Κυριακή 10 Αυγούστου 2014

Ορθόδοξοι Άγιοι Πατέρες Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ του Έσεξ (22/9/1896 – 11/7/1993)


Ο Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ  γεννήθηκε στην Μόσχα της Τσαρικής Ρωσίας από ορθόδοξους γονείς το 1896, στις 22 Σεπτεμβρίου, η ώρα 4 το πρωί.  Ήταν το δεύτερο παιδί μιας οικογένειας με άλλα εννέα αδέλφια.  Πέθανε όμως τελευταίος απ΄ όλα τ' αδέλφια του.  Βαφτίστηκε στην εκκλησία του Σωτήρα και πήρε το όνομα Σέργιος.  Από την παιδική του ηλικία έδειχνε μια σπάνια ικανότητα στην προσευχή.  Σαν νέος μάλιστα μπορούσε να απαντά σε θέματα θεολογικά από αιώνων ζητούμενα.  Έτσι από νωρίς είχε καταληφθεί από επείγουσα επιθυμία να εισχωρήσει στην καρδιά της θείας αιωνιότητας.

Μπαίνει ως μαθητής στη Κρατική Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας και επιδόθηκε στη ζωγραφική.  Την ίδια περίοδο απέκτησε ενδιαφέρον για τον Βουδισμό και γενικότερα για την Ινδική Φιλοσοφία.  Αυτή η παιδεία άλλαξε την πορεία της εσωτερικής του ζωής.  Ο ανατολικός μυστικισμός του φαινόταν τώρα βαθύτερος του Ορθόδοξου Χριστιανισμού.  Η σύλληψη του Υπερ-προσωπικού Απολύτου του παρουσιαζόταν πιο πειστική παρά του προσωπικού Θεού.  Σαν νέος έζησε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1918.  Τα γεγονότα αυτά τον οδήγησαν στην ιδέα ότι η αιτία που οδηγεί στα δεινά είναι η ύπαρξη αυτή καθ' αυτή.  Γι' αυτό προσπάθησε να απογυμνωθεί απ' όλα τα ορατά ή πνευματικά είδωλα.  Στον τελευταίο όροφο ενός κτιρίου της Μόσχας βασανιζόταν καθημερινά να λύσει τα μυστήρια της ζωής.

Σε κάποια φάση άρχισε να ασχολείται με την γιόγκα, αλλά ως φορέας μέρους της Ρωσορθόδοξης παράδοσης δεν έχασε την αγάπη του για την ωραιότητα της φύσης.  Επί πλέον σαν καλλιτέχνης είχε μεγάλα προβλήματα για να εργασθεί στη μετεπαναστατική Ρωσία.  Γι' αυτό άρχισε να επιζητεί την μετανάστευση στη Δυτική Ευρώπη.

Το 1921 (25 ετών) ξεκίνησε για την Γαλλία , το Ευρωπαϊκό κέντρο των ζωγράφων.  Ταξίδεψε και έφτασε πρώτα στην Ιταλία, όπου θαύμασε τα αριστουργήματα της Αναγέννησης.  Ύστερα και από μια σύντομη παραμονή στο Βερολίνο της Γερμανίας έφτασε στο Παρίσι, την λεγόμενη πόλη του φωτός.


Δόθηκε με την ψυχή και το σώμα στη Ζωγραφική.  Τα έργα του έγιναν δεκτά στα καλλιτεχνικά σαλόνια και πήρε μέρος σε εκθέσεις με μεγάλη επιτυχία.  Όμως η καθαρή διανόηση δεν του γέμιζε την ψυχή.  Τότε ξαφνικά θυμήθηκε την εντολή του Ιησού για την αγάπη προς το Θεό «εξ όλης της καρδίας και εξ όλης της διανοίας».

Έτσι αν η ενασχόληση με τον ανατολίτικο μυστικισμό, του ήταν σαν κεραυνός στο σκοτάδι, η τωρινή αποκάλυψη ήταν φωτεινή σαν λάμψη!

