λαοδικείας υπήρχε και ναός «εκ βάθρων εις τιμήν και μνήμην της Υπατίας, της φιλοσόφου και μάρτυρος» και ότι ο Ναός αυτός πανηγύριζε στις 25 Νοεμβρίου «της παρθενομάρτυρος Αγίας Αικατερίνης υπό το όνομα της οποίας τα πλήθη των πέριξ οικούντων πιστών εορτάζουν την σοφήν ρήτορα κόρην Υπατίαν». (Β Μυρσλίδη, Βιογραφία και περιοδικό «Κιβωτός» Νοέμβριος και Δεκέμβριος 1953).
 
Η Υπατία, Ελληνίς φιλόσοφος και μάρτυρας, προστάτιδα της σπουδάζουσας νεολαίας και ιδιαιτέρως της φιλοσοφίας, τουλάχιστον κατά τη χριστιανική παράδοση της Μικράς Ασίας είναι κατά την αντίληψή μας το ίδιο πρόσωπο με την παρθενομάρτυρα Αγία Αικατερίνα, της οποίας τα οστά ανακαλύφθηκαν τον 8ο αιώνα μ.Χ. στο όρος Χαρήβ και βρίσκονται έως σήμερα στη Μονή Σινά.
Σε κάθε περίπτωση, κι αν ακόμη δεχτούμε ότι όλες οι ομοιότητες του βίου της παραβλεφτούν, ωστόσο είναι εύλογο να διαπιστώσουμε τουλάχιστον αυτό: α) η φιλόσοφος Υπατία υπήρξε χριστιανή και β) η δολοφονία της έγινε κάτω από συνθήκες συνωμοτικού σχεδίου των Ιουδαίων της εποχής εκείνης και καμμιά έγκυρη ιστορική πηγή δεν αποδεικνύει ότι την προκάλεσαν χριστιανοί.
 
 
Κωνσταντίνα Παλαμιώτου-Θωμαΐδου
Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων
Δρ. Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών.

Τι σημαίνει να σηκώσουμε τον σταυρό μας; ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ



Ό Κύριος λέει ότι ό καθένας από μας πρέπει να σηκώσει τον δικό του σταυρό.
Τι σημαίνει αυτό; Ποιος είναι αυτός ό σταυρός; Για τον καθένα ό σταυρός είναι διαφορετικός και αυστηρά προσωπικός, διότι για τον καθένα ό Θεός έχει ετοιμάσει τον δικό του σταυρό.
Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε ποιος είναι ό δικός μας σταυρός, να ξέρουμε ότι έχουμε σηκώσει εκείνο ακριβώς τον σταυρό πού μας προτείνει ό Θεός. Είναι πολύ επικίνδυνο να επινοούμε σταυρούς για τον εαυτό μας. Και αυτό δυστυχώς το βλέπουμε συχνά.
Για την πλειοψηφία των ανθρώπων ο Θεός έχει ετοιμάσει τον σταυρό της ζωής μέσα στον κόσμο, τον σταυρό της οικογενειακής και της κοινωνικής ζωής.
Αλλά πολλές φορές άνθρωπος πού αποφάσισε να αρνηθεί τον εαυτό του και να ακολουθήσει στην ζωή του την οδό του Χριστού δεν πετυχαίνει τίποτα επειδή επινοεί για τον εαυτό του σταυρό πού του φαίνεται πιο σωστός. Νομίζει, παραδείγματος χάριν, ότι για να σωθεί πρέπει να γίνει μοναχός ή να πάει στην έρημο.
Αυτόν όμως το δρόμο ό Θεός τον ετοίμασε για πολύ λίγους, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν σταυρό πού οι ίδιοι ούτε καν τον θεωρούν σταυρό και όταν τον σηκώνουν δεν καταλαβαίνουν ποιο βάρος έχουν στους ώμους τους.
Ποιο σταυρό έχουν οι περισσότεροι;
Έναν σταυρό απλό, όχι τέτοιο πού σήκωσαν οι άγιοι μάρτυρες και πού σήκωναν όλη τη ζωή τους οι όσιοι πατέρες στην έρημο. Εμείς έχουμε άλλο σταυρό.
Ή ζωή μας, ή ζωή όλων των ανθρώπων, είναι θλίψη και πόνος. Και όλες αυτές οι θλίψεις στην κοινωνική και την οικογενειακή ζωή μας είναι ο σταυρός μας.
Ό αποτυχημένος γάμος, ή ανεπιτυχής επιλογή του επαγγέλματος, δεν μας προκαλούν αυτά πόνο και θλίψη; Δεν πρέπει ό άνθρωπος πού τον βρήκαν αυτές οι συμφορές να τις υπομένει; Οι σοβαρές ασθένειες, ή περιφρόνηση, ή ατιμία, ή απώλεια της περιουσίας, ή ζήλεια των συζύγων, ή συκοφαντία και όλα γενικά τα κακά πού μας κάνουν οι άνθρωποι, όλα αυτά δεν είναι ό σταυρός μας;
Ακριβώς αυτά είναι ό σταυρός μας, σταυρός για την μεγαλύτερη πλειοψηφία των ανθρώπων. Αυτές είναι οι θλίψεις πού υποφέρουν οι άνθρωποι και όλοι μας πρέπει να τις σηκώνουμε, αν και οι περισσότεροι δεν το θέλουν. Άλλα ακόμα και οι άνθρωποι πού μισούν τον Χριστό και αρνούνται να ακολουθήσουν το δρόμο του και αυτοί ακόμα σηκώνουν το δικό τους σταυρό του πόνου.
Ποια είναι ή διαφορά μεταξύ αυτών και των χριστιανών;

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς-Επιστολές


Στον εισοδηματία Μόμτσιλο Ν. πού ρωτά τι υπήρχε πριν από τον Χριστό.

Παρόλο πού είστε χριστιανός ρωτάτε: «Όταν οι χριστιανοί μιλούν περί Χριστού ως κέντρου και άξονα της ανθρωπι­νής ιστορίας, τι υπήρχε στον κόσμο πριν από την εμφάνιση του Χριστού;». Όπως μαθαίνω, είστε άνθρωπος διαβασμέ­νος και ευγενικός, οπότε πιστεύω πώς όταν μπείτε λίγο πιο βαθιά στην επιστήμη της πίστης του Χριστού, θα σας είναι όλα σαφή.
Θα σας καταστεί σαφές, ότι πριν από τον Χριστό πάλι υπήρξε ο Χριστός. Και ότι στο τέλος του κόσμου πάλι θα είναι ο Χριστός. Δηλαδή πριν από την εμφάνιση του Λόγου του Θεού, της Σοφίας τού Θεού, του αιώνιου Λόγου, στο ανθρώπινο σώμα, στην προσωπική αποστολή στη γη, ήταν τούτος ο ίδιος ο Λόγος του Θεού, τούτη ή Σοφία του Θεού, τούτος ο αιώνιος Λόγος της θεϊκής Τριάδας, όχι εμφανιζό­μενος στη σάρκα αλλά ενεργώντας ακούραστα μέσω εκλεγ­μένων ανθρώπων, των υπηρετών Του: Μέσω προφητών, δί­καιων και σοφών. Όλοι εκείνοι ονόμαζαν τους εαυτούς τους υπηρέτες του Θεού . Ό Χριστός δεν είναι υπηρέτης αλλά ο Υιός, δεν είναι στρατιώτης του βασιλιά αλλά ο Βασιλιάς, δεν είναι κανενός πρόδρομος αλλά ο Μεσσίας.
Εσείς οπωσδήποτε θα έχετε δει κάποιο δράμα στο θέα­τρο, όπου ο πρωταγωνιστής δεν εμφανίζεται αμέσως αλλά αργότερα. Όμως όλα τα πρόσωπα τα όποια εμφανίζονται στη σκηνή πριν από τον πρωταγωνιστή αυτόν προσδοκούν, αυτόν αγγέλλουν και ότι συμβαίνει υπαινίσσεται αυτόν. Έτσι και στο πελώριο δράμα ολόκληρου του κόσμου όλοι προσδοκούσαν και όλα υπαινίσσονταν τον μεγαλειώδη Μεσσία, τον πρωταγωνιστή. Και ο προφήτης έτσι Τον ονο­μάζει λέγοντας: «Κύριος ο Θεός των δυνάμεων εξελεύσεται» (Ήσ. 42,13 ) «... και οφθήσεται ή δόξα Κυρίου, και όψεται πάσα σαρξ» (Ήσ. 40,5 ). Έτσι προφητεύτηκε πολ­λές εκατοντάδες χρόνια πριν - έτσι και συνέβη. Αφού οι διαστάσεις του δράματος του Χριστού, και χρονικά και χωρικά, είναι περισσότερο από γιγαντιαίες.
Διαβάστε την παραβολή Του περί των κακών σπορέων (Ματθ. 21,33 ). Αυτή θα σας τα εξηγήσει όλα καλύτερα άπ' ότι εγώ ο θνητός. και ακούστε μαρτυρίες του ίδιου του Κυ­ρίου περί του εαυτού Του: «Αμήν αμήν λέγω υμίν, πριν Αβραάμ γενέσθαι εγώ ειμί» (Ίωάν. 8,58 ). Ό Αβραάμ γεννή­θηκε μερικές χιλιάδες χρόνια πριν άπ' Αυτόν. Ακόμα μία μαρτυρία ακουστέ από το ίδιο το στόμα Του: Όταν Τον ρώτησαν οι Εβραίοι «Συ τις ει;» τους είπε ο Ιησούς «την αρχήν» (Ίωάν. 8,25 ). Έτσι Τον ονομάζει και ο τέταρτος Ευαγγελιστής λέγοντας: «Εν αρχή ην ο Λόγος» (Ίωάν.1,1 ).
Τελικά στο όράμα της Αποκάλυψης του Ιωάννη Εκείνος λέγει για τον εαυτό Του από τους ουρανούς: «Εγώ ειμί το Α και το Ω, λέγει Κύριος ο Θεός, ο ων και ο ην και ο ερχόμε­νος, ο παντοκράτωρ» (Απ. 1,8 ) «και ο ζων, και εγενόμην νεκρός, και ιδού ζών ειμί εις τους αιώνας των αιώνων, και έχω τάς κλείς του θανάτου και του άδου» (Απ. 1,18 ).

Σε κάποιον μοναχικό για την ταραχή της ψυχής.