Διανόηση χωρίς αγάπη δεν είναι αρκετή.  Έτσι το 1925 (29 ετών) ο Χριστός επικράτησε μέσα του, η προσευχή για τον προσωπικό Θεό ήταν φυλαγμένη στην καρδιά του και απευθυνόταν πρώτα και κύρια στο Χριστό.

Ο ίδιος διηγείται:
«Ήμουν στο Παρίσι, τα είχα όλα, ζούσα με τον καλλιτεχνικό κόσμο του Παρισιού και συμμετείχα σε όλες τις εκδηλώσεις.  Όμως τίποτα δεν μου έδινε χαρά και ανακούφιση.  Μετά από κάθε εκδήλωση του καλλιτεχνικού κόσμου, είχα μέσα μου κενό και αγωνία.  Ο λογισμός μου, μου έλεγε πως κάτι πρέπει να κάμω, για να φύγω από το αδιέξοδο, πού με συνείχε. Όμως δεν εύρισκα λύση.
Ένα βράδυ, μετά από μία διασκέδαση, ανέβαινα στο σπίτι μου με σκυμμένο το κεφάλι και αργό βήμα.  Έλεγα πως αυτή η ζωή είναι βάναυση, είναι ανιαρή.  Τότε σκέφτηκα να γίνω μοναχός, όμως πού και πώς δεν είχα ιδέα.  Ήμουν Ρώσος εμιγκρέ-πρόσφυγας στη Γαλλία.  Εκεί υπήρχαν πολλοί Ρώσοι, οι οποίοι ίδρυσαν το Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου.  Στο Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου, όλοι μιλούσαν για Θεό, αλλά Θεό δεν είδα, ενώ όταν πήγα στο Άγιο Όρος, κανείς δεν μιλούσε για Θεό και όλα έδειχναν τον Θεό».

Εισάγεται στο Ορθόδοξο Θεολογικό Ινστιτούτο του Παρισιού, με την ελπίδα να μάθει πώς να προσεύχεται και πώς να καταπολεμήσει τα πάθη του!   Ένα χρόνο οι σπουδές δεν του έδωσαν το κλειδί για τη Βασιλεία των Ουρανών.

 Αποφασίζει λοιπόν να γίνει μοναχός.

Ο νεαρός αλλά έμπειρος στις αναζητήσεις του σπουδαστής φτάνει το 1925 στην Αθήνα και με καράβι από τον Πειραιά φθάνει στο Ρώσικο Μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, στα Δυτικά παράλια του Άθωνα.  Στην ψυχή του αισθανόταν ένα αίσθημα απελπισίας για τον κόσμο που απομακρύνθηκε απ' τον Θεό, αλλά και ένα αίσθημα αναστάσεως.  Έτσι η προσευχή του έγινε ένδυμα και αναπνοή.  Μετά από τέσσερα χρόνια γνωρίζει το σημαντικότερο πρόσωπο της ζωής του στη Γη, τον Άγιο Ρώσο γέροντα Σιλουανό, τον Αθωνίτη.  Ο γέροντας γίνεται πνευματικός του οδηγός.  Ο ίδιος όμως δεν τολμούσε να ονειρευτεί ένα τέτοιο θαύμα!

Επί οκτώ χρόνια, περίπου, κάθισε κοντά στον γέροντα μέχρι τον θάνατό του στις 24-9-1938.  Ο Σωφρόνιος έγινε επιστήθιος αλλά και πιστός μαθητής του για πάντα. 

Ορφανός από τον πνευματικό του πατέρα, και με ευλογία του ηγουμένου της Ι. Μ. του Αγίου Παντελεήμονα και του Συμβουλίου της, αναχωρεί για την «έρημο» του Αγίου Όρους, τα γνωστά Καρούλια.  Εκεί από φήμες έμαθε για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο!  Η προσευχή του τότε ενισχύθηκε χάριν όλης της ανθρωπότητας.  Προσευχόταν για τους σκοτωμένους, για τους φονιάδες, για να μην νικήσει το κακό.