Όλα τα έχεις, μόνο γαλήνη δεν έχεις. Όλα θα τα έδινες για τη γαλήνη, αλλά η γαλήνη, δεν έρχεται. Ήδη από την εποχή του πολέμου ταραχή βασιλεύει στην ψυχή σου. Διαρκώς σκέφτεσαι: «Πυροβόλησα στη μάχη, ίσως σκότωσα κάποιον . Ίσως η μάνα κάποιου να θλίβεται για την απώλεια του γιού της και μαζί η γυναίκα του, τα παιδιά του, τα αδέλφια του και οι άλλοι συγγενείς του. Ίσως καταριούνται τον δολοφόνο του και δολοφόνος είμαι εγώ. Ποιος ξέρει τι θα βρει εμένα και τα παιδιά μου;». Με τέτοιες σκέψεις περπατάς, εργάζεσαι, ξαπλώνεις και σηκώνεσαι. Η ταραχή και ο φόβος βασανίζουν άγρια την ψυχή σου.
Δεν ακούς σε κάθε λειτουργία τη θαρραλέα ευλογία της Εκκλησίας του Θεού: «Εἰρήνη πᾶσι»! Ειρήνη σε όλους! Ποιος άλλος στον κόσμο εκτός Εκκλησίας προφέρει αυτές τις υπέροχες λέξεις; Και αυτό το κάνει με θέρμη και με τόσο πλήρη και πολύπλευρη σημασία. Ειρήνη μεταξύ πολιτικών και πολιτών, ειρήνη εξωτερική και εσωτερική, ειρήνη μεταξύ ανθρώπων και λαών, ειρήνη με τον Θεό και με τη συνείδηση, ειρήνη με τους υποστηρικτές και με τους διώκτες, με τη ζωή και το θάνατο , με τη γη και τους ουρανούς , με μια λέξη «ειρήνη η υπερέχουσα πάντα νουν» ( Φιλιπ.4,7 ) .  Αυτήν την ειρήνη κηρύττει η Εκκλησία  σ’ όλες τις χώρες του κόσμου.
Να πώς μιλά ο χριστιανός ποιητής:
Αν η ζωή σε βασανίζει
νου και καρδιά σου παίρνει,
 αν με μοχθηρία στη σκλαβιά σε μαθαίνει
και αγάπη και πίστη σβήνει
γονάτισε με καυτά δάκρυα,
το βάθρο του Σταυρού αγκάλιασε
και θα συμφιλιωθείς με τους ουρανούς,
μ’  εσένα  και με τους ανθρώπους!
( Ρώσος ποιητής Νικήτας: Προσευχή ενός παιδιού)
Γονάτισε μπροστά στον Κύριο Ιησού Χριστό, την Άρχουσα ειρήνη, ακούμπησε το ματωμένο πόδι Του και η ειρήνη θα σου επιστραφεί. Γιατί αυτός είναι η ειρήνη μας ( Εφ. 2,14 ) .  Γι’ αυτό όταν η Εκκλησία λέει «Εἰρήνη πᾶσι» είναι σαν να λέει «Χριστός τοῖς πᾶσι! Ο Χριστός με όλους! Ο Χριστός σε όλα!». Αμήν.
Ο Χριστός να σου σώσει ειρήνη και ας είναι μαζί σου!
Πηγή: «ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
Δεν φτάνει μόνο η πίστη…
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Β΄»

Το κύκνειο άσμα του Αγίου Λουκά

Όπως σημειώσαμε, στο διαμέρισμα των Βόινο-Γιασενέτσκι φυλάσσονται πολλά προσωπικά αντικείμενα του Αγίου. Κάποια απ’ αυτά παραχώρησαν στο μουσείο της μονής της Αγίας Τριάδος στη Συμφερούπολη και κάποια στην ιερά μονή Σαγματά. Οι συγγενείς του Αγίου φυλάσσουν κι ένα ακόμη κειμήλιο : την πνευματική διαθήκη του Αγίου προς τα παιδιά και τα εγγόνια του. Είναι το κύκνειο άσμα του Αγίου. Την  υπαγόρευσε στη γραμματέα του Ε. Λέικφλεντ.
Στην αυτοτελή έκδοση της «Διαθήκης» το 2009 γράφαμε μεταξύ των άλλων:
«… Η Πνευματική Διαθήκη απευθύνεται στα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονα του Αγίου. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μαζί με τον πατέρα υπέφεραν και τα τέσσερα παιδιά του. Δοκίμασαν την πίκρα της διπλής ορφάνιας και του κατατρεγμού. Θεωρούνταν παιδιά ενός «εχθρού του λαού» και αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες. Επόμενο ήταν να θεωρούν ακατανόητη την απόφαση του πατέρα τους να ιερωθεί. Για όλα τα δεινά που υπέστη η οικογένεια θεωρούσαν υπεύθυνη την Εκκλησία. Και το ερώτημα που συνεχώς ταλάνιζε τις ψυχές τους, όπως και πολλούς ανθρώπους που τον γνώρισαν ήταν: Γιατί ένας διάσημος και τόσο επιτυχημένος καθηγητής της χειρουργικής πήρε μία τόσο μεγάλη  απόφαση , να χειροτονηθεί ιερέας και μάλιστα σε μία περίοδο διωγμού της Εκκλησίας; Πώς ένας δοξασμένος επιστήμονας αφιερώθηκε στην υπηρεσία μιας “ξεπερασμένης υπόθεσης” , της θρησκείας; Τί είχε να κερδίσει ο μεγάλος αυτός δεξιοτέχνης της χειρουργικής από την ιερωσύνη;

Ένα προτεινόμενο πνευματικό πρόγραμμα.