Η απομόνωσή του πήρε τέλος όταν «υποχρεώθηκε» κατά κάποιο τρόπο να γίνει εξομολόγος και πνευματικός πατέρας των αδελφών της Ι. Μονής του Αγίου Παύλου, της Ι. Μονής του Οσίου Γρηγορίου, της Ι. Μονής του Οσίου Σίμωνος Πέτρας, της Ι. Μονής του Οσίου Ξενοφώντος, αλλά και άλλων κελιών και σκητών, στα Νοτιοδυτικά παράλια του Άθωνα.  Είχε βέβαια από καιρό αρχίσει να δέχεται αναχωρητές και ερημίτες όπως και να κάνει σε αυτούς επισκέψεις.  Ήταν μια δύσκολη και άκρως επικίνδυνη αποστολή.

Μετά από τέσσερα χρόνια στους βράχους υπάκουσε στην Μονή του Αγ. Παύλου να ζήσει σ' ένα σπήλαιο κοντά στο μοναστήρι.  Το σπήλαιο ήταν στην απομόνωση, αλλά είχε και παρεκκλήσιο για τους σπηλαιώτες, λαξευμένο σε βράχο.

Το χειμώνα το νερό έφτανε μέχρι το κρεβάτι και ούτε φωτιά μπορούσε να ανάψει!  Η επισφαλής υγεία του τον ανάγκασε να το εγκαταλείψει τον τρίτο χειμώνα.

Μετά από αυτό κατέφυγε στην Γαλλία όπου θα έκανε μια χειρουργική επέμβαση και θα αποτέλειωνε το βιβλίο που έγραφε για τον γέροντά του Σιλουανό.  Υπολόγιζε να μείνει ένα χρόνο, αλλά άλλες οι βουλές του Κυρίου!  Το 1948 (52 ετών) εκδίδει τα χειρόγραφα του Αγ. Σιλουανού με ανάλυση της διδασκαλίας του και με την βιογραφία του.  Αυτή την έκδοση την φιλοτέχνησε μόνος του!  Το 1952 ακολουθεί μια έντυπη έκδοση.  Ύστερα ακολουθούν οι μεταφράσεις στην Αγγλική, Γερμανική, Ελληνική, Γαλλική, Σερβική και συνέχεια σε άλλες γλώσσες.  Πρόκειται για το πασίγνωστο βιβλίο « Ο Αγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης», που σήμερα κυκλοφορεί από το μοναστήρι του Έσσεξ.

Εδώ να σημειώσουμε και την συγγραφή των εξής υπόλοιπων βιβλίων:   (1)  Περί προσευχής    (2)  Ασκηση και Θεωρία   (3)  Η ζωή Του, ζωή μου.


Η αντίδραση των ασκητών του Αγίου Όρους ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρουσα για τον συγγραφέα.   Βεβαίωσαν ότι το βιβλίο ήταν μια αληθινή ακτινοβολία των αρχαίων παραδόσεων του Ανατολικού Μοναχισμού.  Αναγνώρισαν τον Σιλουανό σαν πνευματικό κληρονόμο των μεγάλων πατέρων της Αιγύπτου και Παλαιστίνης!
Αυτό τον καιρό επισκέπτεται την Μόσχα για να προσκυνήσει τους τάφους των γονέων του.  Πήγε στην παιδική του γειτονιά , όπου βρήκε το σπίτι του Δημόσια Υπηρεσία.  Αργότερα έμαθε ότι όλα τα' αδέλφια του ήταν στη ζωή (εκτός από τον μεγαλύτερό του αδελφό Βόρι πού πέθανε 14 ετών πριν φύγει απ'την Μόσχα).  Επέστρεφε στην πατρίδα του σαν καλλιτέχνης και σαν Ιερέας.  Οι συγγενείς του έμαθαν που λειτούργησε μια Κυριακή και συναντήθηκαν.  Έκτοτε η πιο μικρή του αδελφή ,η Μαρία, τον επισκέπτονταν στο Έσσεξ της Αγγλίας.