Στους νέους , και ειδικά στους διανοούμενους , προτείνω στη συνέχεια, κατά την εξομολόγηση, ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει πέντε σημεία:
α ) παρακολούθηση των ιερών ακολουθιών,
β) προσευχή πρωί και βράδυ,
γ) ανάγνωση δύο κεφαλαίων της Καινής διαθήκης καθημερινά,
δ ) επανάληψη όλο και πιο συχνά και πιο έντονα της προσευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν» και
ε) τήρηση νηστειών.
Θα ήθελα να αναλύσουμε ξεχωριστά κάθε σημείο αυτού του προγράμματος:
α ) Φυσικό θα ήταν όσοι εξομολογούνται να παρουσιάζουν μόνοι τους τον εαυτό τους με την αμαρτωλότητά του και να εξομολογούνται τα αμαρτήματά τους. Όμως κάτι τέτοιο συμβαίνει σπάνια. Οι περισσότεροι από αυτούς που έρχονται στην εξομολόγηση περιμένουν να ερωτηθούν και αυτό το κάνουν και μερικοί που εξομολογήθηκαν ήδη αρκετές φορές. Μάλιστα πριν αρχίσουν να εξομολογούνται κάποιο αμάρτημα , συνηθίζω να ρωτώ στην αρχή ποιο είναι το βαπτιστικό όνομα αυτού που προσέρχεται. Έπειτα ρωτώ ποια είναι η ηλικία, η κοινωνική, οικογενειακή και επαγγελματική του κατάσταση. Ακολούθως πότε εξομολογήθηκαν για τελευταία φορά , αν είχαν κάποιο επιτίμιο και αν το εκπλήρωσαν. Μετά από αυτά η πρώτη πιο ειδική ερώτηση είναι: «Πηγαίνεις στην εκκλησία;». Από την απάντηση που θα λάβω εξαρτάται η συνέχεια της εξομολόγησης. Στην περίπτωση κατά την οποία ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν πάτησε το πόδι του στην εκκλησία για μακρό χρονικό διάστημα, χωρίς να υπάρχει εύλογη αιτία (αρρώστια, εργασιακός περιορισμός ) τότε του λέω με αποφασιστικό τόνο: «Αν θέλεις να πεις τίποτε άλλο, εγώ θα σε ακούσω. Όμως να ξέρεις ότι εγώ δε δίνω άφεση αμαρτιών σ’ αυτούς που δεν συμμετέχουν στις ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στη θεία λειτουργία». Μπροστά σε αυτή τη στάση οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι χωρίς να πηγαίνεις στην Εκκλησία δεν μπορείς να φτάσεις στη συγχώρηση των αμαρτημάτων και βέβαια αυτό θα το εφαρμόσουν, όχι μονάχα για μερικούς μήνες αλλά για ολόκληρη τη ζωή τους, όσο ο κάθε χριστιανός είναι υγιής και έχει δυνάμεις.
Αποδίδω μεγάλη σημασία στο να πηγαίνουν οι άνθρωποι στην εκκλησία, γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι εκκλησία ιερών ακολουθιών , είναι εκκλησία της θείας λειτουργίας, εκκλησία που δοξολογεί το Θεό με τους ιερείς και τη μεσολάβηση της ιεροσύνης.
Θεωρώ ότι δεν μπορεί κάποιος να είναι ορθόδοξος, ν’ ανήκει στην Ορθόδοξη Εκκλησία , χωρίς να συμμετέχει στις ιερές ακολουθίες, στη θεία λειτουργία , χωρίς να έχει σχέση με το Θεό δια της μεσιτείας των ιερέων. Όλα αυτά είναι ουσιώδη χαρακτηριστικά της Ορθοδοξίας και απαρτίζουν αυτό το ιδιαίτερο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο ορθόδοξος χριστιανός μέσα στη θεία λειτουργία εικονίζει τα χερουβείμ∙ «προσάδει» τον τρισάγιο ύμνο στην Παναγία Τριάδα∙ ψάλλει «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ» μαζί με τους αγγέλους∙ ακούει το θείο λόγο δια του Ιερού Ευαγγελίου (το Ευαγγέλιο είναι «ο Χριστός εν τω μέσω ημών»)∙ κοινωνεί ουράνιων ευλογιών∙ ζει στη γη στιγμές της βασιλείας του Θεού∙ διακονεί τον Θεό στον ουρανό ή από δω από τη γη (αυτό είναι η εκκλησία, τόπος προσκύνησης αγιασμένος ειδικά για τα πράγματα του Θεού, σύμφωνα με τα λόγια: «Ἐν τῷ Ναῷ ἑστῶτες τῆς δόξης σου, ἐν οὐρανῷ ἑστάναι νομίζομεν, Θεοτόκε, πύλη ἐπουράνιε, …» ). Οι χριστιανοί μας πρέπει να έχουν υπ’ όψιν τους ότι στις ιερές ακολουθίες όλοι «ιερουργούμε», ο καθένας κατά το μέτρο της διακονίας που βρίσκεται. Με άλλα λόγια, στις ιερές ακολουθίες – επομένως και στη θεία λειτουργία- δεν ιερουργεί μόνος του ο ιερέας, αλλά ο ιερέας ιερουργεί μαζί με όλους τους παρόντες και ακόμη μαζί και με τις μακάριες ουράνιες δυνάμεις. Και τούτο, γιατί δεν μπορεί να γίνει θεία λειτουργία χωρίς την παρουσία των χριστιανών, αφού και αυτοί έχουν αγιαστική αποστολή. Αυτό φαίνεται από το ότι ο καθιερωμένος ιερουργός τους καλεί να επιτελέσουν αυτό το έργο τους με τα λόγια: «Ὑπὲρ τῶν προτεθέντων τιμίων Δώρων, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν», «Ὑπέρ τῶν προσκομισθέντων καὶ ἁγιασθέντων τιμίων δώρων, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν».
Έτσι έχουν τα πράγματα. Οι χριστιανοί που έχουν ασθενική πίστη, δε συμμετέχουν στη θεία λειτουργία και δεν εκπληρώνουν κάποιες βασικές και ουσιαστικές πνευματικές υποχρεώσεις δεν μπορούν ν’ αξιωθούν των δωρεών του Θεού. Εξαιρούνται μόνο όσοι είναι ασθενείς και ανήμποροί των οποίων η ελευθερία είναι περιορισμένη και δεν μπορούν να ενεργήσουν από μόνοι τους. Γι’ αυτό λοιπόν ζητώ επίμονα και αμετάκλητα τη συμμετοχή των χριστιανών στις ιερές ακολουθίες. Χωρίς αυτή την προϋπόθεση δε δίνω άφεση των αμαρτημάτων.
Δε διαβάζω συγχωρητική ευχή επίσης και στην περίπτωση που η απόφαση είναι αβαθής, τυπική. Αλλά επιμένω να είναι πραγματική, αληθινή, συνεχής για όλο το διάστημα που ορίστηκε για την κάθε περίπτωση, γνωρίζοντας καλά ότι ο άνθρωπος δεν είναι μια στατική ύπαρξη, ώστε να μπορεί κανείς να χειρίζεται τον καθένα με χειρισμούς καλουπωμένους.
β) Τον κανόνα της πρωινής και βραδινής προσευχής τον θεωρώ απόλυτα αναγκαίο, καθόσον η πίστη στο Θεό πρέπει να υλοποιηθεί με κάτι συγκεκριμένο. Από την άλλη πλευρά είναι δυνατόν να λεχθεί ότι αυτός που δεν προσεύχεται στο Θεό, το κατά δύναμιν, μπορεί να λεχθεί ότι είναι χωρίς Θεό. Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει καμία ιδέα τόσο ποικίλη μέσα στο ανθρώπινο μυαλό , όσο η ιδέα του Θεού. Αλλά επίσης είναι αλήθεια ότι υπάρχει πολύ μεγάλη έλλειψη αφοσίωσης προς τον Θεό. Πέρασαν από μπροστά μου αρκετοί άνθρωποι σαν αυτούς που δηλώνουν ότι είναι πιστοί μόνο και μόνο γιατί τυπικά δεν αρνήθηκαν τον Θεό. Γι’ αυτούς τους λόγους είναι απαραίτητη μία έμπρακτη και εσωτερική προσήλωση με πρωινή και βραδινή προσευχή καθώς και προσευχή πριν και μετά το φαγητό.
γ) Καθημερινή ανάγνωση της Καινής Διαθήκης
Δεδομένου ότι δεν είναι δυνατόν να βρίσκεσαι σε σχέση με το Θεό, χωρίς να γνωρίζεις κάτι συγκεκριμένο για το Θεό, πιστεύω ότι έχει μεγάλη σημασία να γνωρίζεις την Καινή Διαθήκη. Γι’ αυτό, σ’ αυτούς που εμπιστεύονται την καθοδήγησή τους σ’ εμένα- όσο αυτό είναι δυνατόν- τους ορίζω ως κανόνα να διαβάζουν δυο κεφάλαια από την Καινή Διαθήκη, αρχίζοντας από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, συνεχίζοντας με το κατά Μάρκον και στη συνέχεια τα άλλα δύο, επιμένοντας γι’ αρχή να διαβάσουν από τρεις φορές το καθένα. Μετά από αυτό να περάσουν στην  ανάγνωση και των υπόλοιπων βιβλίων της Καινής Διαθήκης, με την υποχρέωση να διαβαστεί κάθε βιβλίο τρεις φορές και μετά να περάσουν στο επόμενο. Μετά την ανάγνωση ολόκληρης της Καινής Διαθήκης, ο πιστός μπορεί να διαβάσει δύο κεφάλαια στη σειρά χωρίς πλέον να υπολογίζει πόσες φορές ή ποια φορά είναι που διαβάζει την Καινή Διαθήκη.
Αυτό το έργο δε γίνεται για το θεαθήναι ή για κάποια ανταμοιβή , αλλά για πνευματική ωφέλεια, για να μπορέσουμε να κοσμήσουμε το νου και να θρέψουμε την καρδιά με τα αιώνια λόγια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και των εκλεκτών Του, γνωρίζοντας καλά ότι «ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ παρελεύσονται». Συμφωνώ να αναγνωστούν και κομμάτια της Παλαιάς Διαθήκης, ιδιαίτερα οι Προφήτες και τα βιβλία της σοφιολογικής γραμματείας, αλλά βέβαια κατ’ επιλογήν και με καθοδήγηση, όχι τυχαία και κατά σειράν, όπως στην Καινή Διαθήκη. Και όχι βέβαια σε αντικατάστασή της, γιατί η Καινή Διαθήκη παραμένει σε πρώτη θέση για τη σωτηρία του κόσμου…
(συνεχίζεται)
Πηγή: «Ο Γέροντας Θεόφιλος Παραϊάν
Χωρίς φως, φωτισμένος»
Μετάφραση- επιμέλεια:
Πρωτοπρ. Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης
Εκδόσεις ΑΘΩΣ