Από το 1967 άρχισε να επισκέπτεται τη Μόσχα κάθε χρόνο, έως το 198.  Ο γέροντας έδινε πνευματική συμπαράσταση σ' όλους συγγενείς του, και όχι μόνο.

Την εποχή εκείνη (1959 και σε ηλικία 63 ετών) με θαυμαστές συνθήκες εγκαταβιώνει στο Έσσεξ της Αγγλίας, ιδρύει μια αδελφότητα και αρχικά δεχόταν όποιον ζητούσε την πνευματική του βοήθεια.  Αργότερα κτίζει το Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου.  Η ηλικία του και η φθίνουσα υγεία του τον ανάγκασαν να αναθέτει πολλή απ' την δραστηριότητά του στους μοναχούς του.  Αυτός αφιερώνεται στη λειτουργία!  Είναι γεμάτος μέχρι τα χείλη με τη γνώση του Θεού.  Είναι καθαρός, σπλαχνικός και αυστηρός στις κρίσεις του, πράγμα που οδηγεί όσους τον συναντούν σε νέες ενδοσκοπήσεις.   Γι' αυτόν η δημιουργία είναι μια άλλη λέξη της ελπίδας.   Η Θεία Λειτουργία γινόταν στο ναό των Αγίων Πάντων, η οποία πάντα γέμιζε από πιστούς που έφταναν (και φτάνουν) από το Λονδίνο.  Οι αιτήσεις , τα ειρηνικά απαγγέλλονταν αργά, καθαρά, με τη βαθιά φωνή του, με προφορά σαφή είτε στην Αγγλική είτε στην Ελληνική ή στη Γαλλική.  Το πρόσωπό του και όλο του το είναι περικλείονταν από κάποιο φως που σκορπούσε ειρήνη και γαλήνη.  Όλος ο κόσμος έφερνε φαγητό και κατόπιν ακολουθούσε «κοινή τράπεζα».  Στο Μοναστήρι αυτό δημιουργούνται από τότε πολλοί και δυνατοί δεσμοί φιλίας.

Η κάθε εκδήλωσή του δίδασκε να έχουν οι πιστοί αγάπη στην καρδιά τους.  Ήταν φορές που έπαιζε με τα παιδιά των προσκυνητών.  Έλεγε συχνά: «Τα παιδιά καταλαβαίνουν πολύ καλά αυτά πού τους λες.  Πρέπει να τους μιλάς με σεβασμό όπως στους μεγάλους, αν και οι μεγάλοι δεν καταλαβαίνουν όπως αυτά!».  Έλεγε, ότι για να μη φύγει ένα παιδί από τον δρόμο της Εκκλησίας, δεν φτάνουν μόνο οι καλοί πνευματικοί, αλλά θα πρέπει και οι γονείς να δίνουν το ανάλογο παράδειγμα στα παιδιά.

Όταν ήθελε να αποφασίσει περί ενός προβλήματος διερωτόταν: «Τι θα μου έλεγε η Μετάνοιά μου και οι πατέρες του Αγίου όρους;»   Ευτυχώς που ο Θεός καταξίωσε τον π. Σωφρόνιο να αποκαλύψει τον πλούτο της Ορθοδόξου παραδόσεως στη Δύση.  Ευτύχισε μάλιστα να γνωρίσει την επίσημη αναγνώριση της αγιότητας του πνευματικού του πατέρα Σιλουανού το 1987, αλλά και τον εγκαινιασμό του πρώτου ναού προς τιμήν του Οσίου Σιλουανού.

Στις 11 Ιουλίου του 1993, πλήρης ημερών (97 ετών) και αφού όργωσε πνευματικά όλη την Ευρώπη και πάλεψε στα νιάτα του με τις αξίες της Άπω Ανατολής, κοιμήθηκε «προς Κύριον».  Ο τάφος του γέροντα είναι στο μέσο του κτιστού κοιμητηρίου της Μονής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου